United States or Wallis and Futuna ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το φρόνημα σου είναι ευγενές, διατί να μη είπω την αλήθειαν ; Εάν όμως μεταμεληθής τυχόν, σοι το λέγω ίνα το γνωρίζης, θα έχω τους οπλίτας μου τούτους πλησίον του βωμού, ίνα μη αφήσω να σε θανατώσουν. Και θα δύνασαι να κάμης χρήσιν της υποσχέσεώς μου ταύτης κατά την στιγμήν, καθ' ην θα ίδης υψουμένην προ του λαιμού σου την μάχαιραν.

Και όσον διά την θυγατέρα της, η παράδοσις αναφέρει ότι, ενώ διέβαινε παγωμένην λίμνην, αίφνης ο πάγος εθραύσθη, αυτή εβυθίσθη μέχρι του λαιμού εις το ύδωρ, η κεφαλή της έμεινεν άνω του πάγου, και απεκόπη διά της πιέσεως του πάγου. Δεν εκτελείται πάντοτε εν τούτω τω κόσμω η εκδίκησις του Θεού, αλλά δίδονται ενίοτε τοιαύτα παραδείγματα.

Εξήρε δε την διδασκαλίαν ταύτην διά της ωραίας παραβολής του δούλου, όστις, ενώ ο βασιλεύς του τού εχάρισε μύρια τάλαντα, ευθύς ύστερον συνέλαβε τον σύνδουλόν του από του λαιμού, και δεν ήθελε να χαρίση ελεεινόν μικρόν χρέος εκατόν δηναρίων, ποσόν 1,250,000 μικρότερον από εκείνο το οποίον είχεν αφεθή εις αυτόν.

— Ο πετεινός κοιμάται ακόμα στην εληά της είπε η μάννα της, στον ουρανό ακόμα βόσκει των άστρων το μελίσσι, κ' είσαι ξυπνή από τώρα, κατσικούλα μου ; Η Μόσκω η Μοσκούλα πηγαίνει κι' ακουμπάει απάνω της. — Γιατί τα σκουλαρίκια του λαιμού σου τρέμουνε τόσο, ρωτά η μάννα της, γιατί μου βελάζεις ανήσυχα Μόσκω Μοσκούλα ;

Εκείνη έτρεξε και εκάθισεν επί των γονάτων του, έθεσε την κεφαλήν της επί του στήθους του. Ο Πετρώνιος εξέτεινε την χείρα εις ένα δίσκον, έλαβε μίαν φούχταν βιολέττες και έρρανε την κεφαλήν, το στήθος και την εσθήτα της Ευνίκης· κατόπιν της απεγύμνωσε τους ώμους. Τα χείλη του επλανώντο επί των ώμων και του λαιμού της Ευνίκης. Εκείνη εφρικίασε· τα βλέφαρά της ήρχισαν να ανοιγοκλείουν.

Κ' εκβαλών πάραυτα από της ζώνης του δύο μεγάλας κλείδας συνδεδεμένας διά γαϊτανίου διεπέρασεν αυτάς από του λαιμού του δημάρχου ειπών: — Πριν με παύσης, παραιτούμαι!

Η εξοχωτέρα των εκδρομών τούτων ήτο εις το &Κάστρον&, την παλαιάν πόλιν της νήσου, ερημωθείσαν μετά το 1821. Το Κάστρον τούτο ήτο αληθής φωλεά γλάρου, βράχος εξέχων υπέρ τας εκατόν οργυιάς υπεράνω της επιφανείας της θαλάσσης και διά στενού λαιμού συνδεόμενος με την ξηράν, μεθ' ης συγκοινωνεί διά κινητής ξυλίνης γεφύρας.

Εν τούτοις ο Τρέκλας, βλέπων το ανωφελές της καταδιώξεως, μετέβαλε τακτικήν, και επανελθών εις τον μύλον εκάθισε και ήρχισε να πλέκη το καλάθιον. Ο Χόμο, μη ων πανούργος, ενόμισεν ότι ο θυμός του παρήλθε, και επέστρεψε προς αυτόν σείων την ουράν. Αλλά τότε ο Τρέκλας αρπάζει αιφνιδίως τον Χόμο από του λαιμού και τον έτυπτεν ασπλάγχνως. Και όμως ο κύων δεν εμνησικάκει.

Και εκινήθη, ετοιμαζόμενος, ως διά να ρίψη το εν ταις αγκάλαις αυτού κρατούμενον πράγμα εις τον καταρράκτην. Ο Βράγγης είδε τότε ευκρινέστερον ότι το πράγμα τούτο ήτο όντως έμψυχον. Εκινήθη προφανώς. Έσφιγξε σπασμωδικώς τους βραχίονας και εκρατήθη εκ του τραχήλου του. Έβαλε μίαν κραυγήν. Ο άγνωστος προσεπάθησε ν' αποσπάση τους βραχίονας της παιδίσκης από του λαιμού του.

Ο Βινίκιος ώρμησεν εις την οδόν και ήρχισε να τρέχη με όλας του τας δυνάμεις προς την Λιμενίαν οδόν, προς το μέρος, εκ του οποίου είχεν έλθει. Αι φλόγες εφαίνοντο να τον καταδιώκουν, άλλοτε περικυκλούσαι αυτόν με νέφη καπνού, άλλοτε καλύπτουσαι αυτόν με σπινθήρας, αίτινες έπιπτον επί της κεφαλής, του λαιμού και των ενδυμάτων του.