United States or Senegal ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΑΜΛΕΤΟΣ Τι; Ποιος θα 'ναι ο φόβος; Δεν λογαριάζω ουδέ βελόνι την ζωήν μου· όσο διά την ψυχήν μου, τι μπορεί να πάθη από αθάνατο πνεύμ' αθάνατη κ' εκείνη; Με καλεί πάλι πέρα· θα το ακολουθήσω.

Κι ο στεναγμός μαζί με το στοχασμό του τον αλάφρωσαν για καλά. Είχε την πεποίθηση πως η μάννα του επλάσθηκε κ' ήταν αληθινά αθάνατη. Ούτε αρρώστια, ούτε φόνος, σκοινίπαλούκι, ότι κι αν μεταχειρίζονταν τα παιδιά της είτε οι ξένοι εναντίον της, ήταν ικανά να την πεθάνουν. Αν πέθανε τώρα, δεν ήταν αίτιος αυτός, όχι. Αυτός σε τίποτα δεν έφταιγε.

Δε φυλάξετε μόνο το χάρτινο θησαβρό, των αρχαίων τα γράμματα· μέσα μέσα στη γλώσσα τη σημερνή βαστάξετε την αρχαία την ίδια, το ζωντανό θησαβρό. Εσείς είστε η αλυσίδα που μας ενώνει με την αρχαιότητα, με την αθάνατή μας μητέρα. Φανταστήτε τι χαρά θα περεχούσε σήμερα την καρδιά της Εβρώπης, αν άξαφνα βρίσκουνταν κανένας στίχος προομηρικός! Δε θα είταν ανάγκη να είναι ο στίχος ωραίος.

Κανένας βέβαια δε θα πιστέψη που βάσταξε ο ποταμός την ίδια χυμική σύγκραση, που είναι το ίδιο κι απαράλλαχτο νερό. Κανείς όμως πάλε δε θα πη που δεν είναι ο ίδιος ποταμός, που δε βγαίνει από την ίδια αθάνατη πηγή. Έτσι και με τις γλώσσες. Πάντα μας δείχτουν καινούριες εικόνες, ιδέες καινούριες.

Ως τόσο άξαφνα, και με τα φτερούγια της αστραπής που τη λένε &Noυ&, από του Κωσταντίνου τη χώρα, την πεντάμορφη σκλάβα, βρεθήκαμε στου Κέκρωπα την ολόχαρη, την αθάνατη την Ακρόπολη. Είναι νύχτα βαθειά, μα το βάθος της λάμπει διάφανο, ξάστερο, καθάριο, αμέτρητο. Λες κι όλου του Άπειρου οι Πλανήτες κ' οι Ήλιοι φανερώνουνται και γλυκοφέγγουν εδώ. Αψηλά, πάντα αψηλά να κοιτάζουμε από τέτοιους τόπους.

Από τη Μηκύνα στ' Άργος, από τ' Άργος στη Σπάρτη, από κει στην Αθήνα, στη Θήβα, στην Κόριθο, πετούσε και πήγαινε η Αθάνατη Αρετή, ακολουθούσε κατάλαμπρη η θεία η Τέχνη και της έστηνε, όλο της έστηνε μνημεία κι αγάλματα.

Περεχυμένη στους κάμπους και στα βουνά, περεχυμένη στης θάλασσας τους αφρούς, στα πρασινόφορα τα Νησιά, με πέφκους πέφκους ολόγυρά σου, με τον ουρανό σου τον ολόλαμπρο, παντού σε ξανοίγω, παντού σε προσκυνώ, παντού σε λατρέβω, αθάνατη μου εσύ ψυχή της Ρωμιοσύνης. Γραμμένο στο Ροσμαπαμόνι, τρίτη, 8 τ' Άη Δημήτρη, 1901.

Σέβουμαι και την αθάνατη γλώσσα και μένα τον ίδιο που τη γράφω. Κ' έτσι κατωρθώσαμε πράματα μεγάλα. Το θάνατο σκοτώσαμε. Να σκοτώναμε τώρα λιγάκι και τους δασκάλους, καλό θάτανε. Από κει βγαίνει ζωή. Ο πρόθυμός σας. Παρίσι, 9 του Απρίλη, μέρα Κεριακή, 1893.

Και το θερίζει ο θάνατος άσπλαχνα κάθε 'μέρα· Νεκροταφείο έγεινε κι' αρρώστεια πέραπέρα. Το Μεσολόγγι...κλάψτε το! θα πέση, δεν βαστάει, Και κλάψετε μαζύ μ' αυτό και την Ελλάδα ακέρηα·ολίγο μόνη μέσα του η Δόξα θα γυρνάη, Η Δόξα, η αθάνατη 'σάν τα λαμπρά τ' αστέρια. — Ψωμί, μπαρούτι, βόλι, Ψωμί! — φωνάζουν όλοι Και δυο τους μένουν μοναχά, δυο απόφασαις να κάνουν.

Ύμνο μεγαλόστομο έψελνε η πλάσις όλη στη ζωή, την αθάνατη και την πανώρια. Κ' εγώ αθέλητα έπεσα στα γόνατα και μ' επήραν τα δάκρυα. Αχ ναι· δεν φαίνεται όμορφος ο κόσμος στον άνθρωπο παρά όταν κινδυνέψη να τον χάση!