Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 2 Μαΐου 2025
Όταν έπειτα είμαστε στο αμάξι, ξανακυρίεψε τον εαυτό του κι ανέβηκε άλλη μια φορά στη σκάλα και χάδεψε το μάγουλο της μητέρας και της είπε, σα να μιλούσε σε παιδί: — Μη φοβάσαι, μαμά, θα περάση. Ο Σβάντε ήρθε κι αυτός και σηκώσανε στα χέρια και το μικρό το Σβεν, που μιλούσε και φλυαρούσε. Τη στιγμή αυτή η Έλσα δεν ήξερε ποιον αγαπούσε περσότερο απ' όλους.
Είχε ένα βαθύ σημάδι κι ο Σβάντε του περίγραψε πως ο μικρός αδερφός είχε μπήξει εκεί το νύχι του, πριν ξεψυχήση. Το σημάδι αυτό έμεινε πολλές μέρες και του φάνηκε κακά σα χάθηκε. Μια μικρή κίτρινη κάσα είναι στη μέση της κάμαρας στην ίδια θέση, όπου πρωτήτερα είταν ένα κρεββάτι μ' ένα ζωντανό παιδί. Τώρα η κάμαρα είναι στολισμένη με ρόδα.
Δοκιμάσαμε να μιλήσουμε γι' άλλα πράματα, όμως είμουνα τόσο κυριεμένος από τη σκέψη για το παιδί αυτό, ώστε δεν είχα διάθεση γι' άλλο τίποτε. — Δε συλλογίστηκες ποτέ ένα πράμα, είπα. Τον Ούλοφ μπορώ και τον φαντάζουμαι μεγάλον, ηλικιωμένον άντρα. Και το Σβάντε το ίδιο. Είναι τόσο διαφορετικοί! Ωστόσο μπορώ και τους βλέπω και τους δυο μεγαλωμένους.
— Περιμέναμε τόση ώρα εδώ, μουρμούριζε ο Ούλοφ. Πού είσαστε; — Διαβάζαμε το βιβλίο του πατέρα, απαντούσε η μαμά. — Δεν μπορούσατε να περιμείνετε να φάμε πρώτα; — Όχι, δεν μπορούσαμε. — Θα είναι αστείο βιβλίο, έλεγε ο Ούλοφ. Μα ο Σβάντε, που δεν ήξερε να συλλαβίση ακόμα, έπαιρνε στην προστασία του το άγνωστο βιβλίο του πατέρα και, όπως πάντα, έμπαινε η μητέρα στη μέση κ' ησύχαζε τα ταραγμένα νερά.
Όταν έφτασα στην πόρτα κ' έστριψα το κεφάλι, είδα τη γυναίκα μου να φέρνη το Σβάντε στο κρεββάτι του Σβεν. Κάθησε στο ένα πλευρό κ' έβαλε το Σβάντε να καθήση στα άλλο. Έπειτα έσκυψε στο Σβεν. Όλην την ώρα όμως κρατούσε το χέρι του Σβάντε κ' είδα πως χάδευε και τα δυο παιδιά, χωρίς διάκριση. Όταν τέλος βγήκε όξω ο Σβάντε, πήγα μέσα και κάθησα στη θέση του, αντίκρυ στη γυναίκα μου.
Κι όταν σε τέτοιες στιγμές καθόμαστε μόνοι μας οι τρεις, συλλογιζόμαστε όλοι εκείνο που γινότανε πίσω από την κλεισμένη πόρτα, όπου η γυναίκα μου πάλευε να φτάση όλο και σιμότερα στα σύνορα, που τελειώνει η ζωή. — Ξέρετε από τι υποφέρει η μαμά; είπα μια μέρα. Ο Ούλοφ κοίταξε αλλού, χωρίς να μιλήση, ο Σβάντε όμως απάντησε: — Ναι. Δε χρειαζότανε κιόλας να ρωτήσω.
Τότε του φάνηκε πως είδε τον μπαμπά και τη μαμά, τον Ούλοφ και το Σβάντε, τις δυο υπηρέτριες κι άλλους ακόμα. Φωνάζανε ο ένας δυνατότερα από τον άλλον, ο ένας εδώ κι ο άλλος εκεί. Ο Σβεν δεν μπόρεσε να δη από πού ήρθανε.
Άμα τυπώθηκε και δέθηκε το βιβλίο κ' είταν έτοιμο να κυκλοφορήση, ο συγγραφέας πήρε μαζί του δυο αντίτυπα, έγραψε στο ένα τόνομα του Ούλοφ και στο άλλο του Σβάντε και τα έδωσε επίσημα του καθενός από τα δυο αποθανατισμένα παιδιά του. Ο Ούλοφ πήρε το βιβλίο του κι ο Σβάντε το δικό του.
Ο Σβάντε γυρνούσε γύρω μόνος και σιωπηλός, πήγαινε με τη βάρκα στο αντικρυνό ακρογιάλι και διηγότανε στις μικρές φιλενάδες του εκεί πως ο μικρός αδερφός είτανε βαριά άρρωστος και πως στο σπίτι βασίλευε ησυχία. Αναγκαστήκαμε να πάρουμε μια νοσοκόμα, για να μπορή η γυναίκα μου ναναπαύεται τη νύχτα. Αυτό δεν έγινε χωρίς μεγάλη αντίσταση από μέρος της Έλσας.
Θυμούμαι τους φίλους που αράζανε στην αποβάθρα μας με τα κότερά τους, θυμούμαι τις εκδρομές με τα κοφινάκια με το φαγί στους δροσερούς ανέμους, τα λουτρά στην ανοιχτή θάλασσα, όπου έμαθε ο Ούλοφ να κολυμπά κι ο Σβάντε κυλιότανε στον άμμο.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν