Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025
Τότε ο γέρων οικονόμος, διότι αληθώς αυτός ήτο γραμματεύς και αρχοντάρης, εννοήσας ότι επροδόθησαν και βλέπων τον άφευκτον κίνδυνον να καή ζων διά του ελαίου είπε με την ρινόφωνον θλιβεράν φωνήν του, καταστάσαν ήδη θλιβερωτέραν: — Να τα κλειδιά! κ' έδειξε διά νεύματος τον κόλπον του, μη δυνάμενος ν' απλώση την χείρα, δεδεμένος ως ήτο.
Από στερηά και πέλαγο το ζώνουν ολονένα, Πώς ζώνουν τ' Άστρο σύγνεφα βαρηά και πυκνωμένα, Κι' από τα παλληκάρια του γερεύουν τα κλειδιά. Άστρο κ' εκείνο ήτανε τότες για την Πατρίδα, Για την Ελλάδα έλαμπε χρυσή εκείνο ελπίδα. Χρόνος ακέρηος πέρασε που τώχουνε κλεισμένο, Και τον γυρεύουν τα κλειδιά, το θέλουνε δεμένο. Όσο κι αν έχης 'ς τη σπηληά κλεισμένο το λιοντάρι, Δεν τώχεις και 'ς τα χέρια σου.
Ο Θανάσης επλησίασε το τσιτσιρίζον τηγάνιον άνω της κεφαλής του ρινοφώνου αρχοντάρη. — Τα κλειδιά! ωρύετο ο αρχιληστής. Είσαι ο οικονόμος! Σε γνωρίζω. Είσαι ο πάτερ-Σισώης ο δάσκαλος, ο κυρ Σωτηράκης. Επειδή πριν καλογερέψη είχε χρηματίσει διδάσκαλος εν τω χωρίω. Εσύ τα έχεις τα κλειδιά.
Μαλτούλα, της λέγει η βασιλοπούλα, τρέξε να με βοηθήσης· ιδέ τούτον τον άνθρωπον πώς εμβήκεν εδώ, ή μήπως τον έμβασες εσύ; Ποια; εγώ, απεκρίθη η Μαλτούλα, έμβασα αυτόν εδώ; Εσύ μου κάνεις άδικον να μου ομιλήσης τοιαύτης λογής· διά ποίαν αιτίαν να εμβάσω εγώ αυτόν; Και με ποίον τρόπον που οι φύλακες ακαταπαύστως φυλάγουν τες πόρτες, και που μόνον ο βασιλεύς κρατεί τα κλειδιά; Εγώ δεν είμαι ολιγώτερον εκστατική από εσένα εις το να εδώ ετούτον τον αυθάδη νέον εδώ· δεν ημπορώ να καταλάβω με ποίον τρόπον ημπόρεσε και υπερέβη τόσες δυσκολίες που είνε εις το να έμβη τινάς εδώ.
Ο παππά Συνέσιος αγρυπνούσε μονάχος. Η μάννα του είχε τραβηχτή στην κάμαρά της, το δε καλογεράκι, αφού τον υπηρέτησε στο τραπέζι, επήγε κι' αυτό να κοιμηθή κατά διαταγή του. Για να μην του αποφαίνεται η ώρα επήρε ένα μάτσο κλειδιά κ' εκάθησε κοντά στο παράθυρο για ν' ακούη καλλίτερα κάθε εξωτερικό κρότο.
Βλέποντας οι Γότθοι πως ο βασιλέας τους δεν κατέβηκε να τους βοηθήση στη Νεάπολη, διορίζουνε βασιλέα τους το Βιτίγη, κι ο Βιτίγης αυτός σκοτώνει το Θεοδάτο. Φεύγει ως τόσο κατόπι κι ο Βιτίγης από τη Ρώμη, τρυπώνεται στη Ραβέννα, και μπαίνει τότες ο Βελισάριος στην πρωτεύουσα, την κυριεύει και στέλνει τα κλειδιά της του Ιουστινιανού.
Και πλησιάζοντας εις την πόρταν είδα επάνωθέν της γραμμένα με χρυσά γράμματα τα κάτωθεν λόγια. «Όποιος και αν είνε που εδώ θα έλθη, και θελήση να ανοίξη την πόρταν, ας ηξεύρη ότι αυτή δεν ανοίγει με κλειδιά, παρά με τα ακόλουθα λόγια· Δεν είνε άλλος Θεός, παρά είς και ο Μωάμεθ είνε προφήτης του. Δεν είνε άλλος Θεός παρά ο Θεός· ο Αδάμ είνε ο εκλεκτός του Θεού.
Αρχίζει και βασιλεύει ο ήλιος. Απόλυσε ο Σπερνός. Γυρισμένες θα είναι στα σπίτια τους όλες οι Ρωμιοπούλες. Αυτές είναι που τους γέννησαν τους πατριώτες που βλέπαμε. Αυτές είναι που θα τους αποδεχτούν απόψε στις αγκαλιές τους. Αυτές είναι που κρατούν τα κλειδιά του παινεμένου μας αυτού θησαυρού, που πάει να σκουριάση μέσα σε σιδερόφραχτη κάσσα κρυμμένος. Θησαυρός μας είναι πάντα, ό,τι κι αν πούμε.
Άφησε να κάμω εγώ, της είπα, σου τάσσω ότι θα σου φέρω τα κλειδιά, χωρίς να κινδυνεύσω. Και έτσι λέγοντας εβγαίνω ευθύς από το παλάτι, και πηγαίνω εις το περιβόλι, εις το οποίον βλέπω την Μερχάνην που κοιμούνταν, με την σακκούλαν υποκάτω από το κεφάλι της.
Τότε εγώ επρόσταξα τους φύλακας, και επήγαν ομού με την Αραούγιαν, και μετ' ολίγον εγύρισαν φέροντες τρεις βαστάζοι τρία ντουλάπια έμπροσθέν μου. Τότε η Αροούγια μου είπεν· εις ετούτα τα ντουλάπια ευρίσκονται οι μάρτυρες μου, πρόσεχε διά να τους ιδής, και έτσι λέγοντας εβγάζει τρία κλειδιά, με τα οποία ανοίγοντας τα ντουλάπια έβγαλε εις το φως τους τρεις τρισαθλίους αγαπητικούς της.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν