United States or Central African Republic ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σ ύ γ κ ρ ι σ ι ς Πες μου, Μώκο, στη ζωή σου, Πώς το νιόθεις το κορμί σου, Ζωντανό κανένα πράμμα, Ή της τέχνης είσαι θιάμα; Αγαπούσα να το ξεύρω, Μόνε πώς να σου το εύρω! Δε μου λεις την απορία; -Φίλος είμαι, τι έχεις χρεία. Πέτρα είσαι; Δες κινιέσαι. Μη είσαι δέντρο; Μόνε ξιέσαι. Όρνιο τάχα; θα πετούσες. Μαϊμού; δε θα μιλούσες. Ερπετό; δεν περπατούσες. Κήτος; θέλα κολυμπούσες.

ΟΙΔΙΠΟΥΣ Ο Απόλλων όλα ετέλεσεν, ω φίλοι μου, ο Απόλλων τα έργα τούτα τα φρικτά, τα πάθη τούτα μου, τα πάθη° κανένας δεν με τύφλωσε° ο ίδιος εγώ τον εαυτό μου τύφλωσα. Γιατί τι το ’θελα να βλέπω, αφού να βλέπω τίποτε τίποτε δεν μ’ ευχαριστούσε. ΧΟΡΟΣ Δεν έχεις άδικο, δυστυχισμένε!

Το ποτάμι μ' ορμή κατεβάζει, Αφρισμένο τα όρια πηδάει· Τα νερά του αμπομένα σε πλήθος Θαλασσόνουν των κάμπων την όψη. Ω, τι θιάμα! απορόντας φωνάζουν τα Ψαράκια τι θιάμα μεγάλο! Σιάδια κι' όχτοι και σπίτια και δέντρα Σ' ένα πέλαγο κείτουνται όλα. Ήρθε, ήρθε ο καιρός ο δικός μας· Κατοικιά μας εγίνηκε ο κόσμος. Τι λες, Μάνα, ο φόβος να λείψη, Ή θελά βρης σαν πρώτα υποψίαις.

Η Λιαλιώ εστέναξε βαθέως και είπεν: — Αχ! ναι! ... για να είμαι ειλικρινής μαζύ σου... Εκείνος που θελά με πάρη...και τον ήθελα κ' εγώ... είνε τώρα έξη χρόνια που τον έφαγε η Μαύρη θάλασσα... Το καράβι επήγε σύψυχο... Αλλ' αν έχης έλεος, γιατί επιμένεις να μ' εξετάζης γι' αυτό;...

Αλλ' εν τούτοις δεν ηδύνατο να εννοήση διατί ο γαμβρός της εβράδυνε τόσον, αφού είχεν εκκινήσει από του χωρίου μίαν ώραν προ αυτής, αφού αυτή είχεν έλθει από τον ίδιον δρόμον τον συνήθη, δι' ου πάντοτε ήρχοντο. — Από κει που αραδίζομε πάντα, παιδάκι μου, έλεγεν εις την κόρην της, τι θελά πάθη; Τ' ήταν αυτό; — Μην ήτο πιωμένος κ' έπεσε πουθενά με τα χιόνια;

Με πλούσια και λαμπρή στολή Στον κόσμο, βλέπομε, πολλοί 950 Απ' όλους να τιμιοΰνται, Μεγάλοι να μετριούνται. Γιατί των πρόστυχων ο νους Στοχάζεται, πως σ' αυτουνούς Η τύχη έχει δόση 955 Με τα καλά, και γνώσι. Μον αν με μέτρα προσοχής, Ή καταντήσουν δυστυχείς, Ο φρόνινος θελήση Να τους παρατηρήση, 960 Θελά τους βρη ουτιδανούς, Από προτέρημα γυμνούς, Με μόνη φαντασία, Και γνώμης απορία.

ΟΙΔΙΠΟΥΣ Τι πλέον να ιδώ ή ν’ αγαπήσω, φίλοι μου, ή ακούοντας να μ’ ευχαριστήση; Πάρτε με μακριά από δω τον άνδρα τον ολέθριον, εμένα τον καταραμένον, όπου οι θεοί μισούνε πιότερο απ’ όλους τους θνητούς. ΧΟΡΟΣ Άθλιε, για τη συμφορά που σου ’τυχε, και τόσο την αισθάνεσαι ποτέ μου θα ’θελα να μη σ’ έχω γνωρίσει...

Έτζι είναι, είπ' ο Λογιότατος. πολλαίς φοραίς ωστόσο μας ενοχλούν και πράγματα, οπού δεν δυνόμεστε να τ' αποδιόξωμεν, επειδή κι' η απόλαψη τους θελά σχημάτιζε το κυριώτερο μέρος της ευτυχίας μας, και της ευτυχίας των άλλων. Και σαν τι πράμματα είναι αυτά, οπού μας ενοχλούν, και μας προξενούν στον ίδιον καιρόν ευτυχίαν; ερώτησε ο Γέροντας.

Η ανάγγη για αλλιότικη γλώσσα από την κοινή και συνηθισμένη όλου του γένους, για να πεικάζωνται όσα απεικάζονταν ομπρήτερα, ή όσα θελά απεικάζονταν υστερώτερα με το μέσο της ίδιας, είναι με την ολότη παράλογο κι' ανωφέλευτο πρόβλημα. Καλά, είπ' ο Λογιότατος, αλλ' η απλή γλώσσα, χώρια οπού είναι φτωχή, είναι και γεμάτη βαρβαρισμούς, χοντρή, και δίχως χάριν.

Η όψη των πραμμάτων, φίλε μου, δεν μνήσκει ποτέ σε μίαν στάση. αλλάζει άκοπα από ημέραν σ' ημέραν, και όποιος γυρεύει την χθεσινήν. γυρεύει εκείνο, οπού όσοι τον ακούσουν θελά γελάσουν.