Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Μαΐου 2025


Διά ν' αποφύγουν τας πρωινάς σκηνάς, δεν τον είχον παραλάβει εις τον απογευματινόν περίπατον. Όταν δε ο Μανώλης τον επανείδε, τον ενηγκαλίσθη με διάχυσιν και του είπε: — Δεν ξαναπάμε μπλιο στα όρη, αι, Τριαμάτη; Στο χωριό 'νε καλά.. . έχει και κοπελιές ώμορφες. Είδες εσύ το Πηγιό, πούχει τσοι βασιλικούς και τα μαύρα μάτια; ... Δεν ξαναπάμε στα ωζά, αι, Τριαμάτη;

Ο Ζούμπουρας, παραδώσας αυτήν εις τον ναύκληρον όστις τρυφερώς την ενηγκαλίσθη, καταφιλήσας τον στενόν ως καλαμένιον λαιμόν της, είπεν ότι ο πλοίαρχος έπεσε να κοιμηθή, και ότι αυτοί ας κάμουν ό,τι θέλουν.

Αλλ' ακριβώς την στιγμήν εκείνην ηκούσθη μέγας θόρυβος εις τον διάδρομον, αμέσως δε η θύρα ηνοίχθη με πάταγον και εις το δωμάτιον εισήλθε ή μάλλον εισώρμησε ο οικοδεσπότης μου. Άνθρωπος όσον καλός και μειλίχιος νηστικός, τόσον σκαιός και θορυβώδης και ανοικονόμητος μεθυσμένος. Και ήτο στουπί αυτήν την φοράν. Ώρμησε και μ' ενηγκαλίσθη. — Φεύγεις, εφώναξε τραυλιζων.

Ότε την επιούσαν, πριν έτι εξημερώση, ήνοιξε τας αγκάλας, ίνα την φίλην του περιπτυχθή, αντ' αυτής ενηγκαλίσθη μόνον τα άχυρα της στρώμνης του. Αναπηδήσας μετά τρόμου εξέτεινε τους βραχίονας και εψηλάφησε τα σκότη, ως ο τυφλωθείς Πολύφημος ζητών τον Οδυσσέα.

Ου μην αλλά και υπήρξεν η ασφαλεστέρα σανίς, ην ενηγκαλίσθη και δι' ης θαυμασίως εσώθη ότε διέπλευσε τον στενώτατον και πολυκύμαντον πορθμόν μεταβαίνων από του πελάγους της ζωής εις τον αχανή της αιωνιότητος ωκεανόν.

Συγχρόνως ορμήσας την ενηγκαλίσθη και το στόμα του ανεζήτει τα χείλη της, ψιθυρίζον λόγους αγρίου ερωτικού παροξυσμού. Η κόρη τον απώθει και επροσπάθει να τον αποφύγη ανακλίνουσα την κεφαλήν. Αλλά ποία δύναμις ήτο ικανή να λύση τους βραχίονας οίτινες την περιέσφιγγαν; Η δύναμις αυτή ευρέθη εις έν όνομα, το οποίον βλέπουσα το μάταιον της αντιστάσεώς της η Πηγή, επρόφερε: — Ο Στρατής! ο Στρατής!

Αλλ' επειδή ενύκτωσε, δεν είδον και το σωστικόν και οινοφόρον τρεχαντήριον. Ο μπάρμπα-Διόμας, ελθών μετ' ολίγον και ο ίδιος, ενηγκαλίσθη την κόρην του. Ω, πενιχρά αλλ' υπερτάτη ευτυχία του πτωχού! Το Ουρανιώ έχυνεν ακόμη δάκρυα, αλλά δάκρυα χαράς.

Κάπνιζε, φίλε μου, κάπνιζε, λατρεία μου, όσον θέλεις και οπόταν θέλεις. Εις τους όρους, τας συμφωνίας και τα συμβόλαια ευτυχία δεν υπάρχει! Κάτω οι όροι· και ζήτω η πλήρης και τελεία ομόνοια! Και τον ενηγκαλίσθη περιπαθώς.

Η Μαργαρώ συγκεκινημένη μέχρι δακρύων με παλλομένην ταρακτικώς την καρδίαν ενηγκαλίσθη τον ανέλπιστον τούτον αδελφόν της, ον με τόσην χαράν, ώστε να την συμμερίζεται ολόκληρον το χωρίον, τον έφεραν τα καλά Χριστούγεννα, μέσα εις τας αγκάλας της, προστάτην αγαθόν της ορφανίας της, δώρον του Χριστού ανεκτίμητον.

Εκείνη τότε έτρεξε και απεκρύβη κάπου, τη φροντίδι της οικοκυράς, όταν δε ο σύζυγος ανεχώρησε, εξήλθε της κρύπτης, ενηγκαλίσθη με δάκρυα χαράς της καλήν γραίαν, μειδιώσαν πάντοτε, και αφού την ήμειψε γενναίως, διηυθύνθη, τρέχουσα σχεδόν, εις τον οίκον της όπου, ευτυχώς, δεν εύρε τον σύζυγον.

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν