United States or Mayotte ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΟΙΔΙΠΟΥΣ Αυτά παρακαλείς εσύ: Αν θες να γείνουν καταλεπτώς όσα ζητής, πρέπει ν’ ακούσης προσεκτικά τα λόγια μου και θενά λάβης παρηγορίαν υπέρτατην εις τα δεινά σου. Τους λόγους τούτους θα σου πω αμέσως τώρα. Αν και την πράξιν αγνοώ κι αγνοώ τον φόνον και ούτ’ ένα έχω μαρτύριον να μ’ οδηγήση.

Στον ήσκιο του ο γεροπεύκος κοίμισεν ένα κοπάδι. Στο λαμπρό γαλάζιο τ' ουρανού άσπρα σύννεφα σβύνουν από ηδονή... Α ζωή ευτυχισμένη που είσαι! Α ζωή! Κι' όμως την ώρα του δειλινούδεν ξέρω τι θέλει το φως του άλλου κόσμου και χύνεται στα πεύκα, τι θέλει το φως του άλλου κόσμου...

Περμ. Για λόγου σου να τα λες αυτά, κι όχι για μένα πουΠιπ. Που τα γνώριζες μαθές όλα εσύ! Χαγιάτι της Δέσπως. Νύχτα. Η Δέσπω κάθεται στο μιντέρι και κλώθει. Πλάγι της πλέχνει η Αρετούλα. Ο Κωσταντής κάθεται κοντά σε παράθυρο και κοιτάζει κάποτες έξω. Δέσπω. Τι να είτανε μαθές αυτό τόνειρο! Ένα καράβι, θεόρατο καράβι, και μέσα κόσμος αμέτρητος, κι όλο το σπιτικό μας μαζί.

Όταν επανήλθεν εις τα βουνά του, σαν να έφυγε μία ομίχλη σκοτεινή από τον εγκέφαλόν του και ένα βάρος που εδέσμευε τα μέλη του. Του εφαίνετο ότι ήτο ελεύθερος, όπως τα πουλιά που επετούσαν γύρω του.

Κάτι μέσα μου τρανολαλεί πως μαζί σου όλα μπορώ να τα τολμήσω και να τα κατορθώσω... Εγώ το χέρι και συ το σπαθί. Έλα και θα ιδής... — Άμποτε· ευχήθηκε κείνη αφίνοντας το κεφάλι της στην αγκαλιά του. Και τότε ποιος θα μπορέση πια να μας αντισταθή ; επρόσθεσε σιγαλά, στυλώνοντας τα μάτια ψηλά σε κάποιο μέλλον φωτεινό και τρισένδοξο. — Αψού!... ακούστηκε πίσω τους ένα δυνατό φτάρνισμα.

Όταν έφτασα στην πόρτα κ' έστριψα το κεφάλι, είδα τη γυναίκα μου να φέρνη το Σβάντε στο κρεββάτι του Σβεν. Κάθησε στο ένα πλευρό κ' έβαλε το Σβάντε να καθήση στα άλλο. Έπειτα έσκυψε στο Σβεν. Όλην την ώρα όμως κρατούσε το χέρι του Σβάντε κ' είδα πως χάδευε και τα δυο παιδιά, χωρίς διάκριση. Όταν τέλος βγήκε όξω ο Σβάντε, πήγα μέσα και κάθησα στη θέση του, αντίκρυ στη γυναίκα μου.

Μήπως μπορούσνα τη βλέπω πικραμένη, φαρμακωμένη, και να μην της γλυκάνω την ψυχή μ' ένα λόγο; Πρέπει να της έπεσε κανένα δυσκολονίκητο κακό, για να κλαίη, εκείνη που είταν ήμερη πάντα, χαρούμενη και συμαζωμένη. Τι είχε το παιδί μου, τι του έτυχε και δε μου έδειχτε πια σαν και πρώτα το σοβαρό του, το γλυκοσυλλογισμένο πρόσωπό του που χαμογελούσε; Φοβήθηκα και καρδιοχτυπούσα.

Μα οι πέτσες που φορούσαν τις γούνες, ένα πράμα μυρίστηκαν, πως έρχεται κάποτες και ξένη βοήθεια. Αν με καλορωτήσης, θα σου πω πως αυτός ο &Φιλελληvισμός&, χωρίς να το θέλη, μας έκαμε μεγάλο κακό· μας έκαμε να προσμένουμε απ' αλλουνούς τη δουλειά μας.

Ως τόσο οι Έλληνες, που δεν κατάφεραν, για τους λόγους που αναφέραμε, να πάρουν την Πόλη και να ξανακάνουν το Ανατολικό τους κράτος, όμως κατώρθωσαν να πλάσουν, με τη βοήθεια της Ευρώπης, που τους συμπάθησε για τον αγώνα τους, ένα μικρούτσικο κράτος σ' έναν τόπο που κατοικούσαν πυκνά ελληνικής φυλής άνθρωποι.

Ο Χίλων διεκόπη εις τας σκέψεις του από τον Κουάρτον, όστις επέστρεψε μετ' ολίγον συνοδευόμενος από άνθρωπον, φέροντα μόνον ένα από τους χιτώνας εκείνους των εργατών, οίτινες άφιναν γυμνόν τον δεξιόν βραχίονα καθώς και την δεξιάν πλευράν του στήθους. Εις την θέαν του νεωστί ελθόντος ο Χίλων εστέναξεν εξ ευχαριστήσεως. Ποτέ δεν είχεν ιδή τοιούτον βραχίονα ούτε τοιούτο στήθος.