United States or Martinique ? Vote for the TOP Country of the Week !


Παρακολούθησε τα τακουνάκια τους να χτυπούνε τακ-τακ σαν ξύλινο ταμπούρλο, και όταν χαθήκανε και τα κεφάλια τους ο ήχος των ψηλών τους τακουνιών εξακολουθούσε το τακ-τακ στ' αυτιά του. — Τι παράξενον ήχο, είπε, έχουνε τα γυναικεία τακουνάκια την ώρα που κατεβαίνουνε τις σκάλες.,,

Η αυτή πόλις. Α’. ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ. Καλή νύκτα, αδελφέ· αύριον είναι η ημέρα. Β’. ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ. Το ζήτημα θα λυθή είτε κατά τον ένα είτε κατά τον άλλον τρόπον. Χαίρε. Ήκουσες αν συνέβη τίποτε παράξενον εις τους δρόμους; Α’. ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ. Όχι· τι τρέχει; Β'. ΣΤΡΑΤΙΩΤΉΣ. Ίσως είναι διάδοσις· καλή νύκτα. Α’. ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ. Καλή νύκτα, σύντροφε. Β’. ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ. Στρατιώται, άγρυπνοι φύλακες.

Αλλά δεν είναι δίκαιον να ονομάζης όμοια εκείνα που έχουν ασήμαντον ομοιότητα, ούτε να ονομάζης ανόμοια εκείνα που έχουν κάποιαν ανομοιότητα, και αν πολύ μικράν έχουν την ομοιότητα. — Και εγώ, επειδή μου εφάνη παράξενον τούτο, είπον εις αυτόν· Σωκράτης Πραγματικώς φρονείς ότι η δικαιοσύνη και η αγιότης έχουν τοιαύτην σχέσιν μεταξύ των, ώστε η μία με την άλλην να έχουν μόνον μίαν μικράν ομοιότητα;

Εις Μαρίαν θέλεις ακροστιχίδας; — Ναι· παράξενον σου φαίνεται; αντηρώτησεν ο φίλος απορών. — Παράξενον μόνον; Θρασύ μου φαίνεται! εβροντοφώνησεν ο Μιμίκος. Ο Γιάγκος εκλονίσθη ολίγον εκ της βιαιότητος του επιφωνήματος, πριν ή δε προφθάση να εξηγηθή, υπέλαβεν αγανακτών ο ποιητής. — Αι φίλτατε, πολύ απλούς είσαι, αν νομίζης, ότι θα σου δώσω όπλα, διά να με πολεμήσης. — Να σε . . .

Τότε ημείς βλέπομεν πράγμα παράξενον εις τον αέρα, ο άγριος άνθρωπος ευρισκόμενος εις τα νύχια του Ροκ, και έχοντας τα χέρια του ελεύθερα να διεφεντευθή· και εμβάζοντάς τα νύχιά του τα σουβλερά εις το κορμί του Ροκ άρχισε να κατατρώγη το στομάχι του με όλα τα φτερά που είχεν.

Διά τον Θεόν, Σουλτάνε μου, να μην το μάθη η κοκκώνα! Και ο απαίσιος ήχος της φωνής αυτού, ήχος, ον θα ενόμιζέ τις εξελθόντα εκ βαθέος τινός τάφου μάλλον παρά εκ στόματος ανθρώπου, ετάραξε τόσον τα νεύρα μου, ώστε όταν ερρίφθην εις τας αγκάλας της προσδραμούσης μητρός μου, δεν ηξεύρω οποίον παράξενον κράμα βδελυγμίας και οίκτου επλήρου την καρδίαν μου.

Και λοιπόν όσον διά το ζήτημα αν τυχόν κάποτε είναι ανώτερον το χειρότερον από το καλλίτερον ας το αφήσωμεν. Διότι απαιτεί πολύ μακράν συζήτησιν. Είναι πολύ μάλιστα παράξενον, καλέ Ξένε, αυτό που λέγομεν τόρα. Και όμως είναι πολύ ανάγκη να το παραδεχθώμεν. Πρόσεχε λοιπόν. Ας εξετάσωμεν τόρα πάλιν και το εξής.

Ως προς το ιδίωμα, αυτός εφύλαξε το τοπικόν του, δηλ. εκείνο οπού ομιλούν εις όλην την Ήπειρον έως τα μέρη της Θεσσαλίας. Εις αυτό έκαμε, καθώς ο Θεόκριτος, και καθώς όλοι οι νέοι μας ποιηταί από την Κρήτην. Πιθανόν το ιδίωμα τούτο να φανή παράξενον εις την Θράκην, εις τα παράλια της μικρας Ασίας, εις την Πελοπόν- νησον, ή όπου αλλού δεν συνηθίζεται.

Δεν θα μου φανή λοιπόν ποσώς παράξενον αν πάθη τα ίδια και ο λόγος του Κάδμου. Φίλε μου, είπεν ο Σωκράτης, μη μου λέγης μεγάλους επαίνους, μήπως καμμία βασκανία αναποδογυρίση τον λόγον μου, τον οποίον μέλλω να είπω. Αλλά δι' αυτά μεν ο θεός ας φροντίση. Ημείς, αφού πλησιάσωμεν κατά τον Ομηρικόν τρόπον, ας δοκιμάσωμεν μήπως λέγεις τίποτε σωστόν.

Ένεκα δε του τοιούτου τρόπου της ζωής, Σιμμία και Κέβη, δεν είναι διόλου παράξενον ότι, αφ' ού εφαρμόση ταύτα κατά τον χωρισμόν της από το σώμα, δεν θα φοβηθή μήπως μερικοί άνεμοι φυσήσουν και την πάρουν και φύγη και πετώσα εδώ και εκεί χαθή και καταντήση τίποτε, ώστε να μη ευρίσκηται πουθενά.