United States or Saint Pierre and Miquelon ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλά πολύ μεγαλειτέραν εργασίαν έκαμναν ο Θοδωρής ο Τσούνος, κι' ο Γλάρος κι' ο Ψόφος, και οι λοιποί. Ούτοι χωρίς να φοβώνται ότι θα κρυώσουν, εγυμνώθησαν από τα ολίγα ράκη που εφορούσαν, έδιναν διαρκώς βουτιές, έφθαναν δύο ή τρία μπόγια εις τον πυθμένα, κ' επανήρχοντο εις τον αφρόν, φέροντες πάντοτε όσην ηδύναντο να σηκώσουν λείαν.

Εάν δε ο Οδυσσεύς ήθελε να επαινέση την ευτυχίαν ως την εννοούν οι Στωικοί, θα έλεγεν αυτά όταν παρέλαβε τον Φιλοκτήτην από την Λήμνον, είτε όταν εξεπόρθησε το Ίλιον, όταν εκράτησε τους Έλληνας οίτινες είχον τραπή εις φυγήν ή όταν εισήλθεν εις την Τροίαν αφού εμαστιγώθη μόνος του και εφόρεσε ράκη πενιχρά και στωικάαλλά τότε δεν είπεν ότι αυτή είνε η πλέον ευχάριστος κατάστασις.

Αι πλείσται των μουσικών του φράσεων είνε ράκη γνωστών παλαιοτέρων μελωδιών, επιδεξίως όμως συνερραμμένα εις τριβώνιον πολύχρωμον, το οποίον θαμβόνει την όρασιν και την ευχαριστεί εφ' ικανάς στιγμάς. Η εκτέλεσίς του δεν υπήρξε κακή· πολλοί μάλιστα διατείνονται ότι ήτο εξαίρετος.

Σηκώνεται, λαμβάνει το έν των ζυγών, εφ' ων καθέζονται οι ερέται, το ανορθοί, εβγάζει ένα σκαρμόν, τον προσδένει διά του τροπωτήρος σταυροειδώς επί του ζυγού. Κύπτει υπό την πρώραν, αναζητεί τα παλαιά ράκη του, ενδύει το διπλούν ξύλον με μίαν κάπαν, της οποίας τα μανίκια εκρέμαντο σπαρακτικώς περί τας δύο άκρας του σκαλμού.

Και προς αυτόν απάντησες, ω Εύμαιε χοιροτρόφε• «Ω γέροντ', αξιόλογη παραβολή μας είπες, και ο λόγος σου είναι τακτικός και ωφέλεια θα σου φέρη• ότι θα λάβης φόρεμα και ό,τι άλλο δίκαιον είναι 510 να λάβη, οπού προσέρχεται, πολύθλιβος ικέτης, τώρα• πλην άμα φέξ' η αυγή τα ράκη σου θα βάλης, ότι αλλαξιαίς δεν έχουμε χιτώνων και χλαμύδων εδώ πολλαίς, αλλ' ο καθείς δεν έχ' ή μόνον μία. αλλ' όταν φθάση ο ποθητός υιός του Οδυσσέα, 515 θέλει σ' ενδύση τότε αυτός χλαμύδα και χιτώνα, και οπού η καρδιά σου επιθυμεί θα σε ξεπροβοδήση».

Είσαι ψεύτης και κλέφτης! Ελαφρός κόλαφος ηκούσθη και συγχρόνως φωνή παραδόξου όντος μελανού την όψιν με μαλλιά ανατσουτσουρωμένα, με αλλόκοτα ράκη ως ενδυμασίαν, αντήχησε·Τι μαλλώνετε, βρε; Τα δύο παιδία αφήκαν συγχρόνως διπλήν πεπνιγμένην κραυγήν και εδοκίμασαν να τραπούν εις φυγήν αφήνοντα το φανάριον κατά γης.

Είπε, τον επλησίασε και τον εκαλοδέχθη με την δεξιά, και του 'λεγε με λόγια πτερωμένα· «Πατέρα ω ξένε, χαίρε μου· καλαίς να ιδής ημέραις καν εις το εξής· τώρα πολλά σε βασανίζουν πάθη. 200 πάτερα Δία, ποιος θεός ολέθριος είν' ως είσαι; αφού τους γέννησες εσύ, τους άνδραις δεν λυπείσαι και τους βυθίζειςάμετρη φρικτή ταλαιπωρία. ίδρωσα ως σ' είδα, εδάκρυσα, ενώ τον Οδυσσέα αμέσως ενθυμήθηκα, διότι, θαρρώ, και κείνος 205 μ' όμοια ράκη επάνω τουτον κόσμο παραδέρνει, αν είναι ακόμητην ζωή, του ηλιού το φως αν βλέπει· και αν εις τον Άδη ευρίσκεται, αχ! ορφανόν μ' αφήκε ο ισόθεος Οδυσσέας μου, 'που νέον ταις δαμάλαις να επιστατήσω μ' έβαλετην γη των Κεφαλλήνων· 210 γίνονται τώρ' αμέτρηταις, ουδέ βοσκός πότ' είδε τόσον η πλατυμέτωπαις δαμάλαις να πληθύνουν. και προσταγμένος φέρνω ταις να ταις χαρούν οι ξένοι, 'που το παιδίτο σπίτι του δεν σέβονται, ουδέ τρέμουν την θείαν δίκην, ότι αυτοί να μοιρασθούν ζητούσι 215 του βασιλέα τα καλά τον πολυεξωρισμένου. και μες τα βάθη της ψυχής τούτο γυρίζει ο νους μου πολύ συχνά· μέγα κακόν, ενώ σώζετ' υιός του, να φύγω, να ξενιτευθώ, μαζή με ταις δαμάλαις· αλλά πάλι χειρότερο, να μένω αυτού ταις ξέναις 220 δαμάλαις να φυλάσσω εγώ με πόνο της ψυχής μου. θα 'χα προσφύγει από καιρόν εις μέγαν βασιλέα άλλον, ότ' είναι αβάστακτα κείνα οπού βλέπω πλέον· αλλ' ακόμη τον άμοιρον στοχάζομ', ίσως έλθη κάπουθε, καιτα δώματα σκορπίση τους μνηστήραις». 225

Μας εξένιζε δε ακόμη και πάντοτε ανεξήγητος μας εφαίνετο η ενδυμασία του συμμαθητού μας και η αιφνιδία της πολλάκις μεταβολή. Τα καινουργή του φορέματα διεδέχοντο αίφνης άλλα ωραιότερα, χωρίς τινα λόγον, ταύτα δε επαλαιούντο πάλιν εις τους ώμους του και κατέπιπτον σχεδόν εις ράκη, εν μέσω χειμώνος πολλάκις, χωρίς ποτέ να παρεμβή κλωστή ή βελόνη προς διόρθωσιν ή αναπλήρωσιν της φθοράς.

Αλλά θα συναντήσης και άλλους, οι οποίοι γράφουν τα προοίμια των πομπώδη, μεγαλοπρεπή και υπερβολικώς εκτενή, ούτως ώστε να ελπίζη ο αναγνώστης ότι τα κατόπιν θα είνε πάντως θαυμαστά εξ ίσου• αλλ' αντί τούτου το κύριον μέρος της ιστορίας είνε συνοπτικόν και ευτελές, ούτως ώστε το όλον να ομοιάζη προς παιδίον, προς έρωτα π. χ. ο οποίος φορεί, διά να παίζη, προσωπίδα τεραστίαν Ηρακλέους ή Τιτάνος• και ευθύς έρχεται εις την μνήμην του αναγνώστου η παροιμία «ώδινεν όρος». Νομίζω δε ότι δεν πρέπει να γίνεται ούτω, αλλά όλα τα μέρη να είνε εις το αυτό ύφος και το άλλο σώμα ν' αναλογή προς την κεφαλήν, να μη είνε δε χρυσή η περικεφαλαία, ο δε θώραξ γελοίος, σχηματισμένος από ράκη και σαπρά δέρματα, η ασπίς πλεκτή από λυγαριάν, αι δε περικνημίδες από δέρμα χοίρου.

Ο βαρώνος Φ. . . . με όλην την στολήν των χρόνων της στέψεως Φραγκίσκου του Α', ο σύμβουλος Ρ . . . εδώ όμως ονομαζόμενος in qualitate κύριος de Ρ . . . . με την κρυφή γυναίκα του κλπ., χωρίς να λησμονήσωμεν τον κακά καπλατισμένον I . . . . . που τα ελλείποντα μέρη της πανάρχαιας στολής του αναπληρώνει με ράκη της νέας μόδας.