Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 6 Μαΐου 2025
Κατά τις οχτώ η ώρα την αβγή, που εσήμανε της Επιστασίας το κουδούνι νανοίξουν τα δωμάτια, να βγούνε στον περίπατο μες το κατάστενο για τόσον κόσμο προάβλιο οι φυλακισμένοι· ο Βλαχογιώργος, αρχιφύλακας και σήμερα πάλι, κρατώντας στο χέρι κρεμασμένα μιαν αρμαθιά κλειδιά γιαλιστερά κι άσπρα απ το πολύ το τρίψιμο και τ' ολημερινό ανοιγόκλειμα, διαβαίνοντας με τον Επιστάτη μαζί μπροστά στις σιδερόφραχτες τις πόρτες των κελιών, — που σκοτεινά και ανήλιαστα εφάνταζαν υγρές και κρυερές σπηλιές στης τάπιας της ολόχοντρης τα βαρυθέμελα τειχιά ανοιγμένες, και έσφιγκαν θανατικά στα βρώμικα τα βάθη τους, ένα φουρκί τόπον εκεί, ολόκληρον κόσμον πεθαμένον κι ολοζώντανο· — έστρυφτε στα βαριά λουκέτα τα κλειδιά, έσερνε με κρότον πολύ και τους βαριούς τους μάνταλους· άνοιγε τις σιδερόφραχτες τις πόρτες που έτριζαν στις ρίζες τους χοντρές και βαρυκίνητες, κ' εφώναζε αδιάκοπα διαβαίνοντας από πόρτα σε πόρτα, με τον Επιστάτη ξοπίσω·
Για την αγάπη του φοβάται ή για την τιμή του; Αν είναι φιλότιμο, τι μας πειράζει εμάς; Ο ίδιος σου λέει πως μίσος δεν έχει και πως φρόντισε μόνο να πεθάνη έντιμος. Μην κοιτάζης που ξεστομίζει μια φορά μπροστά στη Δεσδεμόνα και κάτι βρώμικα λόγια — εμείς τουλάχιστο τα δασκαλέψαμε, γιατί εκεί που μιλεί εγγλέζικα ο ποιητής, βάλαμε λέξες αρχαίες· μην κοιτάζης που είναι σαν το μπακίρι η θωριά του.
Η Γκριζέντα ακούμπησε τον κουβά στο κάθισμα και έπεσε επάνω στο μωρό που της χαμογελούσε από το στρώμα κουνώντας τα ποδαράκια του στον αέρα και προσπαθώντας να τα πιάσει με βρώμικα χεράκια του. Του φίλησε τον ποπό, βυθίζοντας τα χείλη της στην τρυφερή σάρκα στα σημεία όπου οι αυλακιές σχημάτιζαν ροζ και βιολετί γραμμές.
Όλοι με τα μαλλιά μακριά, λυγδιάρικα και αξάγκλεγα, που εκρέμαγαν κ' εσκέπαζαν τα μάτια τους μπροστά κι άφξαιναν τη φριχτή τους όψη· και όλοι με ένα σβυσμένο ανάβλεμμα υγρό, που εχώνεβε σε αφάνταστην αγριότη. Έπαιρναν τις παλιοκασέλες πίσω τους, κ' εσήκωναν μπόγους τα ξεφτισμένα βρώμικα παλιοκούρελα πάνω στους ώμους τους, που τα μεταχειρίζονταν στρώματα ή παπλώματα.
Θαρπάξη από τα νύχια τους τα βρώμικα, Να δοξοστεφανώση τον Τρανόν Τραγουδιστή· Και θα τον πμ : Μ ε σ ί α ή Ν τ ά ν τ η Του . . . Πώς ήθελα να ζούσα να τα ιδώ! Πώς ήθελα να ζήσω να τακούσω ! Ο ΑΡΧΙΦΥΛΑΚΑΣ Κarl Dietrich 0ι σάλπιγγες βαρύηχες εβάρεσαν από ώρα τόρα προσκλητήριο πρωινό.
ΠΡΑΞΙΝΟΗ Πώς νοιώθει, αλήθεια το μικρό! — Καλός είν' ο παπάκης. ΓΟΡΓΩ Ίδιος είνε κι ο άντρας μου ο Διοκλείδης, ίδιος· άδικα και παράλογα τα χρήματα ξοδεύει. Πέταξ' εχθές εφτά δραχμές τάχα μαλλί να πάρη κι αγόρασε μαδήματα βρώμικα και σκυλλίσια και πέντε στοίβες έφερε.
Τίποτις δεν τόχουνε να μας τσαλαπατήσουν οι Ατλάντοι εκείνοι που περπατούν τέσσερεις τέσσερεις, με τις μανέλλες στους ώμους, και με θεόρατη μπάλλα κρεμασμένη στη μέση σαν καλαθάκι. Είναι ένας κ' ένας Αρμένηδες αυτοί που κοιτάζεις. Αν έχης καπέλλο, βγάλ' το. Α φοράς φέσι, σκύψε και φίλησε τα βρώμικα πόδια τους.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν