United States or Uruguay ? Vote for the TOP Country of the Week !


Επόνει ο δυστυχής και εκράτει διαρκώς την χείρα επί του αριστερού οφθαλμού του. Ήτο η σειρά του ήδη και επερίμενε μετά προφανούς ανυπομονησίας, όρθιος, προσηλών τον δεξιόν οφθαλμόν εις την θύραν του δωματίου του οφθαλμιατρού. Ο μεσόκοπος ήτο έπαρχος Θήρας.

Οι δάκτυλοι του ορνέου εφάνησαν βραδύνοντες, το γένειον του αχθοφόρου έμενε λιπαρόν και ασπόγγιστον, η κατάποσις ήρχισεν αραιουμένη, και η μάχη . . διά μιας εσταμάτησεν. Επροσπάθησεν ο δυστυχής να καταπίη ένα έτι βλωμόν, έφερε την χείρα προς το ταψίον . . . αλλ' η χειρ του κατέπεσεν αδρανής, και το αλαμπές του βλέμμα υψώθη προς τον γενναίον χορηγόν.

Υπώπτευεν ότι και ο Μανώλης της, καθώς και τ' άλλα παιδιά της θα εγίνετο βορά του απανθρώπου εχθρού της, τον οποίον εφαντάζετο πλέον η δυστυχής, ως άγριον κήτος, όπου εμούστωσεν από το αίμα της γενεάς της. Και τον είχεν αναθρέψει τον Μανωλάκην της με τα δάκρυα η χήρα.

Να τον παρακαλέση για της δύστυχης της κόρης της την τύχη, που κοίτεται αναίσθητη εκεί στο παραγώνι. — Δεν έχουμε καιρό για τέτια τόρα. Επροδοθήκαμε και κιντυνέβει να με πιάσουνε! Πρέπει να κρύψω τα παιδί! Να μη μας βγουν όλα στη φόρα! Άρπαξε βιαστικά στην αγκαλιά του κ' έκρυψε κάτω από τη βαριά και χιονισμένη κάπα του της φοβερής του αμαρτίας τον καρπό.

Ο δυστυχής νεανίσκος καταρώμενος τους όρκους του, τον προεστώτα και τους αγίους πάντας υπήγε να αποχαιρετήση την φίλην του, κρατών εις τας χείρας του την οδοιπορικήν βακτηρίαν, αλλά τα δάκρυα αυτού δεν ηδύνατο να κράτηση. Η Ιωάννα δεν έκλαιε, διότι τινές των συντρόφων της ήσαν παρούσαι, αι δε γυναίκες, όσω ευαίσθητοι και αν είναι, κλαίουσι μόνον οσάκις και όπου πρέπει.

Ο δυστυχής αυλάρχης τρέχει να ριφθή εις τους πόδας του κράζων «Αμάνκαι ο πολυεύσπλαγχνος αυθέντης του, αφού διέταξε να τον ρίψουν εις την θάλασσαν διά να τον τρομάξη, ευδοκεί έπειτα, μετά αυστηράν νουθεσίαν, να τον συγχωρήση. Αυτά να μου παραστήσετε και να είνε όλα έτοιμα μετά μίαν ώραν».

Περιττόν να είπω ότι ευθύς μετά το πραξικόπημα ευρέθη και πάλιν πλησίον μου ο Γιαννακός, ή ότι οι τέσσαρες πόδες μας ήσαν έτοιμοι εις φυγήν. Κατεσκοπεύαμεν την γραίαν, ήτις όμως δεν εστράφη, διά τον λόγον ότι ήτο βαρύκους η δυστυχής.

Ω Πρόληψαις του κόσμου τυράννοι της ψυχής, Ο κόσμος σας λατρεύει Για 'να 'ναι δυστυχής. Εβάλθηκαν με τα σωστά τους ν' αναστήσουν την παλαιάν Γλώσσαν του τόπου, μοναχό μέσο προς φωτισμόν του γένου, και να την καταστήσουν τόσο κοινήν, οπού να την ομιλούν μικροί μεγάλοι με την ίδιαν ευκολίαν, οπού την έκρεναν τότες οι Αθηναίοι να ειπούμε.!

Είνε ένας δυστυχής άνθρωπος, απαντά εκείνη, που είχε ένα παιδί σαν και σένα και το έχασε!... Εδώ τελειώνει το δράμα της κ. Παρρέν. Είνε εξηγμένον από τα «Βιβλία της Αυγής» κυρίως από την «Χειραφετημένην» και εν μέρει από την «Μάγισσαν». Τα ίδια πρόσωπα, η ιδία σχεδόν υπόθεσις και η ιδία θέσις.

Ξαναζωντάνευσε ο εφτάψυχος! Βρουκολάκιασε! Παναγία μου βοήθησε! . . . Και ήτο αληθώς αγνώριστος ο δυστυχής.