United States or North Macedonia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κανείς δεν είχε το δικαίωμα να βοηθά τη γυναίκα μου στα συγύρισμα αυτής της κάμαρας, κανείς δεν είχε το δικαίωμα να πειράζη τίποτε κει μέσα. Όλα έπρεπε να τα κάνη μόνη. Κρέμασε λευκές κουρτίνες στο μικρό παράθυρο και στο άδειο του παράθυρου πίσω από τις κουρτίνες έβαλε ένα τραπέζι.

Εις τη μέση της κάμαρας, απάνω σε τραπέζι, στρωμένο με άσπρο τραπεζομάντηλο, είνε τα στέφανα, καμωμέν' από κληματόβεργες και τυλιγμένα με ασπρογάλαζες κορδέλες, δύο λαμπάδες και το ευαγγέλιο. Τα πρόσωπ' αυτά μιλούσαν ανάμεσό τους, μα με φωνή χαμηλή, ίσως για να μη συγχίζουν' εκείνους που είνε στην πρώτη κάμαρα. Εδώ κάθουνται ο παππά Συνέσιος, ο παππά Κρητικός και ο Κεριάκος, ο υποψήφιος γαμπρός.

Ο 'γούμενος, αφού πήρε γύρω την αυλή κ' εξέτασε όλα τα κελλιά απάνω και κάτω, για να ιδή μην αγρυπνούσε κανένας, πήγε κ' εκάθησε στην πεζούλα της καμάρας, κοντά στην οξώπορτα. Εκεί επερίμεινε, τυλιγμένος σφιχτά στο σάλι του, γιατί ο αγέρας ήτανε ψυχρός. Επερίμεν' επερίμενε και κάτι εμουρμούριζε πότε πότε από ανυπομονησία.

Άρπαξα το γατί από το λαιμό, το ετίναξα εις την άλλη άκρη της κάμαρας και άρχισα να μιλώ δυνατά.

Της ήρθε μια στιγμή να το πετάξη απ' το παράθυρο. Μα καθώς τώπαιζε στα δάκτυλα της, ένοιωσε κάποια σκληράδα μέσα του. «Τι νάχη τάχα μέσα το φτωχό και βρώμικο χαϊμαλίΞύλωσε ξένοιαστα τις χονδρές του ραφές και παραμέρισε το βρώμικο μπαμπάκι. Εκεί που το παραμέριζε, έβαλε μια φωνή τρομάρα, Τι ήτανε αυτό! Ένα άστρο έλαμψε στο σκοτάδι της κάμαρας. Τα δάκτυλά της τρέμανε.

Την καμάραν δεν την εχόρευσαν καμμίαν ημέραν της Διακαινησίμου. Και τόσον τας έθελγεν ο σεμνός ούτος χορός! Ήτο το μόνον εκ των του κόσμου τερπνών, όπερ επενήργει επί της τρυφεράς καρδίας των. Ο ηρέμα κινούμενος εν λαμπρά μεγαλοπρεπεία κύκλος εκείνος της καμάρας είχε τι το εξαρτικόν εν τη πραεία των κορασίων φαντασία.

Ο γιατρός υποσχέθηκε πως θα έρθη και γω ανέβηκα πάλι τη σκάλα, όπου άκουσα από την ανοιχτή πόρτα της κάμαρας την αναπνοή της γυναίκας μου, που φαινότανε πως αυτή μόνη κυριαρχούσε στο σιωπηλό σπίτι. Εκεί είδα τον Ούλοφ, που έστεκε άφωνος στη σκάλα και φαινότανε πως ακροαζόταν. Άγγιξα με το χέρι τον ώμο του και συλλογίστηκα να περάσω χωρίς να σταματήσω.

Υπό τας υγράς εκείνας καμάρας και τας πολυδαιδάλους στοάς τω εφάνη ότι έβλεπεν αναπαράστασιν των φημιζομένων υπογείων της Αγίας Σοφίας, ως τω παρέστησαν ταύτα εν τη Πόλει άλλοτε.

Ο Βέρθερος επήγαινε στο δωμάτιο δω κ' εκεί και, όταν έμεινε μόνος, πάλι επήγε στην πόρτα της κάμαρας και φώναξε με σιγανή φωνή: «Καρολίνα! Καρολίνα! μόνο μια λέξη ακόμη! ένα αποχαιρετισμόΑυτή σιωπούσε. Εκείνος περίμενε και παρεκάλει και ξαναπερίμενε· τέλος αποσπάσθηκε από τη θέση του και εφώναξε: «Χαίρε! Καρολίνα! χαίρε για πάντα! » Έφθασε στην πόλη της πόλεως.

Ήδη και άλλη λέμβος ενεφανίσθη εις την είσοδον του ορμίσκου. Κατ' αρχάς ηκούοντο απ' αυτής γυναικείων φωνών άσματα, τα οποία γλυκύτατα έπληττον τον ήρεμον πόντον, αντίθεσις φαιδρά προς τον πένθυμον κρωγμόν του νυκτοπουλιού, όπερ εστέναζεν από της σεληνοφώτου καμάρας του κωδωνοστασίου.