United States or South Africa ? Vote for the TOP Country of the Week !


Στο μακρυνό βασίλειο της Ανατολής, θυμωμένος ο ξένος βασιλιάς για την προσβολή που γίνηκε στη θυγατέρα του, θυμήθηκε τις παλιές του έχθρες κ' έστειλε, με δυνατές αρμάδες, μυριάδες ασκέρι να πολεμήσουν τον εχθρό του. Όλ' η χώρα σηκώθηκε στο ποδάρι, να διαφεντέψη την πατρίδα. Από αμούστακο παιδί ως ασπρομάλλη γέρο ζωστήκανε όλοι τάρματα και ξεκίνησαν στα σύνορα.

ΒΑΣΙΛΕΑΣ Διατί, Λαέρτη, τόσο γιγαντώδες σχήμα η ανταρσία σου επήρεν; — Άφησε να κάμη, Γελτρούδη, και διά μας μη φοβηθής· η Χάρις τόσο φρουρεί τους βασιλείς, 'πού η προδοσία μόνον από μακράν προσβλέπειτον σκοπόν της και δεν τον εκτελεί. — Λαέρτη, τώρα ειπέ μου, διατί 'σαι τόσο θυμωμένος; — Συ, Γελτρούδη, άφησε τον να κάμη. — Άνθρωπε, δεν λέγεις; ΛΑΕΡΤΗΣ Ο πατέρας μου πού 'ναι;

Γατιά είνε μαθές να πνιγούν; Ένα γράμμα ήρθε με καιρό: «...Πρώτον έρχομαι να ερωτήσω περί το αίσιον της υγείας σας και δεύτερον αν ερωτάτε και δι' εμέ καλώς υγιαίνω». Τίποτε για ταξίδια και για φουρτούνες. Καλό ταξίδι, κακό ταξίδι ένα πράγμα είνε για τους ναυτικούς. Άμα πατήσουν τη στερηά τα ξεχνάνε όλα. — Τους τα λέω μα δεν καταλαβαίνουν, έλεγε θυμωμένος ο Καπετάν Λαλεχός. Γυναικεία μυαλά.

Αλλά μετ' ολίγον ο μικρός Κλώσος ελησμονούσεν ότι δεν έπρεπε να το λέγη, και εφώναζε. «Εμπρός όλα μου τ' άλογα!» — Να μη σ' ακούσω να το ειπής άλλοτε, εφώναξε θυμωμένος ο μεγάλος Κλώσος, διότι θα με κάμης να κτυπήσω το άλογόν σου κατακέφαλα, να το σκοτώσω, να μη το έχης μήτε αυτό! Δεν το μεταλέγω, είπε ταπεινά ο μικρός Κλώσος.

Θυμωμένος απάντησε ο Βασιλιάς: «Όχι, ούτε αναβολή, ούτε έλεος, ούτε δίκη. Μα τον Ύψιστο Θεό που έφτιασε τον κόσμο, αν κανείς τολμήση να δευτερώση αυτήν την αίτησι, πρώτος θα καή απάνω σ' τη φωτιάΔιατάζει ν' ανάψουνε τη φωτιά και να πάνε στο παλάτι να φέρουνε πρώτον τον Τριστάνο. Καίνε ταγκάθια, όλοι μένουν αμίλητοι, κι' ο Βασιληάς περιμένει.

Από δω και πέρα μπορείτε να οικονομηθήτε απ' αλλού, γιατί αυτός περιφρονεί την αγάπη σας. Πήρε με μεγάλες τιμές γυναίκα του την Ιζόλδη με τα Λευκά Χέρια, την κόρη του Δουκός της Βρεττάνης». Ο Καριάδος φεύγει θυμωμένος. Η Ιζόλδη η Ξανθή χαμηλώνει το κεφάλι κι' αρχίζει τα κλάμματα.

ΖΕΥΣ. Ο Απόλλων, Κυνίσκε, είχε κάποιαν αφορμήν να είνε θυμωμένος κατά του Κροίσου, διότι απεπειράθη να τον απατήση και του έψησε συγχρόνως κρέατα αμνού και χελώνης. ΚΥΝ. Έπρεπε να μη θυμώνη αφού είνε θεός• αλλά και διότι εξηπατήθη ο Λυδός υπό του χρησμού ήτο πεπρωμένον, νομίζω, και διά να μη εννοήση σαφώς τα μέλλοντα η Ειμαρμένη το είχε προαποφασίση• ώστε και η μαντική σας είνε έργον εκείνης.

ΚΛΕΟΝΤ Όσα λόγια κι' αν μου πης για να την υπερασπισθής, σε τίποτα δε θα ωφελήσουν. ΚΟΒΙΕΛ Ποιος σκέφτηκε τέτοιο πράγμα; ΚΛΕΟΝΤ Θα είμαι πάντοτε θυμωμένος και θα ξεκόψω κάθε σχέσι μαζί της. ΚΟΒΙΕΛ Συμφωνώ. ΚΛΕΟΝΤ Αυτός ο κύριος κόμης που έρχεται στο σπίτι της, της μπήκε, φαίνεται, στο μάτι και ξιππάστηκε το μυαλό της από τους τίτλους του.

Αλλοίμονο! έχασα τον πατέρα μου, το μόνο πράγμα που μου έμενε στον κόσμο! Και το απελπιστικώτερο ακόμα, τον έχασα σε μια στιγμή που ήταν θυμωμένος μαζί μου! Τι θα γίνω η δυστυχής! και τι παρηγοριά μπορώ να βρω ύστερα από μια τέτοια στέρησι; ΚΛΕΑΝΘΗΣ Μα τι έχεις, Αγγελική μου; τι δυστύχημα σου συμβαίνει και κλαις έτσι;

Πότετα κύματα μέσα μουσκεμμένος, και πότε ποδισμένος και αραγμένος σε καμμιάν ερημιάν, σαν τώρα. Θυμωμένος πάντοτε τα Χριστούγεννα, πότε με την βελόναν του, και πότε με την νιτσεράδαν του. Πού ν' αποκτήση αυτός ρημαδιακό, νάχη παραστιά, φωτιά, και γυναίκα.