United States or Ireland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η παραγγελία σου θα εκτελεσθή, της απήντησα, και εξηκολούθησα την πτήσιν μου προς τα ύψη του ουρανού, ένθα μεν ούτε βοών ούτ' ανδρών φαίνετο έργα. Μετ' ολίγον και η σελήνη μου εφαίνετο μικρά και την γην απέκρυπτε. Αφήσας δε τον ήλιον δεξιά και πετών διά μέσου των άστρων έφθασα μετά τρεις ημέρας πλησίον του ουρανού.

Για πεντακόσια χρόνιααυτά τα στειρολίθαρα, πώσο και αν έχουν χώμα Ταπόχτησανε τρώγοντας από τα κόκκαλά μας, Μάτι ποτέ δεν έκλεισεν ούτ' ένας Μουσουλμάνος Χωρίς να ιδήτον ύπνο του να λάμψη ένα τουφέκι Ή να σφυρίξη ένα σπαθί. Ήρθετο χτένι ο κόμπος, Θα ξεχωνιάσω αυτήν τη γη. Θα ιδώτα σωθικά της Ποιος δαίμονας εφώλιασε.

Ω Φοίβε μου! μ' ευχάριστο τον κόπο στου παλατιού σου υπηρετώ τον τόπο, που κάθε μάντεμά σου βγαίνει, είν' η δουλειά μου δοξασμένη όπου δουλεύω τους θεούς αυτούς τους αθανάτους, κι' όχι τους θνητούς• κι' ούτε κουράζομαι, ούτ' αποκάνω, σε τέτοιον τιμημένο κόπο απάνω. Από το Φοίβο εγεννήθηκα εγώ, τροφήν αυτός μου δίνει, και τον ευλογώ.

Το βέβαιον ήτο ότι ο Φταμηνίτης δεν διέπρεπεν ούτ' επί κάλλει ούτε επί μεγέθει σώματος, αλλ' ανεπλήρου τας ελλείψεις ταύτας δι' ευστροφίας σώματος και πνεύματος και διά φαιδρότητος και ευθυμίας.

Διότι εξ όλων των γυναικών ουδεμία δύναται να παραβληθή προς αυτήν, «ού δέμας ουδέ φυήν, ούτ' αρ φρένας ούτε τι έργα».

Εγώ, που είμαι σκοτεινός, το φως θα σας κρατήσω ΜΕΡΚΟΥΤΙΟΣ Όχι, Ρωμαίε μου καλέ· σε θέλω να χορεύσης. ΡΩΜΑΙΟΣ Αληθινά δεν ημπορώ. Σεις ελαφρά πατείτε με υποδήματα χορού κ' ευλύγιστην πατούνα, ενώ εμένα μου πατεί μολύβι την ψυχήν μου, κι ούτ' ημπορώ να κινηθώ απ' το πολύ το βάρος. ΜΕΡΚΟΥΤΙΟΣ Ερωτευμένε, τα πτερά του Έρωτος δανείσου, κι ανασηκώσου με αυτά, να ιδής πώς θα πετάξης.

Αχ! ωραιότερον μωρόν δεν 'βύζαξα ποτέ μου. Να μ' αξιώση ο θεός να ιδώ τα στέφανά σου, και άλλο δεν επιθυμώ. ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Αυτό είν' ίσα ίσα που ήθελα να της ειπώ. — Παιδί μου, Ιουλιέτα, ειπέ μου, η καρδούλα σου τι λέγει περί γάμου; ΙΟΥΛΙΕΤΑ Ούτ' ωνειρεύθηκα ποτέ τέτοιαν τιμήν ακόμη. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Τιμήν! Αν δεν ετύχαινα η μόνη σου βυζάστρα, θα έλεγα πως 'βύζαξες την γνώσιν με το γάλα.

Οι σταλαγματιές της βροχής του φαινότανε πως ήταν κάποιο χέρι που του χτυπούσε το παράθυρο και δεν τον άφινε να διαβάση. «... Ζώα μικρά μετά μεγάλων, εκεί πλοία διαπορεύονται...» Έκλεισε το βιβλίο και το πέταξε στο τραπέζι μαζί με τα γυαλιά του, ακούμπησε το κεφάλι στο χέρι του κ' έκλεισε τα μάτια του. Πώς του ήρθε να γίνη παπάς; Ούτ' αυτός δεν το καταλάβαινε.

Ποιος ξέρει τι είν' οι αρετές; Όχι εσύ, ούτ' εγώ. Ούτε κανένας. Καλό είναι για τη ματαιοδοξία μας να σκοτώνουμε τον εγκληματία, γιατί, αν τον αφήναμε να ζήση, μπορεί να μας έδειχνε τι κερδίσαμε από το έγκλημά του. Καλό για την ησυχία του να πάη ο άγιος να μαρτυρήση. Του γίνεται η χάρη να μην ιδή το φρικτό θέαμα του θερισμού της σποράς του. ΕΡΝΕΣΤΟΣ. — Γιλβέρτε, βγάζεις μια πολύ άσχημη νότα.

Δεν είχε γνωρίσει αυτή την σκληραγωγίαν της βουκολικής ζωής, εις ην διήρχοντο τα μέχρι της ήβης έτη, πολλάκις δε και υπέρ την ήβην, αι πλείσται των κορασίδων, μόνον εκ του ενδύματος διακρινόμεναι από ταγώρια με τα οποία διημέρευον· ούτ' εξύπνησέ ποτε κατά τας χειμερινάς νύκτας «την ώραν που βγαίνουν η πήχες» διά να παχνίση τα βώδια· δεν έσκαψέ ποτε, ούτ' εβωλοκόπησε και δεν εψήθη υπό του φλογερού ηλίου εις το αλώνισμα και το λίχνισμα.