United States or Comoros ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότε ο τεχνίτης απαντάει θεός απ' τ' αργαστήρι «Τι λες, καλέ; Θεά 'ναι αφτή που σέβουμαι λατρέβω, που μ' έσωσε όταν έπαθαμε το να πέσω αλάργα395 από λωλιά της μάννας μου, που η σκύλα να με κρύψει ζητούσε, τι είμουνα χωλός. Θα σβούσα τότε ο έρμος, η Θέτη αν δε με δέχουνταν στα βαθιά κι' η Βρυνόμη, κόρες κι' οι διο τους τ' Ωκιανού με το πλατύ το ρέμα.

Φίλε μου και πατριώτη μου, όποιος κι αν είσαι, τη γνώμη σου τηνε σέβουμαι, πάρε όμως παράδειγμα του Χαφίση το δόντι, πάρε και το Χαφίση τον ίδιο και με προσοχή ψυχολόγησέ τον. Το φυσικό του δεν άλλαξε. Οι ίδιες οι περίστασες τα ίδια βάσανα θα γεννήσουν. Ας κάνουμε όμως τώρα τόπο, επειδή Άγιος περνάει. Ξέρεις πως οι τρελλοί αγιάζουν κατά τον Τούρκο.

Και να της πης της φιλενάδας σου της Κουταλιανής να πάη να τα λέη αυτά στη Βρύση, εκεί που το θολώνουν το τρεχάμενο το νερό οι γλωσσούδες οι πλύστρες με τα βρώμικα λόγια τους. Αυτό το σπίτι χτίστηκε σε θεμέλ' αρχοντάδικα, κι αρχοντάδικη στέγη του πρέπει. Δέσπω. Παιδί μου, σε τιμώ και σε σέβουμαι για την ξακουσμένη τη φρονιμάδα σου.

Σέβουμαι και την αθάνατη γλώσσα και μένα τον ίδιο που τη γράφω. Κ' έτσι κατωρθώσαμε πράματα μεγάλα. Το θάνατο σκοτώσαμε. Να σκοτώναμε τώρα λιγάκι και τους δασκάλους, καλό θάτανε. Από κει βγαίνει ζωή. Ο πρόθυμός σας. Παρίσι, 9 του Απρίλη, μέρα Κεριακή, 1893.

Προσπαθώ να σας μιλήσω γραικικά. γιατί θωρώ χρέος του καθενός, όσο μπορεί και με τα μικρά του μέσα, να σπουδάξη, να καλλιεργήση, αν είναι δυνατό μάλιστα, και να γράψη την εθνική του γλώσσα, τη γλώσσα που του έμαθε η μάννα του. Πολύ σέβουμαι το λαό. Λαός είμαι και γω. Να τον ξεπέσω, με φαίνεται που κι ο ίδιος ξεπέφτω. Ξέρω που πάντα θα βρεθή κανένας άλλοςκανένας φίλος πιστός να με κατηγορήση.

Στόν κόσμο καλό κι' αφτό όταν έχει νου γερό ο μαντατοφόρος. Καημό όμως τόχω της καρδιάς, πάει να μου φέρει φρένια, που εμένα τον ισότιμο, γραμμένονε όμιας μοίρας, να μ' αποπαίρνει όλο ζητάει με θυμωμένα λόγια. 210 Μα τώραεγώ τον σέβουμαιδεν επιμένω, ας είναι. Μα άκου, άλλο λόγο θα σου πω, που δέν απλή φοβέρα.

Πάγωσαν όλοι ιδόντας το το πλουμισμένο φίδι χάμου στη μέση, του Διός του αστραπεφτή σημάδι. Τότες αμέσως σίμωσε ο άξιος Πολυδάμας 210 τον αντριωμένονε Έχτορα· και τούπε αφτά τα λόγια «Έχτορα, πάντα, όταν μιλώ, σαν κάπως μ' αποπαίρνεις, κιάς λέω σωστά, τι τάχας μου μηδέ τεριάζει, εγώ όντας απλός πολίτης, σε βουλές ή μάχες ν' αντιστέκω· χρέος μου λες να σέβουμαι τους ορισμούς σου πάντα.