United States or Sudan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αργότερα δε το ενόησαν και όλοι οι άλλοι και με αυτό πλέον το όνομα τους ονομάζουν. Φαίνεται ωσάν αλήθεια αυτό το οποίον λέγω ή όχι; Ερμογένης. Πολύ μάλιστα φαίνεται. Σωκράτης. Λοιπόν τι είναι ορθόν να εξετάσωμεν κατόπιν τούτου; ή είναι ορθόν να εξετάσωμεν τους δαίμονας και τους ήρωας και τους ανθρώπους; Ερμογένης. Τους δαίμονας. Σωκράτης.

Τι ναι λοιπόν όλ' αυτά; φώναξε ο Αγαθούλης· και ποιος δαίμονας εξουσιάζει παντού; Ρώτησε ποιος ήτανε αυτός ο χοντρός άνθρωπος, που τον σκοτώσανε με τόση πομπή. — Είν' ένας ναύαρχος, του απαντήσανε. — Και γιατί τον σκοτώσανε αυτόν το ναύαρχο; — Γιατί δε σκότωσε πολύν κόσμο εναυμάχησε μ' ένα Γάλλο ναύαρχο κι' αποδείχθηκε, πως δεν τον επλησίασε αρκετά.

Έπειτα αι γυναίκες προ πάντων όλαι καθώς και οι εντελώς ανίσχυροι και οι κινδυνεύοντες και οι στενοχωρημένοι, μέσα εις την στενοχωρίαν των, ή και αντιθέτως, όταν εύρουν καμμίαν σωτηρίαν, συνηθίζουν να καθιερώνουν πάντοτε εκείνο το μέρος και να τάζουν θυσίας και εικόνας εις τους θεούς και τους δαίμονας και τους παίδας των θεών, και εις τας εξύπνους οπτασίας από τον φόβον των και εις τα όνειρά των.

Κατόπιν δε από αυτούς τους θεούς είναι ορθόν όστις έχει φρόνησιν να ιερουργή εις τους δαίμονας και κατόπιν εις τους ήρωας.

ΤΡΙΝΚ. Τούτος είναι ο σκοπός του τραγουδιού μας, και τον παίζει η εικόνα του Κανενού. ΣΤΕΦΑΝ. Αν είσαι άνθρωπος, φανερώσου στη μορφή σου· αν είσαι δαίμονας, κάμ' όπως θέλεις. ΤΡΙΝΚ. Ω! Έλεος για τον αμαρτωλό! ΣΤΕΦΑΝ. Όποιος πεθαίνει πλερώνει κάθε του χρέος. Δεν σε ψηφάω. — Ω Θε μου, βόηβα. ΚΑΛΙΜΠ. Φοβάσαι; ΣΤΕΦΑΝ. Όχι, τέρας, εγώ δεν φοβούμαι. ΚΑΛΙΜΠ. Μη φοβάσαι.

Ο πόλεμος για τα μας δεν είναι παιχνίδι και γλέντι, καθώς είταν ως προχτές σε μερικά μας βουνά, καθώς είναι και σήμερα σε τόπους πολιτισμένους, — ο πόλεμος για τα μας είναι φοβερό πράμα, μπαμπούλος, δαίμονας, που άλλο δεν κάνει παρά να θερίζη ζωές. Κοίταξε τώρα κι από την άλλη τη μεριά, κατά τη θάλασσα. Αυτού που στέκετ' έν' αρχοντάδικο σπίτι. Αυτού είταν τότες ένας Βολιώτης.

Κι όσο από αγάλματα κι άλλα αξετίμητα έργα, γεμάτος ο ναός μέσα. Εκεί κάπου είτανε βαλμένη κ' η νέα η Αλεξαντρινή Βιβλιοθήκη, με τα μύρια της φιλολογικά θησαυρίσματα. Δεν εννοούσε, καθώς φαίνεται, ο Θεοδόσιος μήτ' αυτά το περίφημο μνημείο να το πειράξη· φοβούνταν κι ο κόσμος μην τύχη και τον οργίση τον παράξενον εκείνο θεό, που κανένας δε φαίνεται να καλογνώριζε αν είταν καλός «Δαίμονας» ή κακός.

Για πεντακόσια χρόνιααυτά τα στειρολίθαρα, πώσο και αν έχουν χώμα Ταπόχτησανε τρώγοντας από τα κόκκαλά μας, Μάτι ποτέ δεν έκλεισεν ούτ' ένας Μουσουλμάνος Χωρίς να ιδήτον ύπνο του να λάμψη ένα τουφέκι Ή να σφυρίξη ένα σπαθί. Ήρθετο χτένι ο κόμπος, Θα ξεχωνιάσω αυτήν τη γη. Θα ιδώτα σωθικά της Ποιος δαίμονας εφώλιασε.

ΙΟΥΛΙΕΤΑ Ποια είσαι συ; τι δαίμονας, και τι με βασανίζεις; Δεν έχει τέτοια βάσανα η κόλασις η μαύρη! Ειπέ μου, εσκοτώθηκε μονάχος ο Ρωμαίος; Νεκρός αν ήναι, 'πέ μου ναι·αν όχι, 'πέ μου όχι. Μια λέξις μόνη ας μου 'πή να ζω, ή ν' αποθάνω. ΠΑΡΑΜΑΝΑ Την είδα με τα 'μάτια μου, την είδα την πληγήν του! μα τον σταυρόν! 'ς το στήθος του την είδα το γενναίον!

Και πέρα βαθειά, στο σκοτάδι μέσα, άστραψε γοργά, άσπρισε η θάλασσα και τα πανιά μας, κεραυνός εχύθη χαλκόστερνος και τρανταχτός. Άτρομος απαντούσεν ο δαίμονας στον ψώφιον αλλαλαγμό μας. Απελπίστηκα. — Το γουρούνι μωρέ! τι το φυλάτε το γουρούνι! εφώναξα. — Δε σκούζει, καπετάνιε! μου λέγει ο Μπίρκος. Τρέχω κοντά το κλωτσάω, το σπρόχνω, τραβώ τις τρίχες, του ξεριζώνω τ' αυτιά. Τίποτα.