United States or Bangladesh ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι οδοιπόροι εκαθάρισαν πάραυτα καλώς το μέρος, εύρον την κατωφέρειαν και κατήλθον εις την σπηλαιώδη οπήν, εν η εύρον τον Μπάρμπα-Σταύρον, ημιπαγωμένον, βαρέως αναπνέοντα, με ημικλείστους τους οφθαλμούς, κατακείμενον εκεί εις το χώμα της κρύπτης, ενώ το ξύλινον κοντάριόν του τεθραυσμένον εις δύο παρέκειτο. — Μπάρμπα-Σταύρο! Μπάρμπα-Σταύρο!

Καθ' ην στιγμήν εισήλθεν εις την κονίστραν, η καρδία του είχε και πάλιν σκιρτήσει εκ της ελπίδος, ότι ίσως θα απέθνησκεν επί του σταυρού. Αλλά μη βλέπων ούτε σταυρόν, ούτε οπήν διά τον σταυρόν, εσκέφθη ότι ήτο ανάξιος τοιαύτης ευνοίας και ότι ώφειλε να αποθάνη κατ' άλλον τρόπον και πιθανώς υπό τους οδόντας των θηρίων. Ήτο άοπλος και είχεν αποφασίσει ν' αποθάνη υπομονητικός, ως πιστός του Χριστού.

Εις μίαν οπήν του κατωγείου, ανάμεσα εις τα πιθάρια τα μισογεμάτα και τα βαθέλια τ' αδειανά, ευρίσκετο, μία πλατεία και μακρά λωρίς μαύρης μανδήλας, όπου η γραία είχε δεμένα «σαν σκυλιά» εκατόν εβδομήντα τόσα αργυρά τάλληρα, άλλα κολωνάτα, άλλα ρηγίνες, και άλλα τουρκικά, όλα κλεμμένα από τα κέρδη του γέρου και τα προϊόντα των κτημάτων.

Ενώ εσπέραν τινά εξαντλήσας τα μυρολόγιά του εκοιμάτο ο Φρουμέντιος επί της άμμου της παραλίας, καταβάς εξ ουρανών ο απόστολος εκείνος των Σαξόνων ήνοιξε διά μαχαίρας τα στήθη του κοιμωμένου, εισήγαγε τους Ιερούς δακτύλους του εις την οπήν και εξαγαγών την καρδίαν εβύθισεν αυτήν εις λάκκον πλήρη ύδατος, όπερ ηγίασε προηγουμένως.

Είς εξ αυτών εποτυλίσσει το περί τον αργάτην σχοινίον, περιστρέφων αυτόν διά ταχείας κινήσεως ως σβούραν, ο δε αρχιεργάτης εκβαλών τον μοχλόν, την μανέλλαν, έθηκεν ήδη αυτήν εις την άλλην οπήν του ατράκτου, ίνα πάλιν αρχίση νέα στροφή αυτού μετά φοβερωτέρου τριγμού όλης της μηχανής, τριγμού καθελκυομένου εις την θάλασσαν πλοίου.

Επειδή όμως ήτο έργον της φύσεως, ουδείς εδικαιούτο να παραπονεθή. Η εν λόγω καλύβη ήτο ευρεία και είχε μεγίστην οπήν εν τω μέσω της στέγης. Κατωκείτο δε υπό οικογενείας σιδηρουργών, συγκειμένης εκ τριών ανδρών και δύο γυναικών, εις ους εχρησίμευεν ου μόνον ως κατοικία αλλά και ως εργαστήριον.

Εν τούτοις τα παρά των γυναικών τούτων εκπεμπόμενα βέλη δεν ήσαν τα δριμύτατα. Υπήρχεν άλλη τις τάξις, η τάξις των γραϊδίων, ων οι ονειδισμοί ουδεμίαν είχον φαιδρότητα, αλλ' ωμοίαζον με βέλη αγρίων. Μία τούτων, ήτις κατώκει μόνη εις οπήν τινα υποχθόνιον, ουχί μακράν της καλύβης των χαλκέων, ωνομάζετο δε κοινώς &Εφταλουτρού&, ήτο το φόβητρον της δυστυχούς νέας.

Σκύψε με τρόπον, ώστε το πρόσωπόν σου να μη φράττη την οπήν. Στάσου δύο σπιθαμάς μακράν της θύρας. Αντίκρυσε το πρόσωπόν σου εις το κλείθρον. Η άγνωστος εξετέλεσε τας οδηγίας ταύτας της Βεάτης. Αλλ' αύτη σχεδόν δεν διέκρινε την μορφήν της. — Ο λύχνος σου είνε κινητός; ηρώτησεν η Βεάτη. — Κινητός. — Λάβε τον εις την χείρα και έλα να ιδώ το πρόσωπόν σου. Η ξένη υπήκουσε και εις τούτο.

Δράττει τότε αποφασιστικώς το κάλυμμα του κιβωτίου και προσπαθεί να το ανοίξη, αλλά το κιβώτιον είνε κλειστόν. Εντείνει τας δυνάμεις του, ίν' αποσπάση το κάλυμμά του, αλλ' αι χείρες του τρέμουσι κάπως, και το κιβώτιον ανθίσταται. Εξάγει τότε τον ορμαθόν των κλειδίων του, κύπτει προς το κλείθρον και εισάγει έν εξ αυτών εις την οπήν τον.

Τέλος, επί εκάστου ίππου, ανεβιβάζουσιν ένα νέον πεπνιγμένον, αφού προηγουμένως περάσωσι κατά μήκος του οστού της ράχεως ξύλον όρθιον το οποίον επάνω μεν φθάνει μέχρι του τραχήλου, κάτω δε είναι μακρόν τόσον ώστε να εισέρχεται εις οπήν κατεσκευασμένην εις το άλλο ξύλον το διά του ίππου διερχόμενον. Αφού λοιπόν στήσωσι τοιούτους ιππείς περί τον τάφον, αναχωρούσιν.