United States or Vatican City ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ Υπάρχει νέο και παληό φεγγάρι; ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Πώς; εκείνο που πρέπει εγώ τα έξοδα της δίκης μου να δίνω. ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ Και πώς μπορεί να γίνη ναν' η γυναίκα και γρηά και νηά να είν' εκείνη; ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Ο νόμος έτσι δέχεται το πράμα. ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ Ναι, και όμως θαρρώ πως δεν κατάλαβαν καλά τι λέει ο νόμος. ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Τι λέει, αι; ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ Ήταν πολύ φιλόδημος ο παλαιός ο Σόλων.

Όλοι θυμούνται την αρετή του καλόγερου, που δεν υπόφερε τη παραμικρή διπροσωπία. Τώρα ετοιμάζεται νέο δράμα από τον παππά Συνέσιο! θέλει να χαλάση καμωμένο αρρεβώνα και να παντρέψη την κουμπάρα του. Εβάλθηκε με τα όλα του και βοηθοί του είνε ο παππά Κρητικός και ο Γιάννης ο Σερέτης, δυο άξια υποκείμενα.

Η τρελλοκόρη Ελενιώ, της γειτονιάς της το καμάρι, κλείνει το μάτι σ' ένα νειο, και σ' ένα γέρο ξεκουτιάρη. Ο νειός της δείχνει αγκαλιά με ρόδα, νειάτα και γλυκάδες, κι' ο γέρος κάτασπρα μαλλιά, μα και πολλούς πολλούς παράδες. Κι' αυτή το νέο μια θωρεί, και μια το γέρο ξεκουτιάρη, μα και τους δυο τους λαχταρεί, και θέλει και τους δυο να πάρη.

Ούτε λέξιν πλέον. Ακούς, μητέρα. Δεν επιτρέπω. Είμαι άντρας και έκαμα ό,τι ήθελα. Κα Μ ε μ ι δ ώ φ. Κι' επρόκοψες. Άντρας! Ακούς εκεί. Κ ώ σ τ α ς. Για όσα έκανα ως τώρα, εύρισκες ότι ήμουν άντρας κι' οι άντρες κάνουν ό,τι θέλουν. Αυτή δεν είναι η αρχή σου; Και δεν μ' ενανάριζες μωρό και μ' εμεγάλωσες νέο με το τραγούδι αυτό. Πόσες φορές μου είπες : Γλέντιζε, παιδί μου, είσαι άνδρας!

Τόσο φέγγουνε και τόσο είνε διάφανα. Μέσα από τα μανίκια τους χύνεται λαξευτό το ροδαλό χέρι. Το ίδιο σα να βγήκε τώρα από τον τόρνο. Φαίνεται όμως τόσο ζωντανό και μαλακό! Κάποτε αλλάζει θέση, ταράζεται, χαλά τις πτυχές της μουσελίνας και γίνεται άλλο χέρι, πιο καινούργιο ακόμα και πιο νέο. Στη δέση του ώμου, σκιασμένο λίγο, κλείνει το χέρι το μυστήριο της μασχάλης.

Αυτή του αντέστη, ήλθεν ο αδελφός της, ο οποίος προ πολλού ήδη τον εμίσει, ο οποίος προ πολλού ήδη επιθυμούσε να τον ιδή έξω από το σπίτι, γιατί εφοβείτο ότι με ένα νέο γάμο της αδελφής του ήθελαν αποστερηθή τα παιδιά του της κληρονομιάς, η οποία τώρα που αυτή είναι άτεκνη τους παρέχει ωραίες ελπίδες· αυτός τον έδιωξε παρευθύς, και τέτοιο θόρυβο έκαμε, ώστε η γυναίκα, και αν ήθελε, δεν θα ηδύνατο να τον δεχθή πάλιν.

Γιατί το Έθνος είτανε νέο, κι άρχιζε ποίηση να τους γυρεύη. Άξαφνα, εκεί που από τη μια την πλευρά της Ρωμιοσύνης ο δασκαλισμός μετάφραζε το Ρακίνα, ή έκλεβε το Βερανζέρο, πετιέται από την άλλη ως τα μεσούρανα ένα μετέωρο και γεμίζει τον κόσμο ουράνιες φλόγες.

Και νέο κύμα ακολουθά κι όλο η βοή πληθαίνει κι όλο αγριώτερη βογκά και ξανασπά η ριπή· μα ωσάν η ορμή της έξαφνα να πέφτη κουρασμένη, απλώνεται, μια ολόβαθη λίγες στιγμές σιωπή. Και δες: ένα κελάδημα πουλιών ακούεται τώρα και στην πηγή πώς σιγαλά σταλάζει το νερό, και καθώς λάμπει φωτεινή, θερμή του Αυγούστου η ώρα, κι η πεταλούδα ολόλευκο σαλεύει το φτερό.

Το νέο μετέωρο είταν ένα αγόρι αμούστακο, έλεγε, που ακόμα δεν είχε τελειώσει το γυμνάσιο. Η καταγωγή του, από την Πόλη· μαθητής του Ηλία Τανταλίδη, της «αηδόνος του Βοσπόρου», καθώς τότε συνειθίζανε οι θαυμαστές του να τον αναφέρουν τον τυφλό χριστοπουλικό ποιητή· μαθητής του και στο σχολείο, μα και στην τέχνη την ποιητική, κληρονόμος του και διάδοχός του ο Γεώργιος Βιζυηνός.

ΒΑΣΙΛΕΑΣ Μη διά τούτο τους ύπνους σου ταράξης· μη πιστεύσης ότι τόσο είμασθε χοντροί και αναίσθητοι πλασμένοι, ώστε ν' αφίνωμε απ' τα γένεια να μας πιάνη ο κίνδυνος, κ' εμείς να τό' χωμε παιγνίδι. 'Σ ολίγο κάτι περισσότερο θ' ακούσης· τον αγαπούσα τον πατέρα σου, κ' εμένα τον ίδιον δεν μισώ, και απ' όλ' αυτά, νομίζω, μπορείς να φαντασθής, — Εισέρχεται ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ Τι τρέχει; τι 'ναι νέο;