United States or Faroe Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είτανε μια ταραχή γεμάτη ήσυχη δύναμη, μια μεγάλη έκρηξη, που είχε κάτι από την αναγάλια της ζωής. Εμπρός στην ταραχή αυτή η δική μου ησύχασε κ' ενώ κρατούσα το χέρι της γυναικός μου αιστάνθηκα πως κ' οι δυο βαδίζαμε προς τη θάλασσα και φτάσαμε σ' αυτή από χωριστούς δρόμους. Δεν προφέραμε λέξη, μα στεκόμαστε αυτού πολλή ώρα και μέσα μας πέθαινε ό,τι είχε υπάρξει εκεί.

ΒΕΡΑΛΔΟΣ Η γυναίκα σου δεν παύει να σε συμβουλεύη ν' απαλλαχθής έτσι κι' από τις δυο σου κόρες, και δεν αμφιβάλλω ότι από πνεύμα ευλαβείας επιθυμεί να δη και τις δυο καλόγρηες. ΑΡΓΓΑΝ Να, φθάσαμε στο ζήτημα! Πάλι στη μέση η δυστυχισμένη γυναίκα. Όλα τα κακά αυτή τα κάνει και όλος ο κόσμος είνε εναντίον της. ΒΕΡΑΛΔΟΣ Όχι, αδελφέ μου, ας την αφήσωμε ήσυχη τη γυναίκα σου.

Η πιο ήσυχη γωνιά ήταν εκείνη των Πιντόρ. Καθισμένες μέσα στην καλύβα τους έτρωγαν με τον Έφις ψητό αρνί και μιλούσαν για τη Νοέμι που βρισκόταν μακριά και για τον Τζατσίντο, για τον παπά και τον Μιλέζο, χαμογελώντας χωρίς κακία. «Τις πρώτες μέρες», είπε η ντόνα Ρουθ κόβοντας ένα μικρό γλύκισμα σε τρία ίσα μέρη, «ο Τζατσίντο έλεγε συνέχεια ότι ήθελε να φύγει για το Νούορο, όπου τον περίμενε μια θέση στο μύλο.

Εδώ έκοψε μηχανικώς ολίγον άρτον, ως εάν ήθελε να εξακολουθήση το φαγητόν της· αλλά πριν τον θέση εις το στόμα, ητένισε πάλιν διά του παραθύρου, είδε τον αείρροον Βόσπορον, είδε τα παλινοστούντα σκάφη, και στενάξασα εκ μέσης καρδίας επανέλαβεν αργά και θλιβερά: — Έτσι περνούν τα χρόνια, και γυρνούν τα πράγματα! Απ' εκεί που εφοβούμουν δεν έπαθα τίποτε· και απ' εκεί που ήμουν ήσυχη ήλθε το κακό!

Ναι, μοιάζει ίσως περσότερο με την ήσυχη πίστη για το μέλλον, που ζει στην ψυχή αντρών, που μέσα τους δεν πεθαίνει ποτέ όλως διόλου ο νέος. Ζούσε και στη δική μου ψυχή σα νοσταλγία και περάσανε δεκάδες χρόνια όσο να μπορέσω νακούσω το μήνυμά της.

Έν ωραίον γραφείον με κάθισμα επάνω με μικράν βιβλιοθήκην, με άλλας θέσεις, εις τας οποίας υπήρχον τετράδια, κονδυλοφόροι, μολυβδοκόνδυλα και ό, τι της εχρειάζετο διά να γράψη. Μητερούλα μου, είπεν η Ανθούλα, συ είσαι και εις το όνειρόν μου και εις το ξύπνημά μου η καλή Νεράιδα. Πόσον ευχάριστα θα μελετώ εις την ήσυχη αυτή γωνιά! — Διάβασε και τι έχω χαράξει εκεί επάνω που θα γράφης!

Το θάνατό μου μόνο περιμένει για να το σκάσει και γι’ αυτό δεν μπορώ να κλείσω ήσυχη τα μάτια. Πήγαινε στο παλικάρι και πες του να μην την χάσει, να μην ξεχάσει ότι υποσχέθηκε να την παντρευτεί. Να την παντρευτεί, ναι, κι έτσι η ντόνα Νοέμι θα πάψει να τον σκέφτεται. Πήγαινε

Μέσα στην ομιλία του την πλέον ήσυχη διέκρινα κάτι που έτρεμε, που εκινείτο αλλοιώτικα μέσα του και το οποίον πολλάκις μου έδιδε κάποιαν ανησυχίαν. Συχνά σταματούσε σε μια φράσι, σαν να είχε λησμονήσει τι ήθελε να ειπή και ετέντωνε ταυτιά και επρόσεχε σαν να ήκουε κάποιον να ομιλή, σαν να περίμενε κανένα.

Προχωρούσε με τα λιγνά κι' αδέξια ποδαράκια του, απάνω στο ξερό χώμα, μα σε λίγο ο αγωγιάτης έφθασε βιαστικός και θυμωμένος και το γύρισε πίσω στη μάννα του. Το αθώο μικρό τον ακολούθησε παραπονεμένο. Και το δρομαλάκι απόμεινε πάλι έρημο. Μα στην ερημιά του μια ήσυχη χαρά ήτανε χυμένη και το άσπρο του χώμα σκορπούσε γύρω στην πρασινάδα μια ευθυμία παράξενη, καθώς το φιλούσε ο Ήλιος.

Είναι βέβαιοακόμη πιο βέβαιοόχι πως δε μ' αγαπά σαν που την αγαπώ, μα πως μήτε ξέρει, μήτε κατάλαβε την αγάπη μου όλη. Δεν την ακούς πώς μιλεί; Δεν τα ξεχνώ. «Μη σε μέλη» και «Να είσαι ήσυχος» και «Μη βιάζεσαι» και «Μην τυραννιέσαιΜπορώ να μην τυραννιούμαι; Ήσυχη τη θέλεις την αγάπη κι αγάπη τη λες; Ναι! είσαι ήσυχη, είσαι φρόνιμη εσύ.