Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025
Ώθησε τον ένα αυτών προς τον τοίχον, και ούτος ενέδωκεν. Είτα ώθησε τον δεύτερον, αλλ' αυτός αντέστη. Ο ψευδής Μάχτος έψαυσεν επιμελώς διά των δακτύλων όλον το μήκος του μοχλού, ίνα εύρη πού ήτο η αντίστασις. Ανεκάλυψε δε κρεμαστόν κλείθρον προσαρμόζον τον μοχλόν επί δύο κρίκων. Εν τούτοις το κλείθρον τούτο ήτο ασθενές. Ο ξένος κατέβαλε σφοδρόν κόπον και τέλος το έθραυσεν.
Τέλος μετά μακρούς και απιστεύτους αγώνας, κατώρθωσε να εννοή μέρος τι του περιεχομένου της επιστολής. Η ημέρα δε είχε κλίνει προς την δύσιν, και η Αϊμά ησχολείτο εισέτι εις το επίπονον τούτο έργον. Αίφνης ήκουσε την περιστροφήν της κλειδός εις το κλείθρον. Έκρυψε ταχέως τα δύο τεμάχια του χάρτου εις τον κόλπον της, και ανωρθώθη όπως δεχθή την συνήθη επίσκεψιν της Σιξτίνης.
Αλλ' εις μάτην. — Κατάρα! έκραξεν ο νομιζόμενος Μάχτος, και ήτο η πρώτη φορά καθ' ην εξέφερε φωνήν χωρίς να μεταπλάση ή να παραποιήση αυτήν. — Δεν ομοιάζει με την φωνήν του Μάχτου! εσκέφθη η Αϊμά. Αλλ' όμως εξηκολούθει να πιστεύη ότι ήτο ο Μάχτος. Ο άγνωστος ελύσσα. Προσεπάθει εις μάτην να συντρίψη το κλείθρον εκείνο. — Τώρα, είπε, τώρα τι να κάμω;
Η Βεάτη προσήρμοσεν αύθις τον οφθαλμόν εις το κλείθρον και τότε κατώρθωσε να διακρίνη πρόσωπόν τι νεάνιδος ωχρόν και ισχνόν, περιβαλλόμενον υπό ατάκτου καστανής κόμης. Η Βεάτη ευηρεστήθη εκ της εξετάσεως ταύτης. — Είσαι ωραία, είπε. — Κ' εγώ δεν θα σε ίδω; είπεν η ξένη.
Μη έχουσα πεποίθησιν εις την μνήμην της, δεν είξευρε μετά βεβαιότητος ότι είχε κλείσει πράγματι την θύραν, την τελευταίαν φοράν καθ' ην ήλθεν ενταύθα. Δυνατόν να την άφησε και ανοικτήν και να μη ενεθυμείτο. Εν τούτοις προυχώρησεν αύτη προς τον κλειστόν θάλαμον. Ανέσυρεν εκ της ζώνης της βαρείαν κλείδα και έθηκεν αυτήν εις το κλείθρον.
Δράττει τότε αποφασιστικώς το κάλυμμα του κιβωτίου και προσπαθεί να το ανοίξη, αλλά το κιβώτιον είνε κλειστόν. Εντείνει τας δυνάμεις του, ίν' αποσπάση το κάλυμμά του, αλλ' αι χείρες του τρέμουσι κάπως, και το κιβώτιον ανθίσταται. Εξάγει τότε τον ορμαθόν των κλειδίων του, κύπτει προς το κλείθρον και εισάγει έν εξ αυτών εις την οπήν τον.
Η Βεάτη συνεμαζεύθη όπως καλλίτερον ηδύνατο παρά την γωνίαν της, αλλ' η αδελφή Σιξτίνα, ήτις εξήλθε βαστάζουσα το δέλετρον, δεν διηύθυνε το βλέμμα μακράν. Εστράφη ευθύς οπίσω, εισήγαγε την κλείδα εις το κλείθρον, αντήχησεν εκ νέου ο πένθιμος εκείνος τριγμός, έθηκε την κλείδα εις το θυλάκιόν της, και στραφείσα διηυθύνθη εις την κλίμακα.
— Σκύψε με τρόπον, ώστε το πρόσωπόν σου να μη φράττη την οπήν. Στάσου δύο σπιθαμάς μακράν της θύρας. Αντίκρυσε το πρόσωπόν σου εις το κλείθρον. Η άγνωστος εξετέλεσε τας οδηγίας ταύτας της Βεάτης. Αλλ' αύτη σχεδόν δεν διέκρινε την μορφήν της. — Ο λύχνος σου είνε κινητός; ηρώτησεν η Βεάτη. — Κινητός. — Λάβε τον εις την χείρα και έλα να ιδώ το πρόσωπόν σου. Η ξένη υπήκουσε και εις τούτο.
— Σηκώσου, πατέρα, ή θα φύγω. — Φύγε. Η Αϊμά μετέβη εις την θύραν, αλλ' αύτη ήτο κλειστή. Τότε ενεθυμήθη ότι είχε αυτή την κλείδα, και ερευνήσασα εις το ένδυμά της την εύρε. Προσήρμοσεν εις το κλείθρον την κλείδα, απώθησε τον μοχλόν. Ο μοχλός απεσύρθη και το κλείθρον ηνοίχθη. Αλλ' η θύρα έμενε κλειστή.
Ο Σκούντας επλησίασεν, εισήλθεν, έψαυσε την θύραν, την ηρεύνησεν, έμπροσθεν και όπισθεν, και συγχρόνως περιέφερε προφυλακτικά βλέμματα πέριξ, προνοών μη τον ίδη τις. Τότε ανεκάλυψεν ότι η θύρα αύτη εκλείετο έσωθεν διά δύο παχέων μοχλών, και δεν εφαίνετο έχουσα κλείθρον.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν