United States or Antigua and Barbuda ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ξαφνικά, κατάλαβε: »Α! είναι ο Τριστάνος. Έτσι και στο δάσος του Μορουά έκανε, για να μ' ευχαριστήση, τη φωνή των πουλιών. Φεύγει, κι' αυτό, είναι το τελευταίο του χαίρε... Πώς θρηνεί! Έτσι το αηδόνι, όταν τελειώνη το καλοκαίρι, φεύγει, αποχαιρώντας με μεγάλη θλίψι. Φίλε, ποτέ πεια δε θ' ακούσω τη φωνή σουΠειο φλογερή άρχισε να πάλλεται η μελωδία. «Α! τι ζητάς; Νάρθω; Όχι!

Άμα έβλεπε κανένα σερνικό ν' αρπάζη του θηλυκού την τροφή, χυνότανε σα μπόρα στη μέση κι ο αδικητής άλλαζε δρόμο πριν δοκιμάση την άσπλαχνη μύτη του. Και συχνότερα, απλώνοντας ριπίδι το ένα του φτερό, έφερνε γύρα την αγαπημένη του, νταής παρασάνταλος και κούτσαβος των πουλιών μεθυσμένος.

Κείνη τη στιγμή κελαδητά κορυδαλού κι' άλλων πουλιών βγήκαν από τη συστάδα, κι' ο Τριστάνος έβαζε στης μελωδίες του όλη του την τρυφερότητα. Η Βασίλισσα κατάλαβε το μήνυμα του φίλου της. Κυττάζει χάμω το κλαδί της μοσκοκαρυδιάς σφιχτά αγκαλιασμένο από το αγιόκλημα, και συλλογιέται μέσα της: «Ναι έτσι είμαστε μεις, φίλε. Ούτε σεις δίχως εμένα.

Μα αποφάσισαν να υπακούσουνε στους θεούς για κείνους που σώθηκαν με τη φροντίδα των θεών. Άνοιξης ήταν αρχή κι' όλα τ' άνθη λουλούδιζαν στα δάση, στα λειβάδια, στα βουνά. Τώρα άρχιζε το βουητό της μέλισσας, των πουλιών το κελάδημα, τα χοροπηδήματα των νιογέννητων κοπαδιών· τ' αρνιά χοροπηδούσαν στα βουνά· βούηζαν στα λειβάδια οι μέλισσες· τα πουλιά γέμιζαν με τραγούδια τα χαμόδενδρα.

Αν δεν υπήρχε ο ήχος από το καμπανάκι του μικρού νεωκόρου που λες και έδιωχνε από τριγύρω τα πνεύματα, ο Έφις, παρά το φως και το κελάηδα των πουλιών, θα πίστευε ότι παίρνει μέρος σε μια λειτουργία φαντασμάτων.

Το βλέμμα, του εστράφη πέριξ εις την χλοάζουσαν φύσιν, εις τον καταγάλανον ουρανόν, εις τα υψηλά δένδρα τα σειόμενα υπό του ανέμου ησύχως· το ους του επρόσεξεν εις τον βόμβον εκείνον, τον μαλακόν και εις το συνεχές λάλημα των πουλιών και ο Δημήτρης εδάκρυσεν, επιθυμήσας την ζωήν και τα καλά της ενθέρμως. — Πάμε, αδερφέ· σε βάνω 'ς τ' άλογό μου· είπεν ο ζωέμπορος.

Δε χρειάζεται· του είπε ο Αλαμάνος με κρυφή χαρά· ξημέρωσε πια. Πέθανε· τον έθαψαν τον Αρχαιολόγο. Κ' έμειναν εκείνοι καλά κ' εμείς εδώ καλήτερα. 1903. Μπαμ!... εξάφνισε τον αντίλαλο του δάσου κ' έκοψε των πουλιών το λάλημα.

Η δε φύσις εναποθέτουσα μέσα σε κερί ζώον χωρίς πόδια και πτερά, αφού το κάμη ν' αποκτήση πόδια και του δώση πτερά, που τα ομορφαίνει με διάφορα χρώματα, φανερώνει την μέλισσαν την σοφήν παραγωγόν του θείου μέλιτος, και από αυγά άφωνα και άψυχα πλάττει πολλά γένη πουλιών και ζώων, χερσαίων και υδροβίων, μεταχειριζομένη προσέτι, καθώς λέγουν μερικοί, τέχνας ιεράς, που μαθαίνει από τον άπειρον αιθέρα.

Σ' αυτόν τον κήπο μαζεύονται κάθε πρωί κοπάδια πουλιών, άλλα για να βρούνε θροφή κι άλλα για να κελαδήσουν· επειδή είναι πυκνοφυτεμένος κ' έχει ίσκιωμα και ποτίζεται από τρεις νερομάνες· αν βγάλη τινάς το φράχτη, θα νομίση πως βλέπει δάσος.

Από τη στιγμή αυτή, περνώντας για φίλος, το Δάφνη σιγά- σιγά δεν τον επρόσεχε καθόλου, μα μονάχα στη Χλόη έφερνε κάθε μέρα ή φρέσκο τυρί ή στεφάνι άνθινο ή όμορφο μήλο· της επήγε κάποτε και μουσχάρι στο βουνό γεννημένο και καρδάρα χρυσοκέντητη και τα μικρά βουνήσιων πουλιών.