United States or Togo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ημείς όμως θα διηγηθώμεν όλα όσα ηδυνήθημεν να εξακριβώσωμεν περί των μεμακρυσμένων τούτων μερών. Υπεράνω των Αλαζώνων κατοικούσιν οι γεωργοί Σκύθαι, οίτινες σπείρουσι τον σίτον ουχί διά να τρώγωσιν, αλλά διά να τον πωλώσι. Τούτων υπεράνω κατοικούσιν οι Nευροί, προς βοράν δε των Νευρών, καθ' όσον ημείς γνωρίζομεν, δεν κατοικούσι πλέον άνθρωποι.

Ο ναύκληρος πράττει ταύτα και αγκυροβολήσας εις τα ανοικτά μίαν ημέραν και μίαν νύκτα υπεράνω του στρατοπέδου έφθασεν έπειτα εις την Έφεσον.

Λύχνος έφεγγεν επί τινος εστίας, και υπεράνω αυτής έκειντο δυσδιάκριτα τινα αντικείμενα. Ήσαν ταύτα αγαλμάτια. Περαιτέρω εφαίνοντο όρθια μεγάλα αγάλματα θεών. Η Αϊμά αφήκε κραυγήν. Είχεν εκλάβει εκ πρώτης όψεως ταύτα ως ανθρώπους ζώντας. Αλλ' ο Πρωτόγυφτος τη είπε·Δεν είνε τίποτε. Μη φοβείσαι. Η Αϊμά εμάντευσε πού ευρίσκοντο. Εψιθύρισε δε κεκομμένη τη φωνή·Διατί μ' έφερες εδώ;

Εγονάτισεν ενώπιον της, εσήκωσε τας χείρας της από το μέτωπον, εσπόγγισε τα δάκρυα της, και είπε λόγους γλυκείς γυναικείας παραμυθίας. Απεμακρύνθην συγκινημένος. Υπήγα εις την πρώραν και έβλεπα την θάλασσαν την οποίαν εσχίζομεν, και τα βουνά των Ψαρών αντικρύ μου. Ήμεθα ήδη πλησίον του λιμένος, δεν εβράδυνον δε να φανώσι τα πλοία, και υπεράνω αυτών η πόλις, και μετ' ου πολύ ηγκυροβολήσαμεν.

Δεν ουρούσι δε, ούτε αφοδεύουσιν, αλλ' ούτε είνε τρυπημένοι όπως ημείς. Η δε συνουσία δεν γίνεται όπως εις την Γην, αλλ' εις τα κοιλώματα τα υπεράνω των γαστροκνημιών διότι εκεί έχουν οπήν. Ωραίοι θεωρούνται μεταξύ αυτών οι φαλακροί και χωρίς μαλλιά, τους δε τρέφοντας κόμην απεχθάνονται. Επί των κομητών όμως όσοι έχουν μεγάλα μαλλιά εξ εναντίας θεωρούνται ωραίοι.

Δύο στοαί κιγκλιδωταί εστηρίζοντο υπεράνω, μία δε τρίτη με χρυσά τρίχαπτα εκυρτούτο εις το βάθος απέναντι πελωρίας αψίδος, η οποία έφθανεν από του ενός εις το άλλο άκρον της αιθούσης.

Τοις εφάνη προς τούτοις εύλογον να αφήσωσι μνημείον τι από κοινού· άμα δε αποφασίσαντες έκτισαν λαβύρινθον, ολίγον τι υπεράνω της λίμνης του Μοίριος, πλησίον της πόλεως των κροκοδείλων.

Ο λόρδος Βερούλαμ ορθώς αποφαίνεται περί καλλονής, ότι «δεν δύναται να υπάρξη καλλονή έκτακτος άνευ ιδιορρυθμίας τινός εν ταις αναλογίαις»· εγώ δε, μόλις είδα την ως εκ του παραδόξου της θαυμασίαν μορφήν της Λιγείας, εζήτησα ν' ανακαλύψω το παράδοξον τούτο και ακανόνιστον, το οποίον εύρισκα εν αυτή, εζήτησα δε αυτό επί του ανεπιλήπτου, ωχρού και ευρέος μετώπου της, επί του ομοίου προς το καθαρώτερον ελεφάντινον οστούν δέρματός της, επί της υπεράνω των κροτάφων προεξοχής και επί της βοστρυχώδους, μαύρης και στιλβούσης κόμης της, εις ην ήρμοζε πληρέστατα η ομηρική έκφρασις «κόμη υακίνθου»· παρετήρουν την τομήν της ρινός, το αδιοράτως γρυπόν αυτής και τους εναρμονίως καμπύλους ρώθωνας τους αποκαλύπτοντας πνεύμα ελεύθερον και υπερήφανον, και εις μόνα τα εβραϊκά ανάγλυφα εύρισκα παρομοίαν εντέλειαν· έπειτα εθεώρουν το θελκτικόν και θείον στόμα, τα εύγραμμα χείλη με το ζωηρόν των χρώμα και τους απαστράποντας οδόντας· εν τη πλατύτητι του πώγωνος ανεύρισκα την χάριν και μεγαλοπρέπειαν, την γλυκύτητα και το ελληνικόν πνεύμα, τον τύπον τέλος εκείνον, ον ο Απόλλων είχεν αποκαλύψει εν ονείρω εις τον Κλεομένην.

Αύται είναι αι δύο αιτίαι εις τας οποίας αποδίδουσι τον θάνατον του Πολυκράτους, δύναται δε έκαστος να προτιμήση οποίαν θέλει εκ των δύο. Διαμένων λοιπόν ο Οροίτης ούτος εις την Μαγνησίαν, πόλιν κειμένην υπεράνω του Μαιάνδρου, και μαθών την φιλοδοξίαν του Πολυκράτους, έστειλεν εις την Σάμον κομιστήν αγγελίας τον Μύρσον του Γύγου, άνδρα Λυδόν.

Ταράτσα ήτο υψηλός ακρόδομος υπεράνω της σιδηράς πύλης κτισμένος, με τας πολεμίστρας και με την απαραίτητον ζεματίστραν του, την ύπερθεν της πύλης μακράν οπήν, δι' ης ως τελευταίον όπλον και καταφύγιον, ηπείλουν να ζεματίσωσι πάντα επιδρομέα, κατορθώσαντα να ζυγώση εις την σιδηράν πύλην κ' επιχειρούντα να την βιάση. Και πάλιν εκ τρίτου επανέλαβεν· — Ε! πορτάρη! ε! σεις οι προεστοί!