United States or British Indian Ocean Territory ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και το περισσότερον που με έθλιβεν ήτον, που εστοχαζόμουν πως εχαίρονταν και την αγαπημένην μου Ζεμπρούδαν.

Αν αυτή η μεταλλαγή του γραπτού της Γαντζάδας από το ένα μέρος με έθλιβεν, αγροικούσα από το άλλο κάποιαν χαροποίησιν οπόταν εκαταγινόμουν να στοχάζωμαι, ότι αυτή ημπορούσε να μου κάμη την χάριν να την ιδώ κρυφίως, και ότι θα ήθελεν υποφέρει την αγάπην μου· όντας λοιπόν εις ελπίδα τόσον χαροποιάν, ανάμενα καθημερινώς ότι ο σκλάβος θα έλθη να μου δώση την απόκρισιν εκεί που ήμουν οικονευμένος, καθώς τον διέταξα.

Είμαι ασθενής, Μάρκε, και είτε εις το αμφιθέατρον είτε εδώ, πρέπει να αποθάνω . . . Είχα παρακαλέσει εις τας προσευχάς μου να σε ίδω προ του θανάτου· ήλθες: ο Χριστός με εισήκουσε, Και ενώ εκείνος δεν ηδύνατο να προφέρη άλλην τινά λέξιν και την έθλιβεν απλώς επί του στήθους του, εκείνη προσέθηκε: — Ήξευρα ότι θα ήρχεσο. Και σήμερον ο Σωτήρ μας επέτρεψε να είπωμεν το χαίρε προς αλλήλους.

Και ο συνετός Τηλέμαχος απάντησεν εκείνης• 230 «Ξένε, αφού τούτα μ' ερωτάς και μέ ζητείς να μάθης, πλούτη θε να 'χε και τιμαίς άλλοτε αυτό το σπίτι, ο άνδρας όσ' ευρίσκονταν εκείνοςτην πατρίδα. οι αθάνατοι κακόγνωμα τώρ' άλλ' αποφασίσαν, 'π' αυτόν έκαμαν άγνωστον, ως άλλος δεν ευρέθη• 235 επειδή δεν θα μ' έθλιβεν ο θάνατός του τόσο, εάν με τους συντρόφους του είχε σβυσθήτην Τροίαν, ή, αφού τον πόλεμο έπλεξεν, εις παθηταίς αγκάλαις• τάφον τότ' οι Παναχαιοί θα εσήκοναν εκείνου, και δόξα θα 'παιρνε λαμπρή ν' αφήση του παιδιού του• 240 και τώρ' η Άρπυιαις άδοξα τον σήκωσαν εχάθη αγνώριστος, ανάκουστος, κ' εμέν' άφησε πόνους και κλάυματα• ουδ' οδύρομαι για κείνον τώρα μόνον, γιατί και άλλα παθήματα οι αθάνατοι μου δώσαν. ότι όσ' υπάρχουν δυνατοίτα νησιά γύρω, οι πρώτοι 245 του Δουλιχιού, της Σάμης και της σύδενδρης Ζακύνθου, και άμ' όσοι μες την πετρωτήν Ιθάκη ηγεμονεύουν, την μητέρ' όλοι, μου ζητούν και φθείρουν μου το σπίτι• και αυτόν τον γάμον, 'που μισεί, κείνη ούτ' αρνιέται αλλ' ούτε να τον τελειώση δύναται• κ' εκείνοι καταλύουν 250 το σπίτι μου, και ογλήγορα κ' εμέ θα θανατώσουν».

Βλέποντας τον εαυτόν μου εις αυτήν την μορφήν, άρχισα να στοχάζωμαι την δυστυχισμένην μου κατάστασιν, και δεν ήτον τόσον ο πόνος της δυστυχίας μου που με έθλιβεν, όσον ήτον εκείνος που έθρεφα διά τον Καρούκ· αλλοί εις εμέ, έλεγα κάθε στιγμήν· τι θέλει είναι διά τον αγαπημένον μου Καρούκ; πώς θέλει ημπορέσει πλέον να λάβη την πλήρωσιν της επιθυμίας του; θέλει με καρτερεί χωρίς ποτέ να με μεταϊδή, και μη βλέποντάς με θέλει έλθει εις απελπισίαν.