Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 27 Ιουνίου 2025
Λαέ, στοχάσου· τι σε περιμένει, γύρω πολλοί σε ζώνουν φθονεροί, πρέπει να πέσουν όλοι ντροπιασμένοι οι μιαροί της πατρίδας μας εχθροί. κι όλοι χάμω γειρτοί να προσκυνήσουν το βασιλιά μας τον τρανό βαθιά, κι όλα της γης τα πέρατα να ηχήσουν: Δόξα στον αντρειωμένο βασιλιά!»
Εκεί ώρια καίγοντας σφαχτά του παντοκράτη Δία, σφάζοντας τάβρο του Ρουφιά, του Ποσειδού άλλον τάβρο, όμως της σώστρας Αθηνάς γελάδα κουτελάτη, τότες στον κάμπο κάτσαμε να φάμε λόχοι λόχοι, 730 και κοιμηθήκαμε, όλοι μας με τ' άρματα οπλισμένοι, γύρω στο ρέμα. Τότε εκεί να! από παντού οι οχτροί μας ζώνουν τα κάστρο κι' ήθελαν κομάτια ναν το κάνουν.
Μες στις ρούγες βρουχισμός και γύρου μάντρες από πύργους εχθρικούς την πόλη ζώνουν, οι άντρες σφάζονται απ’ τους άντρες κι άθλια σκούζοντας τα βρέφη που σκοτώνουν με το αίμα το βυζί που πίνουν βρέχουν.
Δυο μεγάλες βαθιές ποταμιές, που κατεβαίνουν από τα κορφοβούνια ψηλά, ζώνουν τον μαχαιροκομμένο κοκκινόβραχο που βαστάει το χωριό μας απάνου του. Από το φρύδι του βράχου, που χάσκει ομπρός κάτου γκρεμός φοβερός κι άβυσσος άπατη, αρχίζουν τα σπίτια του χωριού άσπρα άσπρα κι αραδιασμένα τον ανήφορο τόν' απάν' από τάλλο, σα σκαλοπάτια, ως την κορφή.
Χα... χα... χα!... Το σπίτι μας είνε πολύ κεντρικό, το λούζει ο μαρτιάτικος ήλιος από το πρωί ως το βράδι, το ζώνουν ψηλά γυμνά δέντρα, που τόρα μόλις βλαστάνουν και είνε μια χαρά στα μακριά γυμνά κλαδιά τους κρεμασμένα τα πρώτα φυλλαράκια, σαν διάφανοι κόμποι πράσινου ατμού. Είνε κάποια γιορτή σήμερα κ' η αγορά είνε γεμάτη από καπότα. Τι ωραία χρώματα, Θεέ μου, μ' αυτές τις καπότες.
Κι' όλα αφού σώρεψαν παντού τα ξύλα, αφτού καθίζουν και μένουν όλοι αχώριστοι. Κι' ο Αχιλιάς τότ' όλους τους πολεμόψητους εκεί προστάζει Μυρμιδόνες ν' αρματωθούν και τ' άλογα να ζέψουνε στ' αμάξια. 130 Πρόθυμοι αφτοί σηκώνουνται και ζώνουν τ' άρματά τους, κι' όλοι στ' αμάξια — κι' οδηγοί και μαχητάδες — μπαίνουν.
Μα τι τα θέλει κι' όλα αφτά ψιλολογά η καρδιά μου; Ξέρω, απ' τον κίντυνο οι δειλοί ξεκόφτουνε, μα αν είναι πρώτος κανείς στον πόλεμο, αφτός — δεν έχει — πρέπει να στέκει πάντα ασάλεφτος, ή να σφαχτεί ή να σφάξει.» 410 Μα εκεί π' αφτά τ' ανάδεβε μες στης καρδιάς τα βάθη, να και πλακώνουνε οι σειρές των αλογάδων Τρώων και τόνε ζώνουν, μα κακό της κεφαλής τους βγήκε.
Δυο μεγάλες βαθιές ποταμιές, που κατεβαίνουν από τα κορφοβούνια ψηλά, ζώνουν τον μαχαιροκομμένο κοκκινόβραχο που βαστάει το χωριό μας απάνου του. Από το φρύδι του βράχου, που χάσκει ομπρός κάτου γκρεμός φοβερός κι άβυσσος άπατη, αρχίζουν τα σπίτια του χωριού άσπρα άσπρα κι αραδιασμένα τον ανήφορο τόν' απάν' από τάλλο, σα σκαλοπάτια, ως την κορφή.
Από στερηά και πέλαγο το ζώνουν ολονένα, Πώς ζώνουν τ' Άστρο σύγνεφα βαρηά και πυκνωμένα, Κι' από τα παλληκάρια του γερεύουν τα κλειδιά. Άστρο κ' εκείνο ήτανε τότες για την Πατρίδα, Για την Ελλάδα έλαμπε χρυσή εκείνο ελπίδα. Χρόνος ακέρηος πέρασε που τώχουνε κλεισμένο, Και τον γυρεύουν τα κλειδιά, το θέλουνε δεμένο. Όσο κι αν έχης 'ς τη σπηληά κλεισμένο το λιοντάρι, Δεν τώχεις και 'ς τα χέρια σου.
Κι' απ' όξω απ' το παλάτι του, ολόυρα 'ς το περιαύλι, Οπού το ζώνουν πάρθενα, παληά, βαθειά τα λόγγα, Μαρμαρωμένα μένουνε, βουβά από χίλια χρόνια Πανώρηα βασιλόπουλα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν