United States or Madagascar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τα παιδιά δεν μπορούνε να φτιάσουνε με το νου τέτοια πράματα. Ωστόσο ο Σβεν δεν είταν ο ίδιος αυτό τΟ καλοκαίρι. Χωρίς καμιά αφορμή έλεγε άξαφνα πως είταν κουρασμένος και τότε ήθελε να μένη ξαπλωμένος στη χλόη με το κεφάλι ακκουμπημένο στην αγκαλιά της μαμάς. Ή ερχότανε στον μπαμπά και τον παρακαλούσε να τον πάρη στα χέρια.

ΣΗΜ. Εδώ αφίνουμε μερικά, που δεν φαίνουνται χρειαζούμενα για το σκοπό του βιβλίου. ... ανάδες μπορούνε να φανταστούν τι σημάδια μας αφίνουν τα λόγια και τα καμώματά τους, τι φυλαχτήρια καταθέτουνε στην καρδιά μας, έπρεπε κι από βασίλισσες να γίνουνται πιο περήφανες.

Και ποτέ άλλη φορά δε στάθηκε η Έλσα τρυφερότερη μαζί μου, παρά όταν παρατηρούσα τις στιγμές αυτές της σιωπηλής λύπης, που θα είχα το δικαίωμα να την ονομάσω αδικαιολόγητη, αν δεν υπάρχανε άλλα αίτια όξω από εκείνα, που οι άνθρωποι μπορούνε να τα εκφράζουνε με λόγια. Την εποχή αυτή είχανε μεγαλώσει τα παιδιά μας.

Είναι αλήθεια, πως ήτανε λιγάκι θλιβερό· γιατί οι συμπότες βρέχαν το ψωμί τους με δάκρυα. Αλλ' ο Παγγλώσσης τους παρηγόρησε, βεβαιώνοντάς τους, πως τα πράγματα δε μπορούσαν να γίνουν αλλιώς. Γιατί έλεγε, όλ' αυτά είναι όσο μπορούνε καλύτερα· γιατί αν υπάρχη ένα ηφαίστειο στη Λισσαβώνα, αυτό δε μπορούσε νάναι αλλού γιατί είναι αδύνατο τα πράγματα να μην είναι κει που είναι· γιατί όλα είναι καλά.

Και όμως θέλει και πρέπει να το κρατήση. Είνε μεγάλο κατόρθωμα. Ένας πρόγονος του Ευμορφόπουλου το είπε τόσο δυνατά και τόσο μεγαλόπρεπα σ' ένα του λόγο Επιτάφιο. «Εκείνο που μας άφησαν οι παππούδες μας, είπε, δεν το χάσαμε παρά το μεγαλώσαμε κι όλας». Τι ευτυχισμένοι άνθρωποι αληθινά! Εκείνος που είνε σε θέση να το ειπή κ' εκείνοι που μπορούνε να τ' ακούσουνε χωρίς απιστιά.

Κ' εκείνοι άμα έμειναν μονάχοι επειδή τότε πρωτάκουσαν για έρωτα, τους πλάκωσε την ψυχή κάποια λύπη και τη νύχτα όταν εγύρισαν στα σπίτια τους, παράβαναν τα δικά τους με τα όσα άκουσαν: — Πονούν οι ερωτευμένοι· κ' εμείς πονούμε. Δεν τους μέλει για φαΐ· κ' εμάς το ίδιο δε μας μέλει. Δε μπορούνε να κοιμηθούνε· μα κ' εμείς τώρα υποφέρνουμε το ίδιο.

Μα πιθυμούσα να έκανες και συ το ίδιο απέναντί μου. Ένοιωσα πάντα λύπη γιατί δεν το έκανες. Είδα πως σ' όλα αυτά είτανε κάτι που τη βασάνιζε περσότερο παρότι μπορούνε να το πούνε λόγια. Μα δε μάντεψα τι είτανε. — Νόμιζα πάντα πως ήθελες να είμαι όμοια με σένα, είπε. Έτσι νόμιζα και το είπα και σ' άλλους. Όταν πίστευα πως δεν μπορούσα να μιλώ μαζί σου, μιλούσα με ξένους.

Όσο θωρείς ολόμπροστα το βασιλιά Αγαμέμνο π' όλο με τ' όπλο του χοιμάει και λόχους π' αλωνίζει, πόδιζε ως τότες, κράζοντας στα παλικάρια, πίσω να περιορίζουν τους οχτρούς όσο μπορούνε πάντα· 205 μα από κοντάρι αν χτυπηθεί ή φάει καμιά σαΐτα και μπει στ' αμάξι, τότες πια θα σου χαρίσει νίκη να σφάζεις κι' ως στα γλήγορα να κυνηγάς καράβια, όσο να σκοτεινιάσει η γης και βασιλέψει ο ήλιος

Μα σα δε θέλει, δεν μπορώ και να τση βάλω το σκοινί στο λαιμό. Μα και δε σου ταιριάζει τουλόγου σου μια γυναίκα σαν τη Μαργή γή σαν την Πηγή. Αυταίς είνε μικροκοπελιές ακόμη και δεν μπορούνε να ξεδιακρίνουνε το κακό απού το καλό. Μουδέ ν' αγαπήσουνε και να λατρέψουνε τον άντρα που θα πάρουνε δεν κατέχουνε. Ο νους τως είνε άπηχτος ακόμη.

Ούτε ξένοι στοχασμοί, που τραβούνε το δικό τους δρόμο, ούτε φαντασιοπληξίες, ούτε πόθοι μπορούνε νανυψώσουνε την ψυχική αυτή διάθεση, που πηγάζει μέσα από τη ζωική δύναμη.