United States or Zimbabwe ? Vote for the TOP Country of the Week !


Άλλοι όμως ευρίσκουν, τρόπον τινά, το μέσον να τα έχουν καλά με τον κολλήγα, κ' ενώ τα αρνάκια τα μισακά, κατά κανόνα, ο αετός τα τρώγει, αν και τα ιδικά τους τίποτε δεν παθαίνουν, αυτοί και πάλι, νάχουμε καλή ψυχή, τα καταφέρνουν μια χαρά! Και να ήτο τουλάχιστον αρκετόν το γάλα, διά να πήξη τυρόν ή μυζήθραν, υπομονή! Αλλ' οργή Θεού είχε πέσει το έτος εκείνο εις τα βοσκήματα.

Οι βλάχοι ήμελξαν έκαστος τα πρόβατά του, έθεσαν το γάλα εντός μεγάλου λέβητος και περάσαντες διά των λαβίδων του χονδράν ράβδον, εστήριξαν τα δύο άκρα της επί δύο ορθίων στηλών και αφήκαν ανηρτημένον τον λέβητα εις την δρόσον της νυκτός. Εισήλθον έπειτα ενωρίς εις τας καλύβας των και ηπλώθησαν επί των μαλλίνων στρωμνών των να υπνώσουν ολίγον μέχρι της ώρας της Αναστάσεως.

Εις την Αρκαδίαν τότε ο Πυθέας αντικρούων τους πρέσβεις των Αθηνών είπε μεταξύ άλλων ότι « καθώς είναι αξιολύπητος οικία τις, εις την οποίαν βλέπομεν εισαγόμενον το γάλα της όνου, το οποίον προς τροφήν των φθισιώντων δίδεται, επίσης αξιολύπητοι είναι και αι πόλεις, εις τας οποίας βλέπομεν εισερχομένους τους πρέσβεις εξ Αθηνών. »

Να ήτο άρωμα να την ροφήση διά μιας; Να ήτο γάλα να την καταπιή; Να ήτο γαλανόν ιμάτιον να την φορέση; Να ήτο μητέρα του να κοιμηθή κοντά της; Πολλαίς φοραίς, την νύκτα με την σελήνην δραπετεύων από τον οικίσκον του, ανήρχετο εις την υψηλήν του Κάστρου κορυφήν όπου εφύλαττεν η βάρδεια, εις το Κανόνι, και δεν εχόρταινε να θεωρή το πέλαγος, απλούμενον γύρω του ως χρυσογάλανον καθρέπτην.

Πήγαινε να ζήσης μαζύ της μέσ' το πανένιο σπήτι της! Πήγαινε να φας την πήτα που ψήνει κάτω από τη στάχτη, και να πίης το ξυνισμένο γάλα των προβάτων της! Φίλησε τα μελανά μάγουλά της, και ξέχασέ με!» Ο Τετράρχης δεν ήκουε πλέον. Παρετήρει το κατώφλιον μιας οικίας όπου ίστατο μία νεάνις και μία γραία κρατούσα έν σκιάδιον με λαβήν καλάμου μακρόν ως κάλαμον αλιέως.

Θα πάω να ψάξω στο σπίτι σας και μετά θα το σκάσω για τις μεγάλες πόλεις!» «Νομίζεις πως στις μεγάλες πόλεις καλοπερνάνε;», ρώτησε η ντόνα Ρουθ με ύφος σοβαρό και η ντόνα Έστερ, που είχε αδειάσει στο μεταξύ το γάλα και επέστρεφε το δοχείο στη Νατόλια με ένα νόμισμα μισής πέζας μέσα για φιλοδώρημα, σταυροκοπήθηκε: «Ο Θεός να μας φυλάει

Βρέφη γυμνά, πεινώντα, και αδύνατα, η μήτηρ σας πρώτη θερμώς σας ενέδυσε, και με το γάλα της σας έθρεψε, και εις τας αγκάλας της σας περιέθαλψε, και διά των φιλοστόργων φροντίδων της την αδυναμίαν σας επροστάτευσεν.

Εάν ιδή και αργούν ν' ανοίξουν την γέφυραν, του είπε να κράξη τον φύλακα, τον πυλωρόν, και ν' ανεβάση το γάλα με το παλάγκο εις το Κάστρον επάνω. Αλλά να μη φύγη πριν λάβη είδησιν από τον κυρ-Αναγνώστην, τον προεστόν, τον κολλήγαν του, μη τυχόν ήθελε να του παραγγείλη τίποτε.

Και τούτο χωρίς, να τας φτύση. Διά τούτο το γάλα των αμέσως εστείρευσε. Τα πτωχά κατσικάκια προσεκολλώντο εις τα μαστάρια, εβύζαινον αλλ' ουδόλως εύρισκον τροφήν. Ήρχισαν να ισχναίνουν, να γίνωνται αδύνατα, ραιβά, ζαρωμένα.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ Εγώ αν ήμουν όμως, το γάλα θα του σύσταινα που βγάζει ο φρέσκος φλόμος από βραδύς να στίβη, και μ' ένα σκορδοκέφαλο τα τσίνουρα να τρίβη. ΧΡΕΜΗΣ Τότε κι' ο έξυπνος Γλετζές, αυτός ο κουρελής, γδυτός εφανερώθηκε στο μέσον της Βουλής, όπως πολλοί τον είδανε• μα το 'λεγε κι' αυτός πως ήτανε γδυτός.