United States or Fiji ? Vote for the TOP Country of the Week !


Απέθανε στην Καππαδοκία, που ξορίστηκε μαζί με τη φαμελιά του, φυλακισμένος εκεί σε κάστρο μέσα. Έγινε και στον καιρό του Βασιλίσκου στην Πόλη μεγάλη πυρκαγιά, που φαίνεται να βοήθησε κι αυτή στην καταστροφή του, έτοιμος καθώς είταν πάντα ο λαός να τα φορτώνη τέτοια δυστυχήματα στη ράχη των ηγεμόνων του.

Φίλε Κλεινία, συμφώνως με όλα όσα είπαμεν ή τον συνοικισμόν της πόλεως πρέπει να εγκαταλείψωμεν ή αυτόν τον Ξένον να μη τον αφήσωμεν, αλλά με τας παρακλήσεις και με όλα τα μέσα να τον λάβωμεν ως μέτοχον εις τον συνοικισμόν της πόλεως. Πολύ ορθά ομιλείς, Μέγιλλε, και όχι μόνον εγώ θα κάμω αυτά, αλλά και συ βοήθησέ με. Θα σε βοηθήσω.

Ξαναζωντάνευσε ο εφτάψυχος! Βρουκολάκιασε! Παναγία μου βοήθησε! . . . Και ήτο αληθώς αγνώριστος ο δυστυχής.

Ο Λιάκος χωρίς να θελήση να εμβαθύνη εις τα προκαλέσαντα την συγκίνησίν της αίτια, ηρκέσθη θεωρών ως συγκατάθεσιν την σιωπήν της. — Λοιπόν, εξηκολούθησε, βοήθησέ με να τα καταφέρωμεν. Αι υπεκφυγαί και αι αντιρρήσεις της εξησθενούντο επί μάλλον και μάλλον. Επί τέλους ο Λιάκος εθριάμβευσε.

Μα τότες δεν τον βοήθησε η σαϊτέφτρα η κόρη και τα σημάδια οπούτανε ως τότες προικισμένος, πάρα ο πολεμοδόξαστος Μενέλας σαν τον είδε 55 κι' έφεβγε ομπρός του, τούστειλε στους ώμους το κοντάρι, ίσα στη μέση, κι' αντικρύ τού τόβγαλε ως στα στήθια. Κι' έπεσε μπρούμτα, κι' άχησε βαριά η αρματωσά του.

Για να εκτιμήση κανείς τον δέκατον ένατον αιώνα, πρέπει να νοιώση κάθε αιώνα που προηγήθηκε και βοήθησε να πάρη τούτος μορφή. Για να ξέρη κανείς οτιδήποτε για τον εαυτό του πρέπει να ξέρη το κάθε τι για τους άλλους. Δεν πρέπει να υπάρχη διάθεσις που να μη μπορή κανείς να τη ζωντανέψη. Είναι τούτο αδύνατο; Δεν το νομίζω.

Άμα σβήσανε οι τελευταίοι τόνοι, χύθηκε σιωπή στην κάμαρα, μια σιωπή όμως επίσημη. Η γυναίκα μου σηκώθηκε κ' έκλεισε το πιάνο. — Δεν μπορώ πια σήμερα, είπε για δικαιολογία. Μας κοίταξε όμως όλους κ' εννόησε ποια χαρά μας έδωσε. Το πρόσωπό της έλαμψε, πέρασε κοντά μου και πήγε στα παιδιά και τα πήρε κ' έσφιξε στους ώμους της τα κεφάλια τους. — Ευχαριστήστε το μικρό αδερφό, είπε. Αυτός με βοήθησε.

Να μη σε βλέπω, σκύβαλον! ΚΟΡΝ. Τι είν' αυτά, αυθέντα; ΛΗΡ. Ποίος τον έβαλε αυτόντον φάλαγγα; — Ρεγάνη, εσύ δεν το εγνώριζες, ελπίζω... — Ποίος ήλθε; Ω Ουρανέ, αν αγαπάς τους γέρους, — αν το θέλης να έχουν σέβας τα παιδιά, γέρος και συ αν είσαι, Βοήθησέ με Ουρανέ, και ρίξε την φωτιά σου! Ειπέ μου, δεν εντρέπεσαι τα γένειά μου να βλέπης;... Τι έκαμες! Το χέρι σου της έδωκες, Ρεγάνη!

ΚΡΕΟΥΣΑ Α όχι, μα την Αθηνά, που μια φορά τον Δία βοήθησε με το άρμα της στη μάχη των Γιγάντων, δεν είνε ο πατέρας σου κανείς θνητός παιδί μου, μα τούτος πουανάθρεψε, ο βασιληάς Λοξίας. ΙΩΝ Πώς το παιδί του έδωκεάλλον αυτός πατέρα, και είπε πως γεννήθηκα παιδί εγώ του Ξούθου; ΚΡΕΟΥΣΑ Δεν είπε πως σ' εγέννησε, δώροαυτόν σε κάνει σαν εγεννήθης μια φορά.

Κιέξω από την εριστική παραφορά, δε βοήθησε σαυτή τη μεταβολή λίγο κι η ταραχή πούδειξε και μούπε το Βαγγελιό, όταν ακούστηκαν βήματα, ότι δεν έπρεπε να μας δουν μαζή. Ο φόβος κείνος μούλεγε πως ήμουν αρκετά μεγάλος, ώστε να σκανδαλισθούν όσοι θα μέβλεπαν σε μέρος ερημικό μένα κορίτσι. Κιόπως οι νέοι, πούχουν μουστάκια, ήτο φόβος κεγώ να εκθέσω μαφορμή τέτοια ένα κορίτσι.