United States or China ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' η κόρη εκείνη άλλης γενεάς, η γυνή του 1821, το γέννημα των Καλαρρυτών της Ηπείρου, η θυγάτηρ του Χρήστου Καρέλη, δεν ελησμόνει εν τη πενιχρά της και σκοτεινή καλύβη την Ελλάδα.

Ήτο βραχύς, με πενιχρά ράσα κ' είχε δέκα έως δεκαπέντε τρίχας υπό το χείλος και τον πώγωνα. Το καλύβι ήτο καλοκτισμένον, περιποιημένον, με πολλά σκεύη κ' εργαλεία γεωργικά, με αχυρώνα και σταύλον· μικρά έπαυλις. Ο καπετάν Γεωργάκης εκάθησεν υπό την ελαίαν, δέκα βήματα κάτω του δυτικομεσημβρινού τοίχου, επί όχθου τινός του κατωφερούς εδάφους.

Σπάνιον δυστυχώς εύρημα είνε παρ' ημίν έστω και πενιχρά τις βιβλιοθήκη εις οίκον πλουσίου, έτι δε σπανιώτερον πινακοθήκη εξ ολίγων αλλά καλών εικόνων ή εύμορφόν τι γλυπτικόν καλλιτέχνημα.

Υπήρχον δύο ή τρεις μπεκιάρηδες, μία οικογένεια με πέντε ή έξ παιδιά, μία νέα ζωντοχήρα, Κατερνιώ η Πολίτισσα, ξενοδουλεύουσα, ζώσα κατά το φαινόμενον ολομόναχη· και το μέσα δωμάτιον εις τον μυχόν της αυλής κατείχεν η σπιτονοικοκυρά κυρά Γιάνναινα, χήρα με την κόρην της, την Δημητρούλαν. Η μάνδρα με τα πενιχρά οικήματα έκειτο είς τινα πάροδον, ανάμεσα στου Ψυρρή και στου Τάτση.

Τα ολίγα πρόβατα, τα οποία αφήκεν ο πατήρ του, τα έφαγε κατά το διάστημα της αναπτύξεώς του ο λύκος τουλάχιστον τούτο είπεν εις αυτόν ο θείος του, όταν ανδρωθείς εζήτησε να τα παραλάβη. Το γρέκι και τα πενιχρά σκεύη της καλύβης του εκράτησεν άλλος θείος, εξοφλών παλαιόν χρέος του πατρός του.

Πτωχός, αλλ' αγαθός οικογενειάρχης Ρώσσος, εκατοίκει μικράν καλύβην χωρίου τινός πλησίον της Μόσχας. Ενώ δε εσπέραν τινά κατεγίνετο περιποιούμενος την πάσχουσαν σύζυγόν του και τα έξ μικρά τέκνα του, ακούει κτύπους εις την θύραν της καλύβης του. Ανοίγει αμέσως· άνθρωπος δε άγνωστος και πενιχρά ενδεδυμένος παρουσιάζεται ζητών φιλοξενίαν.

Εάν δε ο Οδυσσεύς ήθελε να επαινέση την ευτυχίαν ως την εννοούν οι Στωικοί, θα έλεγεν αυτά όταν παρέλαβε τον Φιλοκτήτην από την Λήμνον, είτε όταν εξεπόρθησε το Ίλιον, όταν εκράτησε τους Έλληνας οίτινες είχον τραπή εις φυγήν ή όταν εισήλθεν εις την Τροίαν αφού εμαστιγώθη μόνος του και εφόρεσε ράκη πενιχρά και στωικάαλλά τότε δεν είπεν ότι αυτή είνε η πλέον ευχάριστος κατάστασις.

Εφέτος όμως και του Φαλήρου τα Κ ο ύ λ ο υ μ α ήσαν πενιχρά και μέτρια.

Ενώ τα νέα όπλα, τα μουσκέτα, που έφερον οι Βαυαροί κ' αι μετέπειτα καραμπίναι του Μινιέ, τόσον πενιχρά και βαρέα και άκομψα, δεν ήσαν παρά ξύλον μόνον και σίδηρος και δεν επροξένουν καμμίαν εις την ψυχήν του συγκίνησιν.

Αλλ' επειδή ενύκτωσε, δεν είδον και το σωστικόν και οινοφόρον τρεχαντήριον. Ο μπάρμπα-Διόμας, ελθών μετ' ολίγον και ο ίδιος, ενηγκαλίσθη την κόρην του. Ω, πενιχρά αλλ' υπερτάτη ευτυχία του πτωχού! Το Ουρανιώ έχυνεν ακόμη δάκρυα, αλλά δάκρυα χαράς.