United States or Greenland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ήτο πλέον δειλινόν. Εν τη αγορά συνηθροίσθησαν ικανοί νησιώται, ακούσαντες την βραγχνήν σάλπιγγα του κρεοπώλου, ης ο ήχος εξήρχετο ως τυλιγμένος εντός των σκληρών γρυλλισμών του σφαζομένου χοίρου.

Τραγουδιστής Ηπειρώτης έθραυσε την λύραν του και την ποιμενικήν ράβδον και αναπαύεται τον αιώνιον ύπνον καθ' ον χρόνον έπρεπε το άσμα του να ακούηται και ο ήχος της εστεμμένης λύρας του να γίνεται ζωηρότερος.

Αι εντυπώσεις της γεύσεως, ως αι πλείσται των άλλων, γεννώνται διά συστολών και διαστολών, καθ' ας επικρατεί μάλιστα το τραχύ και το λείον. Αι της οσφρήσεως εντυπώσεις δεν έχουσι διωρισμένα είδη, διότι η οσμή είναι ατελές τι· οσμάς εκπέμπουσι μόνον σώματα σηπόμενα, διαλυόμενα ή εξατμιζόμενα. Ο ήχος είναι κίνησις μεταδιδομένη εις την ψυχήν υπό του αέρος, διά των ώτων, του εγκεφάλου και του αίματος.

Ότι είναι σίγμα και ω μέγα. Σωκράτης. Λοιπόν δεν είναι αυτό ο λόγος της συλλαβής αυτής; Θεαίτητος. Βεβαίως. Σωκράτης. Έλα λοιπόν τόρα ειπέ μας και τον λόγον του σίγμα. Θεαίτητος. Και πώς είνε δυνατόν να έχωμεν στοιχεία των στοιχείων; Διότι, καλέ Σωκράτη, το σίγμα είναι ένα από τα άφωνα, δηλαδή ένας απλούς ήχος, ωσάν να σφυρίζη η γλώσσα.

Η δε φωνή είναι ήχος εμψύχου όντος• διότι ουδέν των αψύχων έχει φωνήν, αλλά μόνον καθ' ομοίωσιν λέγεται ότι φωνούσι• λ.χ. ο αυλός, η λύρα και όσα άλλα εκ των αψύχων λέγεται ότι έχουσι τάξιν, μέλος και έκφρασιν , φαίνεται δ' ότι έχουσιν εκείνα φωνήν, διότι και η φωνή έχει τας ιδιότητας ταύτας. Πολλά δε των ζώων δεν έχουσι φωνήν, λ.χ. τα άναιμα ζώα και εκ των αναίμων οι ιχθύες.

Ο ήχος όμως και το χρώμα και η οσμή δεν τρέφουσιν, ούτε φέρουσιν αύξησιν ούτε φθοράν, ώστε εξ ανάγκης πρέπει η γεύσις να είναι αφή τις, διότι είναι αίσθησις εκείνου, όπερ δύναται να άπτηται και να τρέφη. Αυταί λοιπόν είναι αι αισθήσεις αι αναγκαίαι εις το ζώον, και είναι φανερόν ότι δεν είναι δυνατόν να υπάρχη ζώον άνευ αφής.

Ούτε λαλίτσα νυχτοπουλιού, ούτε ήχος φλογέρας. Ουδέ βάβισμα σκύλλου, ουδ' αγωγιάτη σαλαγή, ουδέ κυπρί ζώου δεν αγροικάτο. Ο λογισμός μου πέταγε ελεύθερος, ανέμποδος και γοργός στ' άπειρο τ' αψήλου κ' εδροσολογιέταν μέσα στα μυστικά κάλλια της σεληνοφώτιτιστης νύχτας. Κάποτε κάποτε μούρχετο και να σηκωθώ, να πεταχτώ όξω από το μοναστήρι και να χωθώ μέσα στα ρουμάνια του, να μονιάσω σαν το θεριό.

Τότε οι θεράποντες εσήκωσαν τα πτώματα, έπλυναν την παλαίστραν και διέσπειραν επί της άμμου φύλλα αρωματικών φυτών. Όταν ήρχισεν ο διαπεραστικός ήχος των σαλπίγγων, βαθεία σιγή αγωνίας διεχύθη εις το αμφιθέατρον.

Εν γένει λοιπόν ας θέσωμεν, ότι ο ήχος είναι το πλήγμα, το οποίον διά μέσου των ώτων υπό του αέρος, του εγκεφάλου και του αίματος διαδίδεται μέχρι της ψυχής, και ότι η κίνησις η υπό του πλήγματος γινομένη, από της κεφαλής αρχίζουσα και καταλήγουσα εις την έδραν του ήπατος, είναι το αίσθημα της ακοής.

Αι λέμβοι των αλιέων έσπευδον και αυταί να προσορμισθώσι· και από την εξοχήν οι ποιμένες και γεωργοί κατήρχοντο εις την πόλιν προς τον αυτόν σκοπόν. Και μόνος ο πράκτωρ της Ατμοπλοϊκής εταιρείας αναιβοκατέβαινεν ακόμη εις το παράλιον περιμένων το ατμόπλοιον. Όμως ενύκτωσε και ήρχισε να σημαίνη η αγρυπνία. Ο γλυκύς του κώδωνος ήχος ελαλούσεν, εκελαδούσεν, ενόμιζες, την πανήγυριν.