Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025


Βεζύρη, γυρίζει και λέγει, έπαρέ τους από έμπροσθέν μου, διατί δεν υποφέρω πλέον να τους βλέπω, και κάμε να τους κόψουν τας κεφαλάς και των δύο, και ύστερα τα κορμιά τους να δοθούν εις βρώσιν των σκυλιών.

Αυτός όμως τραβούσε το δρόμο του, ήξερε πως κάτι τι τον φύλαγε σα φυλακτό απ' τη λύσσα των σκυλιών. Και είχε δίκαιο. Τα σκυλιά τρέχανε από πίσω του, τον ζυγώνανε να τον ξεσχίσουν με τα δόντια, μα μόλις τον ζύγωναν κάτι τα σταματούσε. Βάζανε την ουρά κάτω από τα σκέλια τους και φεύγανε με λυπητερές στριγλιές, σαν να τα είχε δαρμένα.

Παντρεύθη ένα ραβδί η καπετάνισσα και τριγυρνά τις ρούγες. Και το ραβδί σκέβρωσε μαζή της. Φαγώθηκε πάνω στα καλδερίμια του νησιού. Ξεσχίσθηκε από τα δόντια των σκυλιών. Λύγισε από το βάρος του κορμιού. Παραπατούσε η γρηάΣτάθαινα, έτριζε το ραβδί σιμά της. Έπεφτε η γρηάΣτάθαινα να κοιμηθή, έγερνε και το ραβδί στην αγκαλιά της.

Είπε, και πρόθυμα άκουσε ο μαχητής Μενέλας, κι' έκραξε κι' η γερή φωνή ακούστη απ' άκρη ως άκρη «Αδρέφια, πρώτοι οπλαρχηγοί των Αχαιών κι' αρχόντοι, π' απ' τα κοινά μας θρέφεστε στου βασιλιά Αγαμέμνου και στου Μενέλα, κι' ο καθείς με την εφκή του Δία 250 τιμή και δόξα χαίρεται και το λαό του ορίζει· χώρια εδώ μούναι δύσκολο κάθε άντρα να ξανοίξω μέσα στο πλήθοςτι η φωτιά τόσο λυσσάει της μάχηςμα ας τρέξει μόνος του ο καθείς, και μην καταδεχτείτε να γίνει ο Πάτροκλος σκυλιών στο κάστρο πανηγύρι255

Κει κάτω, στην καλύβα, ο Τριστάνος και η Βασίλισσα κοιμώντανε σφιχτά αγκαλιασμένοι. Ξαφνικά, ο Γκορνεβάλης άκουσε το θόρυβο κοπαδιού σκυλιών: με μεγάλη ορμή τα λαγωνικά κυνηγούσαν ένα ελάφι, που είχε ριχτεί στη χαράδρα. Μακρυά, στην πεδιάδα, φάνηκε ένας κυνηγός. Ο Γκορνεβάλης τον εγνώρισε: ήτανε ο Γκενελόν, ο άνθρωπος που περισσότερο απ' όλους μισούσε ο Τριστάνος.

Τα όπλα τους γυάλιζαν ανάμεσα στις σκλήθρες της όχθης και το ξεψυχισμένο γαύγισμα των σκυλιών από μακριά φανέρωνε το πέρασμά τους.

Τα παράθυρα της ακρογιαλιάς γεμίσανε γυναίκες και κοριτσόπουλα. Τα παιδιά τρέχανε με σάλτους και φωνές στο μώλο κ' έσπρωχνε το ένα το άλλο να ζυγώσουνε, μα δεν κοτούσανε απ' το φόβο τους. — Άκου νακούσης, είπε πάλι ο Γιάννης ο Μελαχροινός ρουφώντας τον ναργιλέ του. Εδώ σε θέλω να ιδής τ' είνε το μυαλό του ανθρώπου. Αυτός, μάτια μου, έμαθε και τη γλώσσα των σκυλιών. Γαβ-γαβ!

Τα σκυλιά τα μέρωσαν γλήγορα με συνηθισμένο μαύλισμα· έπειτα έφεραν στην πηγή το Δόρκωνα, δαγκωμένο στα μεριά και στους ώμους, του έπλυναν τις δαγκωματιές, όπου είχαν μπει τα δόντια των σκυλιών, και ύστερα του έβαναν επάνω χλωρή φλούδα φτελιάς, αφού την καλοκοπάνησαν.

Το είδες που το παράσερνε η θάλασσα· με πόσα καλά νομίζεις πως ήτανε γεμάτο; και πόσα ρούχα χαθήκανε μονομιάς; και πόσα στολίδια των σκυλιών; και πόσα λεφτά; μπορούσε κανείς ν' αγοράση τούτα εδώ τα χτήματα, αν τα είχεν εκείνα. Για όλ' αυτά θέλουμε να πάρουμε σκλάβο τούτονε τον κακό γιδάρη, που βόσκει τα γίδια ερχάμενος στη θάλασσα σαν ναυτικός. Τέτοια κατηγορία έκαμαν οι Μεθυμνιώτες.

Έδωσε στους σκύλους την καρδιά, και τάντερα, κι' έδειξε στους κυνηγούς πώς πρέπει να γίνεται με τη σάλπιγγα η πρόσκλησις και το τάισμα των σκυλιών. Έπειτα έβαλε απάνω σε διχάλες τα καλοκομμένα κομμάτια τον ελαφιού και τάδωσε στους κυνηγούς: Στον ένα το κεφάλι, στον άλλο τα πισινά και τα μεγάλα φιλέτα, σ' άλλους τους ώμους, σ' άλλους τα μπούτια, και σ' άλλον τα πόδια.

Λέξη Της Ημέρας

αργογλιστρά

Άλλοι Ψάχνουν