Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 23 Μαΐου 2025
Είπε' τον άκουσ' η ιερή του Τηλεμάχου ανδρεία, και παρευθύς προσφώνησεν εγγύθε τον πατέρα· 355 «Κρατήσου, μη με το σπαθί τον άπταιστον πληγώσης· τον κήρυκα τον Μέδοντα θα σώσουμεν ακόμη, οπού μ' επρόσεχε παιδί 'ς το σπίτι μας μ' αγάπη, εξ' αν αυτόν ο Εύμαιος εφόνευσ' ή ο βουκόλος, ή αν, όταν τρικύμιζες 'ς το δώμ', εμπρός σου ευρέθη». 360
Και κάθε τράγος είχε τις δικές του κ' επρόσεχε μήπως κανένας άλλος του τις καβαλικέψει κρυφά. Τα τέτοια πράγματα και τους γέρους ακόμη, αν τα βλέπανε, θα τους παρακινούσανε στην απόλαψη.
Προσεπάθουν κ' εγώ επίσης, το κατά δύναμιν, να μη αφήσω την συνδιάλεξιν να διακοπή, αλλά βεβαίως ούτε σήμερον δύναμαι, ούτε τότε αμέσως θα ηδυνάμην να είπω περί τίνος ήτο ο λόγος. Η Κυρία Ελένη δεν είπε λέξιν, μέχρις ου εγερθείς, διά να προετοιμάσω δήθεν τα πράγματά μας, απεχαιρέτισα τας κυρίας και εξήλθα του δωματίου. Παρηκολούθει άρά γε τας ομιλίας μας; Επρόσεχε; Δεν γνωρίζω.
Η φύσις μας κλίνει πολύ εις αυτήν, και όμως αρκεί άπαξ μόνον να έχωμεν την δύναμιν να βιάσωμεν τον εαυτόν μας, και η εργασία φεύγει τότε από τα χέρια μας, και ευρίσκομεν εις την ενέργειαν αληθή ευχαρίστησιν. — Η Φρειδερίκα επρόσεχε πολύ, ο δε νεανίας αντείπεν ότι δεν είναι κανείς κύριος του εαυτού του, και ολιγώτερον από όλα δύναται να εξουσιάση τα αισθήματά του. — Εδώ πρόκειται περί δυσαρέστου αισθήματος, απεκρίθηκα, του οποίου καθένας αγαπά ν' απαλλάσσεται, και κανείς δεν ηξεύρει πόσον εκτείνονται αι δυνάμεις του, πριν τας δοκιμάση.
Εφαινότανε γελαστός και χαρούμενος, αν όμως κανένας επρόσεχε θα εδιάκρινε κάποια ανησυχία στα κινήματα και περισσότερο στα μάτια του τα κατάμαυρα που, κάτω από τα πυκνά του φρύδια, εβυθιζόντανε, πότε πότε, στη σκοτεινιά μέσα, σαν να τηνε διαπεράσουν. Οι χωρικοί επέσανε στα φαγιά με λύσσα, χωρίς όμως ν' αφήκουν και την κουβέντα.
Αλλ' εάν κανείς επρόσεχε, θα ηδύνατο να διακρίνη εις τον κυκεώνα εκείνον των ασυναρτήτων φράσεων έν όνομα πολλάκις επαναλαμβανόμενον, το όνομα της θυγατρός του Θωμά, ότε μεν υπόκωφον και οιονεί μασημένον εις φίλημα, ότε δε διάτορον, ως μύδρος εκσφενδονιζόμενος από το ηφαίστειον του στήθους του.
Όλως παραδεδομένος εις τας ασχολίας του ο Κλέων εις τίποτε άλλο δεν εφαίνετο προσέχων, τίποτε άλλο δεν έβλεπε. Και είχε πολλά να ιδή, πολλά ν' αντιληφθη, αν επρόσεχε. Η σύζυγος του και ο φίλος του ήσαν υπέρ το δέον εύθυμοι, υπέρ το δέον θορυβώδεις και μόνον επί παρουσία του προσεπάθουν να κρατώνται, χωρίς να το κατορθώνουν.
Εστραμμένη προς το πυρ δεν επρόσεχε τι συνέβαινεν εκεί πλησίον της, όπισθέν της, επί της τραπέζης του μαγειρείου, όπου κατέκειντο απαράσκευα έτι τα όψα της ημέρας, κρέατα και ιχθύς και τυρός και άρτος και λάχανα, ανάμικτα πάντα εις άμορφον σωρόν. Αίφνης επεστράφη, και είδε τον ληστήν πηδήσαντα ήδη επί της τραπέζης. Δεν ηξεύρω πώς και εις πόσον καιρόν συνέβη ό,τι κατόπιν είδα.
Μέσα στην ομιλία του την πλέον ήσυχη διέκρινα κάτι που έτρεμε, που εκινείτο αλλοιώτικα μέσα του και το οποίον πολλάκις μου έδιδε κάποιαν ανησυχίαν. Συχνά σταματούσε σε μια φράσι, σαν να είχε λησμονήσει τι ήθελε να ειπή και ετέντωνε ταυτιά και επρόσεχε σαν να ήκουε κάποιον να ομιλή, σαν να περίμενε κανένα.
Από τη στιγμή αυτή, περνώντας για φίλος, το Δάφνη σιγά- σιγά δεν τον επρόσεχε καθόλου, μα μονάχα στη Χλόη έφερνε κάθε μέρα ή φρέσκο τυρί ή στεφάνι άνθινο ή όμορφο μήλο· της επήγε κάποτε και μουσχάρι στο βουνό γεννημένο και καρδάρα χρυσοκέντητη και τα μικρά βουνήσιων πουλιών.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν