Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025
Η γρηά Γαλανή ήτο εις μεγάλην απελπισίαν: αν ο καιρός εξηκολούθει άστατος και οι κατσίκες δεν εύρισκον το γάλα των, τα κατσικάκια θα έλυωναν 'ς τα πόδια των. . . Και μετ' ολίγον η φοβερά όψις του Γιαννίκου θα εφαίνετο προ της καλύβας και θα ηκούετο η τραχεία του φωνή, η οποία όπου αντηχήση φέρει καταστροφήν, ως η φωνή της κουκουβάγιας. — Βάλε και τη σούβλα· βάλε και το κουδούνι!
Εκείνη απάντησε κουνώντας το αδράχτι: μπορούσε να περιμένει, δεν βιαζόταν. Πιο πάνω, να η θεια-Ποτόι, με μια γαβάθα γάλα για τα παιδιά.
Πλάι τους ήταν άλλοι δυο ζητιάνοι: ένας γέρος τυφλός και ένας νέος, ο οποίος πριν έρθει, τρύπησε το στήθος του κάτω από τη δεξιά θηλή και έτριψε επάνω το γάλα ενός δηλητηριώδους φυτού για να δημιουργηθεί έτσι ένα πρήξιμο, που το παρίστανε τάχα σαν κακοήθη όγκο.
Θαρρείς, πως οι Ευρωπαίοι σας έχουν γάλα στις φλέβες τους· βιτριόλι, φλόγα τρέχει στις φλέβες των κατοίκων του Άτλαντος και των γειτονικών μερών. Πολεμήσανε με τη μανία των λιονταριών, των τίγρηδων, των φειδιών της χώρας τους, για το ποιος θα μας πάρη.
Του έκοψα ψωμί, κι' άρχισε να τρώη με τόσην όρεξι, που απόρησα κ' εγώ. Του είχα κόψει μικρή φέτα, ξεύροντας πως δεν μπορούσε να φάη. Στη στιγμή την έφαγε, και μου γύριψε να του κόψω κι' άλλο. Η τσοπάνισσα που ήρθε κοντά μας μου λέει: — Άνδρας σου είνε, τσούπα; σαν ζαμπούνη τον γλιέπω... Πίνει γάλα, να σας φέρω; — Πίνει, είπα εγώ, γιατί είνε άρρωστος. Εννοούσα που ήτον Τετράδη.
Με απασχολούσε τούτο, και ότε προς την εσπέραν επεστρέψαμεν εις την οικίαν του παπά, και εις μίαν τράπεζαν επίναμεν γάλα, και η ομιλία εστράφη προς τας ηδονάς και λύπας του κόσμου δεν ηδυνήθην παρά να λάβω την ευκαιρίαν και εξ όλης καρδίας να ομιλήσω εναντίον της δυσθυμίας της ψυχής.
Έρριξαν επάνω του χώμα πολύ και φύτεψαν πολλά ήμερα χόρτα κ' εκρέμασαν επάνω στον τάφο του τα προφαντά από τα σπαρτά· μα και γάλα του έχυσαν και σταφύλια έζυψαν και σουραύλια πολλά έσπασαν.
Μαζί του εβύζαξα το γάλα της μάνας μου, μαζί ανατράφηκα στη σκούνα του πατέρα μου· μονοήμερα ίδρωσαν οι τρίχες στα μουστάκια μας. Η μάνα του αρρωστιάρα επέθανε πριν τον αποκόψη. Ο πατέρας του επνίγηκε στο Καβοντιλάρμε της Καλαβρίας πριν τον χαρή παληκάρι. Απόμεινε ορφανός και πεντάφτωχος. Ό δικός μου τον επήρε στο σπίτι, μας αδέρφωσε. Μαζί στο σχολείο, μαζί στα παιγνίδια. Πάντα οι δυο μας.
Είτα, αφού ενέβαλε το πολύ γάλα εις μέγαν λέβητα και έρριψεν άφθονον άλας εντός, εξ εκείνου το οποίον μόνος του εμάζευεν από ακρογιαλιά εις ακρογιαλιά, τρέχων επάνω εις τους βράχους, όπου έβγαζε κογχύλια και πεταλίδας, ο αιπόλος ήναψε πυρ και ησχολείτο να το βράση, καθότι επρόβλεπεν ότι θα ευρίσκετο εις την ανάγκην να γευματίση ο ίδιος με γάλα, πράγμα δυσάρεστον, εάν, ως ήτο λίαν πιθανόν, ο κολλήγας του ωλιγώρει να του στείλη «κανένα αρμυρό ψάρι». Διότι αυτός ο αιπόλος δεν ήτο από εκείνους που γίνονται φόρτωμα εις τους άλλους, και αν ο κολλήγας δεν είχε την καλήν διάθεσιν, αυτός δεν θα έρριχνε την υπόληψίν του διά να τον κάμη στανικώς να τον φιλέψη ή αρμυρό ή άλλο τίποτε, ας πούμε.
Είπα να του παίξω καμμιά δουλειά, ν' αφήσω μια το σκοινί, που να του φανή ο ουρανός σφοντύλι... να σου τον φτιάσω εγώ κοπανιστή... Μα ας έχη χάρι, λυπήθηκα το γάλα του κυρ- Αναγνώστη, ει δε μη, ένα τσομπανόπουλο ολιγώτερο, ένα περισσότερο, θελά χάση, κατάλαβες, η Πόλι...
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν