United States or Cayman Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Της εφάνη ότι είδεν εκεί και τον καπετάν-Τσούρμαν τον Παπαργυρόν γελαστόν, φαιδρόν, καπνίζοντα το τσιμπούκι του, γυρμένον εις ένα παχύν κλώνον του σχοίνου. Η αιφνιδία χαρά του φαντάσματός της έπληξε την πονεμένην καρδίαν της κ' έπεσε λιπόθυμος η γραία, την στιγμήν, καθ' ην κραυγάζουσα: «παιδάκι μουενηγκαλίσθη ένα ξηρόν ελαίας κορμόν, προ των ποδών της.

ΒΑΣΙΛΕΑΣ Γελτρούδη, μη πιης. ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Θα πιώ, με συγχωρείς. ΑΜΛΕΤΟΣ Δέσποινά μου, ακόμη δεν τολμώ να πιώ — 'ς ολίγο πίνω. ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Έλα, το πρόσωπο να σου σφογγίσω. ΛΑΕΡΤΗΣ Κύριε, τώρα θα τον 'πιτύχω. ΒΑΣΙΛΕΑΣ Δεν πιστεύω. ΑΜΛΕΤΟΣ Εμπρός, Λαέρτη, διά την τρίτην· χωρατεύεις· παρακαλώ σε, κτύπα με την δύναμίν σου· φοβούμαι μη με παίρνης διά παιδάκι.

Εκείνη έτρεξε προς αυτόν, τον ανάγκασε να καθήση καθήσασα πλησίον του, του επρόσφερε πολλούς χαιρετισμούς από τον πατέρα της, εφίλησε το άσχημον και βρώμικο μικρότερο παιδί του, το χαϊδεμένο παιδάκι του γήρατός του.

Αλήθεια, παιδάκι μ', μου είσαι πεινασμένο!.... Είπε και σηκώθηκε τρικλίζοντας, έστρωσε τραπέζι, κι' απόθεκε απάνω τα χουλιάρια, το ψωμί και το προσφάγι, και κάθησαν να φάνε.

Αντραλλεύτηκαν τα σκυλλιά. Πετάχτηκαν όλοι ορθοί και σωρό-κουβάρι κατέβηκαν τη σκάλα και βγήκαν στην αυλή. — Ψυχούλα μ', παιδάκι μ'! φώναξε η γριά με ψυχόπονο. Δόξα σοι ο Θεός πούρθες γερός και καλά! — Ψυχούλα μ', πατερούλη μ'! φώναξε κ' η Μαριανθούλα. Καλώς ώρισες!

Ας μην οργώσουμε, ας πεθάνουμε μεις, ας πάμε κατά διαόλου μάννα, η γις τ' ανάσκελα είνε, μονάχα το παιδί μου, κυρ γιατρέ, να γλυτώσης, το παιδάκι μου, κυρ γιατρέ!... Και τα μάτια της κοκκίνησαν και δάκρια κυλούσαν στα χλωμά μάγουλά της. Ο άντρας της, στο πλάι της απόμεινε πάντα αμίλητος και πιο στενοχωρημένος.

ΚΑΝ. Κυρ αστρονόμο μου να ζης π' ούναν το Κρητικάκι; ΑΣΤ. Σαράντα χρονών άνθρωπον τον έκαμες παιδάκι, και τι τον έχεις; ΚΑΝ. Ξάδελφο να τον ιδιώ λιγάκι.

Εις το σωσίβιον αυτό ευρίσκομεν τρεις σκύλους, μίαν αραπίναν με δίοπτρα, ένα Ιταλόν με το οργανέτον του, ένα πλανόδιον Έλληνα ζαχαροπλάστην, ένα παιδάκι μέσα εις το καροτσάκι του.

Βέβαια έτσι θα είναι. Σωκράτης. Αι λοιπόν και ο Όμηρος δεν ενόμιζε τους Τρώας σοφωτέρους από τας γυναίκας των; Ερμογένης. Εγώ τουλάχιστον έτσι νομίζω. Σωκράτης. Επομένως το όνομα Αστυάναξ ενόμιζε ότι είναι δοσμένον ορθότερον εις το παιδάκι αυτό παρά το όνομα Σκαμάνδριος; Ερμογένης. Αυτό φρονώ. Σωκράτης. Ας εξετάσωμεν λοιπόν διά ποίον λόγον άραγε.

Κι' ύστερα τον μαγκούφη τον είδα εις συμπόσιον να πίνη μονορούφι το νέκταρ το αμβρόσιον. Τον Πάρι με της Χάραις τον 'πρόφθασα παιδάκι να παίζη της κουμπάραις και το δακτυλιδάκι. Είδα τον Χονδροκώστα ως δήμιον των σκύλων, και να γενή κομπόστα της Έριδος το Μήλον. Είδα το ένα κι' άλλο, τέλος κι' αρχήν δεν 'βρίσκω, κι' αν δεν σταθώ θα βγάλω σπυρί 'στόν ουρανίσκο.