United States or Costa Rica ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αι πλείσται των μουσικών του φράσεων είνε ράκη γνωστών παλαιοτέρων μελωδιών, επιδεξίως όμως συνερραμμένα εις τριβώνιον πολύχρωμον, το οποίον θαμβόνει την όρασιν και την ευχαριστεί εφ' ικανάς στιγμάς. Η εκτέλεσίς του δεν υπήρξε κακή· πολλοί μάλιστα διατείνονται ότι ήτο εξαίρετος.

Ο έπαρχος μετά πολλής προθυμίας επωφελήθη της παρουσιασθείσης ευκαιρίας προς συνδιάλεξιν. — Δεν κάθεσαι; εξηκολούθησε, δεικνύων δύο καθέκλας πλησίον του. Κάθισε και συ και του λόγου του, έως ότου να έλθη η σειρά σας. Θα περιμένετε αρκετήν ώραν. Η γραία έστρεψεν επιδεξίως τον τυφλόν με τα νώτα προς την καθέκλαν και τον έσπρωξε σιγά σιγά, μέχρις ου ησθάνθη, όπισθέν του το κάθισμα.

Η όψις της ενέπνεε την συμπάθειαν και επέβαλε το σέβας. Το παν περί αυτήν ήτο ως αν έλεγε: Δεν είμαι του κόσμου τούτου! Η Κυρία Σοφία επανέλαβε την ομιλίαν, επιδεξίως και μετά πολλής ευχερείας μεταβαίνουσα από έν αντικείμενον εις άλλο, την υπεβοήθει δε και ο Κ. Μελέτης, ει και μετρών τας λέξεις κατά την συνήθειάν του.

Τούτο το έκαμνε διά να μη λησμονήση κανένα εορτάζοντα ζαλισμένος, όπως θα ήτο κοντά το μεσημέρι, από τα πολλά πιοτά, ύστερον όταν εξήρχετο της οικίας, μετά την επίσκεψιν, ή και πριν εισέλθη, λίαν επιδεξίως, με κιμωλίαν άσπριζε και εξήλειφε όσον το δυνατόν την μαύρην γραμμήν. Εφέτος όμως ο Πέτρος ο Γύφταρος απεφάσισε να τον εβγάλη απ' αυτόν τον κόπον.

Εκεί εισέδυ ούτος εις οδόν τινα εν μέσω καλυβών και μανδρών, εστράφη επιδεξίως πολλάκις προς τους διαφόρους ελιγμούς του λαβυρινθώδους εκείνου μέρους, και ο ατυχής Βράγγης τον έχασεν από των οφθαλμών αυτού. Μόνη δε αντηχούσα διαμαρτύρησις έμειναν αι κραυγαί του διώκτου, αίτινες άνθρωπον ουδένα προσείλκυσαν.

Μέχρις εκείνης της στιγμής οι Θράκες υπερησπίζοντο επιδεξίως εναντίον του ιππικού των Θηβαίων, το οποίον επετέθη εναντίον τους πρώτα. Τρέχοντες εμπρός και συστρεφόμενοι κατά τον εγχώριον τρόπον των επροφύλατταν εαυτούς· διά τούτο κατά την υποχώρησιν εκείνην ολίγοι εξ αυτών μόνον εφονεύθησαν, μέρος όμως, το οποίον είχε μείνει εντός της πόλεως προς διαρπαγήν, εχάθη.

Ο πρωτοδίκης, προλαβών επιδεξίως, εκάθισεν εις τρόπον ώστε να βλέπη την προς το Μάνα άγουσαν, ο δε Κ. Πλατέας έλαβε κατοχήν του απέναντι σκαμνίου, στρέφων τα νώτα προς την εξοχήν, το δε πρόσωπον προς την πόλιν, όχι όμως και άνευ τινός ανησυχίας διά την επήρειαν του εσπερινού αέρος, ανησυχίας εκδηλουμένης διά συνεχούς συστολής των ώμων και διά του μέχρι του λαιμού κουμβώματος του επενδύτου του.

Απεσιώπησε και του Κ. Μητροφάνους την τραχύτητα και της εξαδέλφης του την φαιδρότητα, παρέστησε δ' επιδεξίως την ανάγκην της μεσολαβήσεώς της, εις τρόπον ώστε ουδεμίαν ως προς τούτο αντίρρησιν επέφερεν ο Κ. Πλατέας. Τώρα η υπόθεσις έμενεν εις τας χείρας της εξαδέλφης, η οποία υπεσχέθη να μηνύση προς τον Λιάκον, εις την οικίαν του Κ. Πλατέα, το οριστικόν αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων.

Τινές από το εχθρικόν στρατόπεδον, μ' όλον ότι προχωρήσαντες διά να κόψωσι ξύλα επλησίασαν πολύ εις το μέρος, όπου ήσαν οι Έλληνες, δεν ημπόρεσαν μ' όλον τούτο να τους εννοήσωσι, τόσον επιδεξίως είχον κρυφθή εις τους θάμνους και τα σύδενδρα μέρη και τόσον μεγάλην σιωπήν και ησυχίαν διετήρησαν.

Αυτά δε περίπου έλεγε και σήμερον εν πολλή κατανύξει καλοθρεμμένος τις ιεροκήρυξ, όστις εφρόντισεν επί τέλους να μνημονεύση επιδεξίως προς τους ακροατάς του και μικρόν τι αυτού συγραμμάτιον, ορίζων συνάμα και το βιβλιοπωλείον, όπου ηδύνατο να το αγοράση ο βουλόμενος προς ψυχικήν αυτού οικοδομήν, αντί ε υ τ ε λ ο ύ ς τι μ ή ς.