Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025


Με την ίδια τη γλώσσα, την ίδια θρησκεία, την ίδια ομορφιά και παλικαριά, μόνο από άλλο νησί! Καλότυχο έθνος, που είχε τέτοιους εχτρούς! Ας καθίσουμε σ' αυτό το λιθάρι. Κοίταξε γύρω· κοίταξε πώς τα λούζει το φεγγάρι τα κοιμισμένα εκείνα βουνά. Είναι της Ασίας βουνά. Λες και πασκίζει το φεγγάρι να τα ξυπνήση, να ταναστήση, να τα χρυσώση, σύννεφα να τα κάμη, να τανεβάση στον ουρανό.

Πέρα ο κάμπος πρασίνιζε. Έπαιζαν οι δροσοσταλίδες σαν φωτεινές ψυχές πέραδώθε γοργοκίνητες. Τα ποτάμια έλαμπαν και χύνονταν σαν λεπίδες μπηγμένες στις μάννας γης τους κόρφους για να την δροσίσουν και σύγκαιρα να την αναγκάσουν να χύση τους θησαυρούς της. Τα δασωμένα βουνά φαίνονταν κοιμισμένα κάτω από τη διάφανη γάζα της ομίχλης.

Τα παράθυρα, οι πόρτες του ανοιγοκλείουν βιαστικά, κοιμισμένα κεφάλια, νυσταγμένα σώματα βγαίνουν. Ο καμπουριασμένος σταθμάρχης με το μικρό φαναράκι του στα χέρια και τη σφυρίχτρα του στα χείλη πάει κ' έρχεται.. Η φωνή του τόρα ακούεται βραχνή: — Στις θέσεις σας, κύριοι!.....

Γιατί δεν είναι σαν το χαρέμι εκεί, να βλέπης κοιμισμένα κορμιά. Όλες γλυκοφέγγουν εκεί ζωντανές, λυγερές, και σπαρταριστές. Μια να τις έβλεπες, και θα μου έλεγες αμέσως: «Εγώ θα μείνω εδώ· δεν τ' αφίνω πια το χωριό». Όχι, φτάνει μας. Αλλού είναι η δουλειά μας τώρα. Την πηγή την είδαμε. Τα ήπιαμε τα κρουσταλλένια της τα νερά.

Η Ζωή της Λιόλιας έπιασε άλλο δρόμο τώρα άλλαξε το σκοπό της τον τραγουδιστό. . Η ζωή είναι τραγούδι που σβύνει- Η ζωή είναι ποτάμι που κυλά. . . Πως τρέχει ένα νεράκι πούρχεται απ’ το βουνό ήσυχο και κελαϊδιστό και στέκεται και βλέπει τον ήλιο και σιγοκυλάει μέσ’ απ’ τον κάμπο και γλυκοκουβεντιάζει με τα λουλούδια που το χαιρετούν κι έξαφνα φθάνει στην άκρη ενός γκρεμού και πέφτει αφρίζοντας σε δάκρυα βουερά κάτω σε μια λίμνη κοιμισμένη και χάνεται στασάλευτά της βάθη τα μαυροπράσινα ;-πώς κάνει φτερά το τραγούδι της ψυχής που λαχταρά και πετιέται κυματιστά πάνω απ’ τα σχοίνα και τις κορφές των πεύκων και πάνω απ’ τα κίτρινα σπαρτά σαν τη σιταρίθρα και άξαφνα βγαίνει ένα σύννεφο μπροστά στον ήλιο της ζωής και το τραγούδι μουντώνει και γίνεται βαρύ κι αργό με τη φωνή γονατισμένη ; -έτσι και της Λιόλιας η ζωή τώρα μονομιάς απ' τη βουή του πόνου έπεσε σε βάθη κοιμισμένα- έτσι και το τραγούδι της ζωής της απ’ τον ήσκιο βάρυνε, μούντωσε και τσάκισε Απ’ την ημέρα που ξαναπάτησε το πόδι της στην κάμαρη πούχε πεθάνει η Βεργινία, σκοτείνιασ' η ψυχή της: ζούσε σα μέσα σε κάποιον από 'κείνες τις συννεφιασμένες νύχτες, τις ασάλευτες και ναρκωμένες, με περίχυτο ένα φως χλωμό απ’ το πνιγμένο το φεγγάρι. . . Κ’ έτσι πέρασε η ζωή της εφτά μήνες χωρίς να βγη απ’ αυτό το ησκιόφωτο. . κάτω απ’ το παντοτεινό πέπλο το συννεφένιο η θλιμμένη αποφεγγιά του βάραινε περισσότερο την ψυχή της παρά νάκανε σκοτάδι- Αυτό το συννεφένιο πέπλο ήτον ο ήσκιος της Βεργινίας Κι όπως ανοίγουν που και που τα νέφελα και φαίνεται το φεγγάρι που ταξιδεύει λυπημένο κι αμίλητο σ' ένα πέλαγος έρημο, πίσω απ’ ασημένια αέρινα βουνά κι αυτά πάλι κλείνουνε στο διάβα του και το πνίγουν-έτσ' ήτον και τις λίγες φορές που κουνήθηκε η ψυχή της απ' τη νάρκη ναναλάμψη σε χαρά η θλίψη.

Προσθέτω ότι εγώ τουλάχιστο δεν πιστεύω να διορθώνεται καμιά κοινωνία. Οι κοινωνίες ζουν ζωντανά ή κοιμισμένα. Η Ελληνική κοινωνία δε θέλει διόρθωμα, παρά ξύπνημα, αν ξυπνιέται, γιατί είναι σα μαραμένη. Για να αλλάξεις μια κοινωνία πρέπει να αλλάξεις το χαραχτήρα των ατόμων της.

Εζάρωναν, εσούφρωναν σε φειδωτά, αφροστεφανωμένα κυματάκια τα τρομαγμένα τα νερά· εξετυλίγονταν ολοένα, μυριόπτυχες, συδίπλωτες οι ζάρες, πίσω απ την καθισμένη πρύμη μας, σαν άπειρες ραφές στου γιαλού πάνω τα κοιμισμένα πλάτια.

Ν' απολαμβάνη τα αγαθά του ύπνου, και συγχρόνως να κάμνη όσα θα έκαμνε και έξυπνη. Εις αυτά τα κοιμισμένα πήγαιν' -έλα της, εκτός του να περιπατή και όσα άλλα μου είπες, την ήκουσες, ποτέ να λέγη τίποτε; ΘΑΛΑΜΗΠΟΛΟΣ Την ήκουσα να λέγη πράγματα τα οποία δεν ημπορώ να επαναλάβω. ΙΑΤΡΟΣ Εις εμένα ημπορείς και πρέπει μάλιστα!

Και ρίχνοντας την πρώτη φτυαριά το χώμα έλεγε γελώντας ο νεκροθάφτης: «Μια φορά κ' έναν καιρό ήτανε ένα αγαπημένο αντρόγυνο....» Την ώρα που λιγοθυμάει το φως πάνω στα νυσταγμένα τα λουλούδια και στα κοιμισμένα τα νερά, βγαίνει από το παλάτι της η Πεντάμορφη.

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν