United States or Saint Kitts and Nevis ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το ρέμα του είναι σιγανό και στενά τα παράλια που λούζει. Λίγο λίγο μεγαλώνει. Η γις ποτίζεται με τα νερά του κ' οι κάμποι γεμίζουν πρασινάδα· δροσίζουνται οι ρίζες και τα δέντρα χύνουν όλα τους τα φύλλα. Αν πάτε με τον ποταμό, γρήγορα θα διήτε στο δρόμο σας σπίτια, χωράφια και ζωή. Σωρέβουνται σε μια μικρή χώρα άντρες, γυναίκες και παιδιά. Γίνεται δ ή μ ο ς· έχει τα έθιμά του και τη γλώσσα του.

Άκουσε ο Πανάγος αμέσως την προσταγή. Έκαμε τρεις φορές το σταυρό του, φίλησε το Βαγγέλιο, κατόπι το χέρι του Ιερέα, και τέλος γυρίζοντας κατά το Μιχάλη ανοίγει τα χέρια του και τον αγκαλιάζει και τονε φιλάει και τονε λούζει με τα δάκριά του, φωνάζοντας πως είνε αθώος, κι' ας το πιστέψουν όσοι πιστεύουνε Χριστό και Βαγγέλιο. Έμειναν οι δυο τους αγκαλιασμένοι και δακριοπερεχυμένοι κάμποση ώρα.

Που γλυκοφέγγουν η κορφαίς, μαυρολογούν οι λόγγοι, Που το φεγγάρι χάνεται, που αχνίζουνε τ' αστέρια, Κι' ο λαμπερός ο Αυγερινός μονάχα τρεμουλιάζει, Που πέφτει τ' ουρανού η δροσιά και λούζει τα λουλούδια, Που ανοίγουν τα τριαντάφυλλα κ' η δάφναις ανασαίνουν, Κ' η ανθισμένη αγράπελη από το βράχο σκύβει Να ιδή 'ςτο ρέμμα τ' αυλακιού την τρυφερή ωμορφιά της.

Έτσι είπε, και το Γιατρεφτή φωνάζει ναν τον γιάνει. Και βάζοντας του ο Γιατρεφτής μαλαχτικά βοτάνια, 900 τον γιάτρεψε· τι δα θνητός δεν είτανε πλασμένος. Πώς τ' άσπρο γάλα κι' άπηχτο γοργή η πυτιά το πήζει και γύρω με το χτύπημα μαζέβει χέρι χέρι, έτσι τον Άρη γιάτρεψαν αμέσως τα βοτάνια. Κι' η Ήβα νιόπλυτα σκουτιά τον λούζει και του βάνει· 905 κι' έτσι στο Δία κάθησε σιμά καμαρωμένος.

Ακούστηκαν και των βοϊδιών θρηνητικά μουγκρίσματα κ' είδανε μαζί με τα μουγκρίσματα και κάποια άταχτα τρεχάματα· και καθώς ενόμιζαν οι βοσκοί κ' οι γιδάρηδες, αυτά ήταν το μοιρολόι των βοϊδιών για το γελαδάρη που πέθανε. Κ' ύστερις από το θάψιμο του Δόρκωνα, λούζει η Χλόη το Δάφνη, αφού τον επήγε στις Νύμφες και τον έμπασε στη σπηλιά.

Ο σκύλος έχει ένα γυαλιστερό, παστρικό τρίχωμα, που τον σκεπάζει ως τα ρουθούνια. Το μούτρο του είναι εύθυμο και γελαστό, και το μάτια του γυαλίζουν κάτω απ' τα πυκνά του φρύδια. Ο ήλιος πυρώνει από ψηλά τον άνθρωπο και το σκύλο και ζητεί να τους ομορφήνη και τους δύο. Ο ζητιάνος όμως φαίνεται σαν να κρυώνη, και το φως, που τον λούζει, τον κάνει ασχημότερο.

Χα... χα... χα!... Το σπίτι μας είνε πολύ κεντρικό, το λούζει ο μαρτιάτικος ήλιος από το πρωί ως το βράδι, το ζώνουν ψηλά γυμνά δέντρα, που τόρα μόλις βλαστάνουν και είνε μια χαρά στα μακριά γυμνά κλαδιά τους κρεμασμένα τα πρώτα φυλλαράκια, σαν διάφανοι κόμποι πράσινου ατμού. Είνε κάποια γιορτή σήμερα κ' η αγορά είνε γεμάτη από καπότα. Τι ωραία χρώματα, Θεέ μου, μ' αυτές τις καπότες.

Με την ίδια τη γλώσσα, την ίδια θρησκεία, την ίδια ομορφιά και παλικαριά, μόνο από άλλο νησί! Καλότυχο έθνος, που είχε τέτοιους εχτρούς! Ας καθίσουμε σ' αυτό το λιθάρι. Κοίταξε γύρω· κοίταξε πώς τα λούζει το φεγγάρι τα κοιμισμένα εκείνα βουνά. Είναι της Ασίας βουνά. Λες και πασκίζει το φεγγάρι να τα ξυπνήση, να ταναστήση, να τα χρυσώση, σύννεφα να τα κάμη, να τανεβάση στον ουρανό.