United States or Philippines ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΖΕΥΣ. Εύγε. Ο Δάμις δεν θα ήθελε καλλίτερον μάρτυρα από σένα διά να μας αποτελειώση. Αλλά ποίος είνε αυτός που έρχεται βιαστικός, ο χάλκινος, με τας ωραίας γραμμάς και τας αρμονικάς αναλογίας, ο οποίος έχει την κόμην αναδεμένην κατά τον αρχαίον τρόπον; Φαίνεται ότι είνε ο αδελφός σου, Ερμή, ο οποίος μένει εις την αγοράν πλησίον της Ποικίλης Στοάς.

Το Γεράκι που απετάει, Και θροφή να βρη γυρεύει Κούοντάς το ογληγορεύει, Καταπάνω του χυμάει· Στα ποδάρια του τ' αρπάζει. Στον αγέρα το σηκόνει· Σ' άλλο μέρος χαμπηλόνει· Για φαγή του το τοιμάζει. Το Αηδόνι το καϋμένο, Βλέποντας το θάνατό του, Προς τον άσπλαχνον οχτρό του Λέγει παραπονεμένο. Αφινέ με έτζι να ζήσης. Μια χαψιά κορμί για σένα Είναι είδος στα χαμένα· Αλλο βρες να κυνηγήσης.

Άφινέ με έτζι να ζήσης. Μια χαψιά κορμί για σένα 370 Είναι είδος στα χαμένα· Άλλο βρες να κυνηγήσης. Αν με φας, τι θ' απεικάσης; Σου χρειάζεται κάνα άλλο Απετούμενο μεγάλο, 375 Κι' όχι εγώ, για να χορτάσης. Το Γεράκι λέει σ' εκείνο, Για το αβέβιο όπιος τρέχει Μέτρα γνώσις δεν κατέχει· Και για ταύτο δε σ' αφίνω. 380 Κάλλια πέντε και στο χέρι, Πάρα δέκα και καρτέρει

Ο κόσμος όλος μάρτυς μου, Εδμόνδε, σε κηρύττω αυθέντην μου και άνδρα μου! ΓΟΝΕΡ. Να τον χαρής ελπίζεις; Η άδεια δεν κρέμαται από την θέλησίν σου. ΕΔΜ. Ούτ' από 'σένα κρέμεται. ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Ναι, νόθε, απ' εμένα! Να τυμπανίσουν πρόσταξε και διαλάλησέ το, ότι είσαι άνδρας μου! ΔΟΥΞ ΑΛΒ. Σιγά! Έχω κ' εγώ τον λόγον! Εδμόνδε, είσαι ένοχος εσχάτης προδοσίας! Σε συλλαμβάνω, — με αυτό το χρυσωμένο φίδι!

Τότες της είπε των θεών κι' ανθρώπωνε ο πατέρας «Ήρα, δα κάθε μου σκοπό να μάθεις μην τ' ολπίζεις· 545 θαρρώ θαν τόβρεις δύσκολο κι' ας σ' έχω και γυναίκα. Μα αν είναι τίποτα σωστό ν' ακούσεις, από σένα δε θαν το μάθει πριν κανείς, μήτε θεός μήτ' άντρας· μα κι' ότι θέλω απ' τους θεούς να λογαριάσω χώρια, αφτό μην το ψιλορωτάς, μην το συχνοξετάζεις550

Κορύβαντες και Πάνες! ου! τώρα μου φορτώθηκε κι' άλλο κακό μεγάλο, χειρότερ' από τάλλο! Έλα μαζύ μου απ' εδώ και μη με κοροϊδεύης. ΝΕΑΝΙΑΣ Βρε θα με κομματιάσετε, κακός ψυχρός σας χρόνος! Β' ΓΡΑΥΣ Σ' εμέ ναρθής προστάζουνε του νόμου τα γραμμένα. Γ' ΓΡΑΥΣ Όχι κι' αν έβγη μια γρηά πειό άσχημη από σένα.

Εγώ δε είχα μόνον εσένα, όπως η Σαπφώ τον Φάωνα, και δεν είχα μάτια για άλλον, ούτε άνοιγα την πόρτα μου εις άλλον παρά σε σένα• διότι ενόμιζα η ανόητη ότι οι όρκοι σου ήσαν αληθινοί και για σένα ήμουν φρόνιμη, ως η Πηνελόπη, και δεν έδιδα προσοχή εις την μητέρα που θύμωνε και με κατηγορούσε στις φιλενάδες μου.

Σε ποιον, σε ποιον άλλονε παρά &Σε Σένα&, της Ζωής μου και της Ψυχής άγγελέ μου παρήγορε, που στα γλυκόλαλά σου τα νανουρίσματα, στα παραμύθια σου τα πανώρια, — της φαντασίας σου και της Μάνης μας ξόμπλια αχτιδοΰφαντα, — ανάθρεψές μου το νου, το αίοθημα ανάστησές μου, εφύσηξες μέσα μου, με την τρανή την ψυχή σου μαζί, τον έρωτα τον απέραντο στην Αθάνατη τη Λαλιά Σου;

Ο Τζατσίντο τότε κατέβασε το κεφάλι και κοίταξε τα χέρια του. «Βλέπεις; Βλέπεις; Ούτε μια λέξη πόνου δεν βγάζεις από το στόμα σου! Ούτε ένα δάκρυ! Και να σκεφτείς ότι πέθανε για σένα, άθλιε! Πέθανε από τον πόνο της για σένα.» Ο ώμος του Τζατσίντο άρχισε να τρέμει.

Μα έτσα που δεν τση φταίω 'γώ, δε θέλω να μου φταίξη κιαυτή, να κάψη το παιδί μου. Για σένα 'γώ φοβούμαι, Γιώργη μου. — Εγώ δε φοβούμαι. — Μην το λες αυτό, Γιώργη, γιατί εσύ δεν κατές.