United States or Slovenia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο σίφων εξερράγη, ραγδαίος όμβρος έλουσε καταπληκτικώς την γην και τους βράχους και τους αιγιαλούς, ο άνεμος συνεμαζεύθη εις τα άντρα και τας αγκάλας, η Σκοτεινή Σπηλιά ηχεί παρατεταμένως, μυστηριωδώς από την κοπείσαν κολοβήν πνοήν του ανέμου, από απειλήν νέας μανίας λυσσωδεστέρας της πρώτης, από της φοβεράς εν τη σιωπή συνωμοσίας των στοιχείων.

Έδωκε ο θεός και βρέθηκε το χάσιμο... Ο νέος ο βασιλιάς έγινε ακόμα πιο χλωμός και τα γόνατά του λυγίσανε να πέση χάμω. — Βρέθηκε το χάσιμο. Κ' η κλέφτρα η μάγισσα, του Σατανά η γέννα, ρέβει τώρα μες τα σίδερα. Κρύος ιδρώτας έλουσε το νέο το βασιλιά κ' ένα σκοτάδι απλώθηκε στα μάτια του. Έκανε κουράγιο και είπε στον πατέρα του: — Πατέρα μου και βασιλιά μου.

Κι αυτή τότε πρώτη φορά έλουσε εμπρός στο Δάφνη το κορμί της, το λευκό και που άστραφτε από ομορφιά και που δεν είχε ανάγκη από λουτρό για να ομορφήνη· κι αφού έκοψαν άνθη, όσα άνθη ήτανε στην εποχή αυτή, εστεφάνωσαν τ' αγάλματα και το σουραύλι του Δόρκωνα σαν τάμα το κρεμάσανε στο βράχο. Ύστερα επήγανε κ' εξέταζαν τα γίδια και τα πρόβατα.

Αυτά 'π' εκείνος και άπτεροςαυτήν ειπώθη ο λόγος. και, άμ' έλουσε το σώμα της κ' εφόρεσε καθάρια, όλων ετάχθη των θεών τελείαις εκατόμβαις, ίσως θελήση τ' άδικα ν' ανταποδώση ο Δίας. 60

Απήχθη μεταξύ των ερεικών και σχοίνων, όπου δειλά ανθύλλια εποίκιλλον τον πράσινον εαρινόν της γης τάπητα· εκεί τον έσυραν οι Αγαρηνοί αλαλάζοντες, κ' εκεί έλουσε με το αίμα του τα άνθη και τους χλωρούς κλάδους, και ζέον ρείθρον εκοκκίνησε την γην, ήτις ευμενής το εδέχθη, η δε αύρα πραεία ανέλαβεν επί πτίλων την πνοήν του, κ' εκεί εκοιμήθη τον ύπνον τον παραδείσioν, ο πτωχός αιπόλος· μιμηθείς τον &Ποιμένα τον καλόν, τον τιθέντα την ψυχήν υπέρ των προβάτων&.

Έλουσε τον Τηλέμαχον ωστόσο η Πολυκάστη καλή κόρ' υστερόγενη του Νέστορα Νηληάδη• 465 και άμα έλουσέ τον κ' έχρισεν εκείνη με το λάδι, και μ' εύμορφο τον ένδυσε φόρεμα και χιτώνα, απ' τον λουτρόν ωσάν θεός εβγαίνει και καθίζει, αυτού σιμάτον Νέστορα, ποιμένα των ανθρώπων.

Αλάλαξαν τόρα από χαρά στο σπίτι της κάτω. Η πόρτα άνοιξε διάπλατη απάνω στο χαγιάτη. Χείμαρος φωτεινός εξεχύθηκε κάτω ορμητικά. Έλουσε, επερίχυσε ταμέτρητο όξω παιδολάσι, που με τόση υπομονή ακαρτερούσε τη θριαμβική παράτα της. — Νάτη τόρα' νάτη!... — Νάτη! νάτη!... — Άνοιξ' η πόρτα!... — Βγαίνει πια!... — Βγαίνει τόρα! Βγαίνει!... Εχάρηκαν τόρα κ' έσκουξαν κ' εσφύριξαν.

Ο δεύτερος ως τόσο Αντωνίνος, ο Μάρκος, έκαμε και κάτι πιώτερο. Έλουσε την ψυχή του μέσα στον Ελληνισμό αυτός, ίσως με την ελπίδα να φέρη τέτοιο θάμα και στων Ελλήνων τις αποκοιμισμένες ψυχές. Αφού κατόρθωσε να γράφη την Ελληνική καθώς βλέπουμε από τα φιλοσοφικά του έργα, βάλθηκε να ξαναγεννήση τον αρχαίο τον πολιτισμό και με Πανεπιστήμιο.