United States or Somalia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αφού έβαλαν τον δυστυχή Αμπτούλ εις το κοιμητήριον, το έκλεισαν, και έφεραν το κλειδιά του βεζύρη.

Τα κλειδιά ήτανε διάφορα, μικρά και μεγάλα και άρχησε να τα διαλέγη και σε καθένα να χαράζη, μ' ένα σουγιά, κάτι σημάδια δικά του.

Το μόνο κακό είνε πως δεν ξέρουν ακόμα τον τρόπο για να τη φανερώσουν. Να, για πρόσεξε· δε σου φαίνεται πως η Αντρομάχη κλαίει τον Έχτορά της; — Μάννα μ', να σε ρωτήσουμε και να μας μολογήσης, Τίνος αφίνεις τα κλειδιά από τ' αρχοντικό σου ; Ρώταγε παραπονετικά η Ελπίδα.

Πίσω από τα κάγκελα της πόρτας βλέπει τον Άγιον Πέτρο με τα κλειδιά κρεμασμένα στο ζωνάρι του, με τα μάτια μισοκλεισμένα, τη μύτη μακρουλή και κόκκινη σαν πιπεριόνος. Ο Άγιος Πέτρος, ακούς, είν' ένας μεθύστακας που βάνει κάτω τον καλήτερο κρασοπατέρα του Απάνω Κόσμου. Εκείνη την ώρα ήταν στουπί στο μεθύσι.

Το Μεσολόγγι κράζει: — Έλα να πάρης τα κλειδιά, πασά! — Ο 'Μέρ φρυμάζει, Και καρτερεί 'σάν όχεντρα πότε να βρη καιρό Για να χουμήση άξαφνα. Ξεγέλασμα πικρό!. . Το Μεσολόγγι. Ομέρ-πασά, δεν το φυλάν' οι τοίχοι, Τ' ανδρεία στήθηα το φυλάν και η καλή του τύχη. 'Ξημέρωναν Χριστούγεννα.

Τέτοιαν ώρα να σου ανοίξω εγώ πόρτα; Μην τα έχεις χαμένα; — Θα μου ανοίξης, είπεν ισχυρογνωμόνως ο ψευδής Μάχτος. — Εγώ; Μην είσαι τρελλός; Και πού θα πας; — Φέρε τα κλειδιά, γέρο, και μη μου κάνης το δύσκολο. — Εγώ κλειδιά; Τέτοιαν ώραν μεσάνυκτα! — Εχάθης, σ' εσκότωσα, δος μου τα κλειδιά γρήγορα. Αν φωνάξης, σε πνίγω.

Πήγα μέχρι την Ανατολή όπου υπήρχε ο ναός και το σπίτι του Βασιλιά Σολομώντα…. Το σπίτι αυτό ήταν όλο από χρυσάφι, με πόρτες που είχαν πόμολα χρυσά σε σχήμα ροδιού… και τα πιάτα και οι κανάτες ήτανε χρυσά, ακόμη και τα κλειδιά και οι αμπάρες που κλείνανε τις πόρτες ήταν χρυσά…»

Διότι αύται δίδουν κακάς συμβουλάς. Η μία χάριν κέρδους καταστρέφει την οικογένειαν, η άλλη, επειδή δυστυχεί αυτή, θέλει και τους άλλους να δυστυχούν. Πολλαί το κάμνουν από κακοήθειαν. Ιδού πως υποφέρουν ένεκα αυτών αι οικογένειαι. Κλειδώσατε λοιπόν τα σπίτια σας με κλειδιά και με μοχλούς. Τίποτε καλόν δεν έρχεται απ' έξω. ΧΟΡΟΣ Πάρα πολύ εξαπέλυσες την γλώσσαν σου κατά των ομοφύλων σου.

Μερικοί όπου βρίσκανε ίσκιο, πέτρα ή ξύλο σωριάζονταν απάνου, τέντωναν τα πόδια τους· κύτταζαν με λύπη τα χαλασμένα παπούτσια τους, τις ματωμένες γάμπες τους. Βαθύ ξανάσασμα έβγαινε από τα στήθη ολουνών που τέλειωσαν. Πάει κι αυτό! Κάμποσοι αργαστηριάρηδες έφευγαν με τα κλειδιά στα χέρια για ν' ανοίξουν τ' αργαστήρια τους, να πιάσουν πάλε τη δουλειά.

Εις διάστημα το λοιπόν ολίγων ημερών ο βασιλεύς ο πατέρας της συντροφιασμένος από τους οφφικιάλους του, εφέρθη εις το παλάτι της βασιλοπούλας· Και ανοίγοντας τες πόρτες του παλατίου με τα κλειδιά, που ο ίδιος εβαστούσεν, εμβήκε μόνος του, και ανέβη εκεί που η Σχυρίνα ήτον. Αυτή βλέποντάς τον έμεινεν αντραλωμένη και ανακατωμένη από εντροπήν.