United States or Democratic Republic of the Congo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Άλλοι έμενον πιστοί εις την γεννέθλιον θρησκείαν. Είς Γερμανός σχεδόν τυφλός, έψαλεν ένα ύμνον, εξυμνών τα ακρωτήρια εκείνα της Σκανδιναβίας, όπου αι μορφαί των Θεών εμφανίζονται εις ακτινοβόλον φωτοστέφανον. Και οι άνδρες της Σιχέμ δεν έφαγον τας τρυγόνας, προτιμώντες τας περιστεράς μετ' αζύμων.

Και διά τούτο, αναγινώσκων εις τας καρδίας των, γνωρίζων ότι Τον εζήτουν μ' εκείνο το πνεύμα το οποίον Αυτός δεν ηγάπα, ηρέμα ανέσυρε τον πέπλον της ίσως ημιασυνειδήτου υποκρισίας ήτις απέκρυπτε τούτους αφ' εαυτών, και τους ήλεγξεν ότι τον εζήτουν, όχι διότι είδον σημεία, αλλά διότι έφαγον εκ των άρτων και εχορτάσθησαν.

Οι πρώτοι γονείς του δυστυχούς τούτου ζώου• έφαγον ίσως κακείνοι στάχεις τινας απηγορευμένης κριθής εις τινα γωνίαν του παραδείσου, οι δε απόγονοι αυτών αποτίουσιν ίσως, ως και ημείς του προγονικού αμαρτήματος τον φόρον.

Εγώ όταν έφαγον και έπιον από εκείνα τα πιοτά που παρωμοίαζαν το νέκταρ, και άρχισε το κρασί να κάμνη την ενέργειάν του, έλεγον της βασιλοπούλας· τι κάθεσαι εδώ σκλαβωμένη εις την αδιακρισίαν ενός βρωμερού Τελωνίου; ακολούθει με να υπάγωμεν έξω, διά να απολαύσης το αληθινόν φως του ηλίου και να ξεφαντώσωμεν χωρίς φόβον.

Τα δύο παιδία, ομήλικα, έφαγον της ιδίας τροφού το γάλα, εναναρίσθησαν εις την ιδίαν αγκάλην, εκοιμήθησαν εις το ίδιον λίκνον, το έν παρά το άλλο κ' εντός του ιδίου δωματίου μαζί, έκαμον τα πρώτα σφαλερά βήματά των και ήρθρωσαν τας πρώτας, άνευ εννοίας και άνευ σκοπού, λέξεις των.

Ούτοι ήσαν, ως φαίνεται, σιδηρόχροοι και ωνομάσθησαν εκ τούτου υπό των λογίων χρονογράφων Ήφαιστοι ή λατινιστί Vulcani. Τους Ηφαίστους έφαγον και διεδέχθησαν οι έπειτα εισορμήσαντες κατόπιν των Ούνων τεφρόχροοι Ασιάται.

Αλλ' ήτο καιρός να μεταφερθώσι τέλος επάνω εις την οικίαν τα πλήρη πινάκια, και οι καλεσμένοι εστρώθησαν εις μακροτάτην σειράν κατά μήκος και πλάτος του μεγάλου θαλάμου, και έφαγον και ευφράνθησαν εις τιμήν των νεονύμφων. Τότε αι διάφοροι φλάσκαι και φιάλαι ήρχισαν να κυκλοφορώσι κατά πολλάς διευθύνσεις ανά τας τάξεις των συμποσιαστών.

Τούτο και έπραξαν· ώστε ο Κυαξάρης και οι συνδαιτυμόνες του έφαγον από εκείνα τα κρέατα, και οι Σκύθαι, μετά το έγκλημα τούτο, εγένοντο ικέται του Αλυάττου. Ο Κυαξάρης τους απήτησεν, ο βασιλεύς των Σάρδεων ηρνήθη να τους παραδώση· πόλεμος λοιπόν εγένετο μεταξύ των Λυδών και των Μήδων, όστις διήρκεσε πέντε έτη κατά τα οποία οι δύο λαοί εναλλάξ ενίκων και ηττώντο.

Και ήρχισε να τρώγη, εν ώ οι δυο σύζυγοι μη έχοντες άλλο τι έφαγον άρτον και τυρίον απλούν, διότι εν τη φιλαργυρία του ο Μπάρμπα-Σταύρος δεν είχε προμηθευθή ολίγον κρέας διά να κάμουν σούπαν.

Ούτως εσκέπτετο η Μάρω, προσπαθούσα να τον πείση να δεχθή αυτός το μικρόν εκείνο τεμάχιον του άρτου, το μόλις αρκετόν δι' ένα ποντικόν. Αλλ' ο Γιάννος ηρνείτο επιμόνως· έπρεπε να το φάγη η Μάρω· αυτός ήτο άνδρας, δεν είχεν ανάγκην ηδύνατο να βαστάση μήνα ολόκληρον!. . . Τέλος συνεφώνησαν και μοιράσαντες το τεμάχιον του άρτου έφαγον αυτό και οι δύω. — Μάρω μου, διψάω· είπε μετά μικρόν ο Γιάννος.