United States or Cameroon ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η οικοδέσποινα ευηρεστήθη να μου προσφέρη καφέ και να με θαμβώση και πάλιν με την λάμψιν των μαύρων της οφθαλμών και της χρυσής της κόμης, ο δε ξερασωμένος αρχαιολόγος, αφού μοι παρεχώρησεν αντί εκατόν μόνον φράγκων δύο σπάνια νομίσματα των Συρακουσών, ηυδόκησε να με πληροφορήση ότι, αν πλην των οφθαλμών και της κόμης επεθύμουν να μεταΐδω και τας κνήμας της κυρίας του, ηδυνάμην ν' απολαύσω την ευχαρίστησιν ταύτην μεταβαίνων το εσπέρας εις το θέατρον Vittorio Emmanuele, όπου ήτο δευτέρα χορεύτρια.

Η Βεάτη προσήρμοσεν αύθις τον οφθαλμόν εις το κλείθρον και τότε κατώρθωσε να διακρίνη πρόσωπόν τι νεάνιδος ωχρόν και ισχνόν, περιβαλλόμενον υπό ατάκτου καστανής κόμης. Η Βεάτη ευηρεστήθη εκ της εξετάσεως ταύτης. — Είσαι ωραία, είπε. — Κ' εγώ δεν θα σε ίδω; είπεν η ξένη.

Ο Σκούντας τη εσύριξε μακρόθεν το όνομα του Τρανταχτή και η μοναχή έσπευσε να διατάξη να τον εισαγάγωσιν. Ο Σκούντας δι' ολίγων λέξεων εξήγησεν ότι ο φίλος του Τρανταχτής, τυρβάζων περί σπουδαίας υποθέσεις, δεν εσχόλαζε να έλθη, και έπεμψεν αυτόν προς την Βεάτην. Η μοναχή ευηρεστήθη εκ της προθυμίας και εκ των φιλοφρόνων τρόπων του Σκούντα, και τον προσεκάλεσεν εις το μαγειρείον.

Το δείπνον ήτο αξιόλογον, η κοτόπηττα εδικαίωσε πληρέστατα την φήμην της Κυρίας Επαρχίνας, αι προπόσεις εις υγείαν παρόντων και απόντων δεν είχον τέλος, αι περί την τράπεζαν συνομιλίαι ήσαν ζωηραί, και η ώρα παρήλθε, μέχρι βαθείας νυκτός, χωρίς να το εννοήσωμεν. Επί τέλους ο Κ. Μελέτης ευηρεστήθη να μας υποδείξη ότι ηδυνάμεθα να αναχωρήσωμεν.

Εις ουδεμίαν τω όντι άλλην ηλικίαν φαίνεται αναπτυσσόμενος τόσον πρωίμως ο πόθος της αιωνίου αναπαύσεως. Τούτο δεν ηδυνάμεθα να το εννοήσωμεν πώς συμβαίνει, μέχρις ού ευηρεστήθη να μας το εξήγηση ο κ. Χατζημιχάλης, τον οποίον ηυτυχήσαμεν ημέραν τινά να συναντήσωμεν εκεί πλησίον, επισκεπτόμενον τους ασθενείς του.