Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 25 Μαΐου 2025
Μα αφτός γιομάτος θάρρος πάντα πότε όρμαε στο σωρό, πότε έστεκε αλυχτώντας τρομαχτικά, μα πίσω πια δε σάλεβε ούτε βήμα. 160 Κι' όπως λιοντάρι που ψοφάει της πείνας δε μπορούνε βοσκοί λαγκαδοκοίμητοι από σφαχτό να διώξουν, έτσι κι' οι Αίιδες, οι διο χαλκόφραχτοι ασπιστάδες, τον Έχτορα απ' τον Πάτροκλο να σκιάξουν δε μπορούσαν.
Κ' ενώ 'μιλούσαν, έφθαναν οι χοίροι και οι βοσκοί τους• τους έκλεισαν να κοιμηθούν 'ς τα μαθημένα μέρη, 410 και φοβερός έβγαινε αχός των χοίρων 'που εμανδρίζαν. και τους συντρόφους πρόσταξεν ο θείος χειροτρόφος• «Διαλέξετε και φέρετε τον κάλλιον απ' τους χοίρους, του ξένου, 'που 'λθε από μακρυά, γι' αγάπη να τον σφάξω, και θα καλοπεράσουμε κ' εμείς, 'που ολοκαιρής μας 415 κακοπαθούμεν αφορμής των λευκοδόντων χοίρων, και απλέρωτα τον κόπο μας τον καταφθείρουν άλλοι».
Κι' αφτά να! αμέσως πρόβαλαν, και διο βοσκοί ξοπίσω 525 μ' αβλούς γλεντούσαν δίχως πριν την πονηριά να νιώσουν. Μα οι άλλοι πριν που τάδανε, χοιμούν και χέρι χέρι πέφτουν κοπαδιαστοί κι' αρπούν τα τραχηλάτα βόδια, σωρούς τ' αρνιά τ' ασπρομάλλα, και τους τσοπάνους σφάζουν.
— Δεν ξέρω στην πάρα πάνω σκάλα, είπε με πικρόν πόνον τρωθείσης αξιοπρεπείας, ρίπτων εμφαντικόν βλέμμα προς τους επισκέπτας ο ποιμήν, δεν ξέρω αν οι σοϊλήδες, αυτοί που κάνουν τον άρχοντα, στρέγουν να τους κουμαντάρουν η γυναίκες τους· μα ημείς οι βοσκοί το καταδεχόμαστε με κανέναν τρόπο!
Κάτω από το δέντρο, οι βοσκοί καθισμένοι καταγής, οι γυναίκες με τα κάνιστρα στο χέρι, ο παπάς με ένα δισάκι ριγμένο στους ώμους σαν σάλι για να προφυλαχτεί από την υγρασία, τα παιδιά που γελούσαν, τα σκυλιά που κουνούσαν την ουρά και κοίταζαν τ’ αφεντικά τους μες στα μάτια περιμένοντας να γλείψουν το κόκαλο, όλα θύμιζαν τη γλυκιά γαλήνη μιας βιβλικής σκηνής.
Οι γεωργοί, τους οποίους οδηγούν εις την σποράν και εις τους οποίους εκμυστηρεύονται τους θείους νόμους του στερεώματος και οι βοσκοί, τους οποίους συντροφεύουν εις το νυκτοσκάρισμα, ομολογούν την αγαθότητα των και μεταδίδουν από γενεάς εις γενεάν ότι η αθωότης είνε αιωνία. . . . . Σ
Οι τρεις νεαροί βοσκοί, κρατούντες τας λαμπάδας των χαμηλά με την αριστεράν, περισκέποντες το φως με την δεξιάν από της προσπνεούσης νυκτερινής αύρας, ενώ η σελήνη, υψηλά αναπλέουσα τον ουρανόν, είχε κρυφθή εις σύννεφα, έτρεξαν πρώτοι εμπρός, ο δε πρώτος αναγγείλας την είδησιν αιπόλος ήρχετο οπίσω.
Συνεπαρμένος από την επιτυχία του ο τυφλός ζωήρεψε, σηκώθηκε, διηγήθηκε την ιστορία της Θάμαρ με τις πίτες. Οι βοσκοί γελούσαν δίνοντας μεταξύ τους και καμιά αγκωνιά. Έφεραν γάλα, ψωμί και έδωσαν και μερικά κέρματα στον τυφλό.
Πλησίον της στενής ατραπού, εις μικράν απόστασιν αλλήλων, υπάρχουν δύο φρέατα, και αι γυναίκες αι ιδρευόμεναι εκείθεν είνε πολύ ωραιότεραι, και οι ροδοκόκκινοι και ζωηρόφθαλμοι μικροί βοσκοί, οι οποίοι κάθηνται ή παίζουν πλησίον των φρεάτων, με τας ανοικτοχρόμους ανατολικάς ενδυμασίας των, αποτελούν μίαν φυλήν, ευτυχεστέραν και ζωηροτέραν της οποίας ουδαμού αλλού της γης βλέπει ο περιηγητής.
Ενώ λοιπόν αναγκαστικά έμεναν όλοι κλεισμένοι, οι ζευγολάτες κ' οι βοσκοί χαιρόντανε επειδή εγλυτώνανε για λίγο καιρό από τους κόπους και πουρνιάτικα φαγιά έτρωγαν κ' εκοιμόνταν πολλές ώρες, ώστε ο χειμώνας τους εφαινόταν κι από το καλοκαίρι, κι από το χυνόπωρο κι απ' αυτή την άνοιξη πιο γλυκός.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν