United States or North Macedonia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ακούστηκαν και των βοϊδιών θρηνητικά μουγκρίσματα κ' είδανε μαζί με τα μουγκρίσματα και κάποια άταχτα τρεχάματα· και καθώς ενόμιζαν οι βοσκοί κ' οι γιδάρηδες, αυτά ήταν το μοιρολόι των βοϊδιών για το γελαδάρη που πέθανε. Κ' ύστερις από το θάψιμο του Δόρκωνα, λούζει η Χλόη το Δάφνη, αφού τον επήγε στις Νύμφες και τον έμπασε στη σπηλιά.

Μα τα σκυλιά, που φυλάνε τα πρόβατα και τα γίδια από πίσω ακολουθώντας, καθώς έψαχναν με τη μύτη, όπως συνηθίζουν τα σκυλιά, μόλις ανακάλυψαν το Δόρκωνα που σάλευε για να επιτεθή του κοριτσιού, αφού εγαύγισαν άγρια, εχύμιξαν απάνω σε λύκο και σαν τον ετριγύρισαν, προτού να σηκωθή καθόλου από τη σαστισμάρα του, δάγκωναν το τομάρι.

Κι ο Διονυσιοφάνης όντας καλοκαιριά, έστρωσε εκεί εμπρός στη σπηλιά χλωρά φύλλα κι αφού εκάθισε χάμω όλους τους χωριάτες τους έβανε πλούσιο τραπέζι. Ήτανε εκεί ο Λάμωνας κ' η Μυρτάλη, ο Δρύαντας κ' η Νάπη, του Δόρκωνα το συγγενολόι, του Φιλητά τα παιδιά, ο Χρώμης κ' η Λυκαίνιο· δεν έλειπε μήτε κι ο Λάμπης που τόνε συχώρεσαν.

Κ' η Χλόη του τα ιστορεί όλα· την τρεχάλα της στο Δόρκωνα· το συνήθιο των βοϊδιών· πώς την ορμήνεψε να παίξη το σουραύλι και ότι πέθανε ο Δόρκωνας· μόνο από ντροπή για το φιλί δεν είπε. Αποφασίσανε λοιπόν να τιμήσουνε τον ευεργέτη τους· κι αφού πήγανε με το συγγενολόι τους, θάφτουνε τον άμοιρο το Δόρκωνα.

Κι όταν άρχιζε το χυνόπωρο και το σταφύλι ήτανε στον καιρό του, κουρσάροι από την Τύρο με τρεχαντήρι Καρικό, για να μη φαίνουνται βάρβαροι, έπιασαν στην εξοχή αυτή· και βγαίνοντας με σπάθες και μισοθωράκια, διαγούμισαν όλα όσα βρήκαν εμπρός τους· κρασί μοσκάτο, στάρι μπόλικο, κερήθρες· άρπαξαν κι από το κοπάδι του Δόρκωνα μερικά βόιδια. Πιάνουν και το Δάφνη, που τριγυρνούσε κοντά στη θάλασσα.

Κ' οι κουρσάροι, αφού έλυσαν γλήγορα το παλαμάρι και πήρανε τα κουπιά στα χέρια, ανοίγονταν στο πέλαγος. Τότε κ' η Χλόη οδηγούσε το κοπάδι, φέρνοντας δώρο στο Δάφνη ένα καινούργιο σουραύλι. Μα όταν είδε τα γίδια τρομαγμένα κι άκουσε το Δάφνη να τήνε φωνάζει πάντα πιο δυνατά, παρατάει τα πρόβατα, πετάει το σουραύλι και φτάνει τρεχάτη στο Δόρκωνα για να τον παρακαλέση νάρθη σε βοήθεια.

Κι αυτή τότε πρώτη φορά έλουσε εμπρός στο Δάφνη το κορμί της, το λευκό και που άστραφτε από ομορφιά και που δεν είχε ανάγκη από λουτρό για να ομορφήνη· κι αφού έκοψαν άνθη, όσα άνθη ήτανε στην εποχή αυτή, εστεφάνωσαν τ' αγάλματα και το σουραύλι του Δόρκωνα σαν τάμα το κρεμάσανε στο βράχο. Ύστερα επήγανε κ' εξέταζαν τα γίδια και τα πρόβατα.

Τα σκυλιά τα μέρωσαν γλήγορα με συνηθισμένο μαύλισμα· έπειτα έφεραν στην πηγή το Δόρκωνα, δαγκωμένο στα μεριά και στους ώμους, του έπλυναν τις δαγκωματιές, όπου είχαν μπει τα δόντια των σκυλιών, και ύστερα του έβαναν επάνω χλωρή φλούδα φτελιάς, αφού την καλοκοπάνησαν.