United States or Mongolia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σταματήσαμε μπροστά στην καλύβα αποσταμένοι. Ωραία χειμωνιάτικη βραδιά. Η βροχή μας έλουσε όλη την ημέρα. Ο ουρανός απλόνουνταν απάνω από τα δίχως φύλλα κλαδιά των παμπάλαιων δέντρων μ' ένα κρούσταλλο διάφανο, βαμμένο σ' ανοιχτό μπλε.

Εκείνη μας έλεγε να προσέξουμε στην ωραία όψη που έδινε γύρω το φως της σελήνης, το οποίον εις το τέλος των σειρών των οξυών εφώτιζεν όλον το προ ημών κλιμακοειδές μέροςλαμπρόν θέαμα που ήτο τόσο μάλλον εκπληκτικόν όσο γύρω μας περιέβαλλε βαθύ σκότος.

Θα κάνουμε άλλα δυο βήματα. Τι ωραία! Τι ωραία! ΔΩΡΑΌχι Νίκο. Αύριο σου τωρκίζομαι, αύριο θα μείνω πολύ μαζή σου, ώρες αλάκερες. Θα πάμε όπου θέλεις. Σήμερα όμως φοβάμαι. Δεν ξέρω τι έχω και φοβάμαι σήμερα. Καλά να γυρίσης. Αφού θέλεις να γυρίσης, γύρισε. Δε σε βιάζω. Αύριο όμως δε θα με ξαναϊδής. Να το ξέρης. ΔΩΡΑΜην είσαι κακός Νίκο. Να! Ήρθα μαζή σου. Δεν ήρθα; Τι παράπονα έχεις απομένα;

Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ Πρώτον, μπορείτε να τα γράψετε έτσι όπως τα είπατε: Ωραία μαρκησία, τα ωραία σας μάτια με κάνουν να πεθαίνω από έρωτα . Ή: από έρωτα με κάνουν να πεθαίνω, ωραία μαρκησία, τα ωραία σας μάτια. Ή: τα ωραία σας μάτια από έρωτα με κάνουν, ωραία μαρκησία, να πεθαίνω.

Η Ιζόλδη τον κυττάζει, αναστενάζει, δεν ξέρει τι να πη και τι να πιστέψη, βλέπει ότι τα ξέρει όλα, μα θάτανε τρέλλα να ομολογήση πώς είναι ο Τριστάνος. Κι' ο Τριστάνος της λέει: «Βασίλισσα κι' Αρχόντισσα, γνωρίζω δα με ξεχάσατε, και σας κατηγορώ για προδοσία. Γνώρισα μολαταύτα, ωραία, ημέρες που μ' αγαπούσατε με έρωτα: Ήτανε τότε στο δάσος, στην καλυβίτσα με τα φύλλα.

Από όλες αυτές τις σκέψεις της εκατάλαβε βαθειά, χωρίς και αυτή να το καταλάβη καλά, ότι η κρυφή της καρδιάς της επιθυμία ήτανε να τον κρατήση για τον εαυτόν της· και όμως έλεγε μέσα της ότι δεν μπορούσε, ότι δεν έπρεπε να τον κρατήση· η καθαρή της, ωραία ελαφριά και εύστοργη ψυχή της αισθανόταν την πίεση της μελαγχολίας, στην οποία η ελπίς της ευτυχίας ήτον αποκλεισμένη.

Έλεγε ακόμα πως ο Προφήτης, που ήξερε όλα τα μυστήρια που κρύβει ο κόσμος κι' όλα ταπόκρυφα του Θεού, μιλούσε, με ωραία και σοφά λόγια, στα πλήθη του κόσμου. Μιλούσε για τη Ζωή, για το Θάνατο και για την Αγάπη. Τα λόγια κυλούσαν απ' τα χείλη του γλυκά σαν το μέλι. Η φωνή του ξεπερνούσε το πιο γλυκό τραγούδι.

Ο Νεολόγος εφημερίς της Κωνσταντινουπόλεως, είχεν ξαναγράψει με πένθος τα ναυάγια εκείνα προσθέσας και τα ονόματα των Ελληνικών πλοίων και τους λιμένας εις ους ανήκον, ενός δε και τα ονόματα των ναυτών του πληρώματος. Το πλοίον, το τελευταίον τούτο, ανήκεν εις τον λιμένα του Γαλαξειδίου διακρινόμενον διά τα ωραία και μεγάλα αυτού ιστιοφόρα.

Θέλεις να με βασκάνης, Σωκράτη, είπεν ο Αγάθων, και να με κάνης να τα χάσω με την ιδέαν, ότι το ακροατήριον περιμένει ανυπομόνως από εμέ πως θα είπω ωραία πράγματα.

Θα ήτο προτιμότερον να ήμεθα μόνοι και ελεύθεροι, αλλ' η φιλοξενία επιβάλλει καθήκοντα εις τον δεχόμενον όσον και εις τον παρέχοντα αυτήν. Άλλως δε ο περίπατος ήτο τερπνός, η εσπέρα ωραία, η θέα μεγαλοπρεπής, ο αήρ ζωογόνος.