United States or Honduras ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Μήπως είμαι θύμα απάτης δεινής; να ετοιμάζω ανύπαρκτον γάμον ως βέβαιον ήδη; Ω, η ιδέα αύτη μοι προξενεί εντροπήν. ΑΧΙΛΛΕΥΣ Κάποιος, φαίνεται, επεχείρησε να εμπαίξη και σε και εμέ, βασίλισσα. Αλλά μη δίδης εις τούτο προσοχήν, και μη στενοχωρήσαι. ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Χαίρε, Αχιλλεύ.

Εσύ τώρα, θεά που σ' όλους βασιλέβεις, πολυώνυμη Κόρη, πάρ' την απ' το χέρι, πήγαινέ τηνε στων εβλαβών τον κάμπο. Στους διαβάτες ας δώση Θεός καμιά χαρά, αφού πουν ένα χαίρε στη Σωκρατέα κάτω στη γις .

ΜΑΙΚΗΝΑΣ. Ουδέποτε θα συναινέση εις τούτο. ΟΚΤΑΒΙΑ. Χαίρε, αδελφέ μου, χαίρε, φίλτατε Καίσαρ. ΚΑΙΣΑΡ. Επέπρωτο να σε ονομάσω απόβλητον. ΟΚΤΑΒΙΑ. Δεν με ωνόμασες ποτέ, αλλ' ούτε έχεις λόγον να με ονομάσης ούτω. ΚΑΙΣΑΡ. Διατί ήλθες τόσον αιφνιδίως; Δεν έρχεσαι ως αδελφή του Καίσαρος.

ΑΙΑΚ. Θέλεις να σου δείξω και τους σοφούς; ΜΕΝ. Βέβαια. ΑΙΑΚ. Αυτός εδώ ο πρώτος είνε ο Πυθαγόρας. ΜΕΝ. Χαίρε, Εύφορβε ή Απόλλων ή όπως άλλως θέλεις. ΠΥΘ. Χαίρε και συ, ω Μένιππε. ΜΕΝ. Δεν είνε πλέον χρυσούς ο μηρός σου; ΠΥΘ. Όχι• αλλά φέρε να 'δούμε αν έχης τίποτε φαγώσιμον στη σακκούλα. ΜΕΝ. Έχω κουκιά, φίλε μου• αλλά συ δεν τα τρώγεις τα κουκιά. ΠΥΘ. Δος μου και μη σε μέλει.

ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Και πρέπει μάλιστα, παιδί μου. Γνωρίζω ότι εξ όλων μου των τέκνων συ, περισσότερον αγαπάς τον πατέρα σου. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Ω ! με πόσην χαράν σ' επαναβλέπω μετά τόσον καιρόν, πατέρα μου αγαπητέ ! ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Κ’ εγώ σε, κόρη μου. Ίση είναι και εμού η χαρά. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Χαίρε, πάτερ μου. Α ! τι καλά έκαμες να με φέρης πλησίον σου ! ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Δεν ηξεύρω αν έπραξα καλώς ή όχι.

Ιδού, βλέπω μίαν εφήμερον, η οποία διερχόμενη πλησίον μας σ' εκύτταξε μετά συμπαθείας. Πέταξε να την φθάσης. Αλλ' αισθάνομαι ότι έφθασεν η τελευταία μου στιγμή. Χαίρε, μικρέ μου φίλε.

Ο Πετρώνιος ησθάνετο δι' αυτόν κάποιαν αγάπην, διότι ο Μάρκος ήτο νέος με ωραίαν διάπλασιν και με αθλητικόν σώμα, εγνώριζε δε να διατηρή κατά τας καλλιτέρας αισθητικάς την αβρότητα εκείνην, την οποίαν ο Πετρώνιος εθεώρει ανωτέραν του παντός. — Χαίρε, Πετρώνιε, είπεν ο νεανίας. Είθε οι Θεοί να σου δωρήσουν πάσαν ευτυχίαν και ονομαστί η Ασκληπιάς και η Κύπρις!

Ω! χαίρε, Εκάτη τρομερή, παρακαλώ σε, Εκάτη, συντρόφεψε και βόηθα μας απ' την αρχή ως το τέλος και κάνε και τα μάγια μας όμοια μ' αυτά της Κίρκης, κατώτερα να μη γενούν απ' της Μηδείας τα μάγια μηδ' απ' τα μάγια της ξανθής εκείνης Περιμήδης. Φέρε τον, σουσουράδα μου, τον άντρα μου στο σπίτι. Για σένα αλεύρι στη φωτιά θα ρίξω πρώτα-πρώτα. Θέστυλι, σκόρπα το λοιπόν.

Είμαι ασθενής, Μάρκε, και είτε εις το αμφιθέατρον είτε εδώ, πρέπει να αποθάνω . . . Είχα παρακαλέσει εις τας προσευχάς μου να σε ίδω προ του θανάτου· ήλθες: ο Χριστός με εισήκουσε, Και ενώ εκείνος δεν ηδύνατο να προφέρη άλλην τινά λέξιν και την έθλιβεν απλώς επί του στήθους του, εκείνη προσέθηκε: — Ήξευρα ότι θα ήρχεσο. Και σήμερον ο Σωτήρ μας επέτρεψε να είπωμεν το χαίρε προς αλλήλους.

«Ω ξένε, χαίρε, και απ' εμάς θα φιλευθής, και πρώτα να γευματίσης, κ' ύστερα να ειπής ποιάν έχεις χρεία».