United States or Cayman Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εν τοσούτω τα βέλη εσύριζον αδιακόπως και μετ' ολίγον παν ό,τι έζη κατέπεσε με τους τελευταίους σφαδασμούς της αγωνίας. Τότε εις το στάδιον ώρμησαν εκατοντάδες δούλων ωπλισμένων με αξίνας, με πτυάρια, με σάρωθρα, με χειραμάξια με κάνιστρα διά να συλλέξουν και αποκομίσουν τα πτώματα και σπλάγχνα. Έφερον δε και σάκκους πλήρεις άμμου.

Τα ξένα εκείνα πτώματα δείχνουν ολοφάνερα πως κοντά βρίσκονται και τα δικά του. Θέλει να δράμη, να ερευνήση παντού και όμως δεν τολμά. Κάτι τι μέσα τον κρατεί, τα πόδια του καρφώνει εκεί στ' αχνάρια του. Ο πόθος όμως ισχυρότερος τον σπρώχνει εμπρός, πάει και ψαχουλεύει ένα με το άλλο και τέλος βρίσκει ασούσουμα και τ' αδέρφια του.

Οι δε Αργείοι, νομίζοντες εαυτούς νικητάς, έδραμον εις το Άργος· αλλ' ο Λακεδαιμόνιος Οθρυάδης, σκυλεύσας τα εχθρικά πτώματα και κομίσας τα όπλα εις το στρατόπεδον των Λακεδαιμονίων, έμεινεν εις την θέσιν του.

Δίπλα του είνε και ο τάφος του Αράπη που τον εσκότωσε, τον Κωνσταντίνον, όταν κατά την Άλωσιν βουτυγμένος μέσα εις το αίμα, με μισό σπαθί, ανάμεσα εις τα πτώματα όλων των υπασπιστών του εφώναζε για τελευταία φορά: — Δεν υπάρχει κανένας Χριστιανός, να πάρη το κεφάλι μου; Ο συμπαθέστατος ιερεύς ήρχισε να κλαίη. Ο δε καπετάν-Μαμμής ενθουσιασμένος εξηκολούθησε.

Την ογδόην ημέραν από της εκδρομής των, τα πτώματα των δύο πνιγμένων ηλιεύθησαν πλησίον ερήμου ακτής. Το τρίτον δεν ευρέθη. Ω, τις θα διηγηθή τα συναξάρια των θαλασσομαρτύρων τούτων, των βιοπαλαιστών, των αξίων παντός οίκτου και συμπαθείας; Κατά παν έτος η θάλασσά μας ζητεί το θύμα της. Φρίκη και πένθος διαχύνεται ανά την μικράν μας νήσον.

Οι εχθροί όμως υποπτεύσαντες φαίνεται, δεν επλησίασαν ολοτελώς, αλλά κατασκοπεύοντες τον τόπον και περιεργαζόμενοι μακρόθεν, άμα απήντησαν τινά πτώματα της προλαβούσης μάχης, βεβαιωθέντες εξ αυτών περί του συμβάντος και φοβηθέντες, ωπισθοδρόμησαν αμέσως με βίαν.

Πώς! Είσαστε σεις εκείνη η μικρούλα πριγκηπέσσα, που την ανάθρεψα ως την ηλικία των έξη χρονών και που φαινόταν από τότε, πως θα γινότανε τόσο ωραία, όσο είστε σεις; — Είμαι η ίδια! Η μητέρα μου τετρακόσια βήματα από δω, είναι κομματάκια κάτου από ένα σωρό πτώματα. Του διηγήθηκα, τι μας συνέβη.

Σκόνταφτε στις ηφαιστειακές πέτρες, σκόρπιες εδώ κι εκεί, και του φαινόταν πως ο σεισμός που ανέφερε η παράδοση έγινε εκείνο το πρωί. Γυρόφερνε ανάμεσα στα χαλάσματα και είχε την εντύπωση ότι χρέος του ήταν να σκάψει, να βγάλει τα πτώματα κάτω από τα ερείπια, τους θησαυρούς του υπεδάφους, αλλά να μην μπορεί, έτσι μόνος που ήταν, τόσο αδύναμος, τόσο αβέβαιος από το πού ν’ αρχίσει.

ΑΓΙΟΣ ΔΗΜ. Αυτός τη γλώσσα μέσ' στο αίμα σας θα βρέξη των σκυλιών του δρόμου! Ο Χριστός θα κάνη να ραγίσουνε η πέτρες και να τρέξη μέλι, τους πιστούς για να χορτάση. Τα χώματα θα γλύψετε σεις οι εχθροί του. Πάνω από τα πτώματα βοάνε τα κοράκια. Πώς δεν τ' ακούτε. . . ΓΑΛΕΡΙΟΣ. Θα τον σφάξω, τη γης από να τέτοιο φείδι ν' απαλλάξω. ΕΥΝΙΚΗ. Έπιν' αυτός στο ίδιο με τα μας ποτήρι.

Κ' εκείνος απελπισμένος ερριχνόταν πάλι στον βυθό και άρχιζε νέο ψαχούλεμα, έπιανε αγώνα νέον, έβλεπε πάλιν αίματα και κρεάτων ξεσκλήδια και πτώματα γύρω του. Τέλος έφεξεν η αυγή και τα επρύμισε πάλι για το πέλαγο, η μηχανή του Πίπιζα. Ο Γρίτης από τα χθες είχεν ιδεί μια θέσι γεμάτη από μελάτι· καθαρό μελάτι· λειβάδι ατρύγητο.