United States or Gibraltar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μπορεί να βγη από την Αρκαδίαν ρήτωρ ή φιλόσοφος; Η σοφία η δική μου φθάνει μέχρι του πλαγιαύλου και της φλογέρας• κατά τα αλλά είμαι αιγοβοσκός και χορευτής, εάν παρουσιασθή δε ανάγκη και πολεμιστής. Τους ακούω όμως να φωνάζουν πάντοτε και να συζητούν διά κάποιαν αρετήν, διά ιδέας και φύσιν και ασώματα, πράγματα τα οποία ούτε ξέρω ούτε εννοώ.

Και τους κατευώδωσε προς το μέρος της καλύβης, όπου οι δύο συμπόται είχαν σηκωθή έκπληκτοι, μη εννοούντες τι συνέβαινε, και ο Λούκας φανταζόμενος την λίμνην ως θάλασσαν, έλεγε·Κανένα δελφίνι θα έπεσε κοντά στη βάρκα. — Φθάνει να μην είνε κανένα σκυλόψαρο, και σου αφανίση τα κεφολόπ'λα, καρδάσ', είπεν ο Παρρήσης.

Σωκράτης Φθάνει να έχης όρεξιν ν' ακούης· διότι δεν θα ημπορούσα να προφασισθώ πως δεν τους επρόσεξα, αλλ' απεναντίας τους ήκουσα με την μεγαλυτέραν μου προσοχήν και δεν ελησμόνησα τίποτε· θα προσπαθήσω λοιπόν να σου τα διηγηθώ όλα καταλεπτώς από την αρχήν ως το τέλος: Έτυχε κατά καλήν μου τύχην να κάθωμαι μόνος μου εκεί που με είδες εις το αποδυτήριον και είχα αποφασίση πλέον να σηκωθώ να φύγω· αλλά μόλις σηκώνομαι, μου γίνεται έξαφνα το συνηθισμένον μου σημείον, το δαιμόνιον· ξανακάθωμαι λοιπόν πάλιν και σε λίγο πράγματι, να και μπαίνουν αυτοί οι δύο αδελφοί, ο Ευθύδημος και ο Διονυσόδωρος, και άλλοι πολλοί νέοι μαζί, μαθηταί των, καθώς μου φαίνεται· και αφού εμβήκαν, ήρχισαν να περιπατούν κάτω από την στεγασμένην την στοάν· δεν θα είχαν ακόμη κάμη δύο ή τρεις γύρους και μπαίνει ο Κλεινίας, αυτός που σου φάνηκε, και δεν έχεις άδικο, πως εμεγάλωσε τόσο πολύ· και από πίσω του ένα πλήθος ερασταί, μεταξύ των άλλων και ο Κτήσιππος, ένας νέος από την Παιανίαν, καλό και άξιο παληκάρι σε όλα του, αλλά κάπως παράφορος, όπως δα συμβαίνει συνήθως εις αυτήν την ηλικίαν.

Ο βασιλεύς με όλον τούτο δεν έχασε την ελπίδα να μην εύρη κανέναν άνθρωπον χωρίς θλίψιν. Μου φθάνει να εύρω ένα μόνον, έλεγε του βεζύρη, και δεν θέλω άλλον επειδή και εσύ στέκεις στερεός πως να μην είνε τινάς. Ναι, ω βασιλεύ, απεκρίθη ο βεζύρης σου το ξαναβεβαιώνω· και είναι ανωφελείς οι ζήτησες της βασιλείας σου.

Με χιτώνα σιδώνιον Με σάνδαλα χρυσόδετα Χοροβατούντες ψάλλατε Ή την στροφήν την λέσβιον, Ή τέιον μέλος. — — Φθάνει τώρα το κέρασμα, Φθάνει ο χορός, και τ' άσμα· Κάθε ηδονή το μέτριον Εάν αγαπά, ας προσφύγωμεν Εις χαράν άλλην. Εδώ υπό τον πολύφυλλον Και δροσερόν κεδρώνα Ελάτε, ας αναπαύσωμεν Το κορμί μας και ας έχωμεν Τ' άνθη διά στρώμα.

Ξέρω, χαριτωμένη μου, γιατί με φεύγεις έτσι· γιατ' έχω φρύδι τριχωτό σ' όλο το μέτωπο μου που αρχίζει απ' τώνα μου ταυτί και φθάνει ίσα με τάλλο κ' έχω ένα μάτι μοναχά κάτ' απ' το φρύδι εκείνο, και πέφτ' η μύτη μου πλατειά κατά το στόμ' απάνω.

Όθεν της είπε· θυγατέρα μου, σφόγγισε τα δάκρυα σου· βλέπω ότι η καρδιά σου κλίνει εις μεταβολήν· σου τάσσω να σε ξεκολλήσω από την δύναμιν του δαίμονος· φθάνει μόνον να μη παρακούης εις τες συμβουλές μου. Τότε η βασιλοπούλα του έταξεν ότι ήτον έτοιμη να κάμη ό,τι την ήθελε προστάξει. Και έτσι φιλώντας το χέρι του Δερβύση, εγύρισεν εις το παλάτι της, γεμάτη από στοχασμούς και φόβον.

Και εις αυτό το αναμεταξύ φθάνει προς αυτόν ο αναΐπης, και του λέγει, πως ο χουλάς, που εδιάλεξεν ο γαμπρός σου, είνε ο υιός του Αμάρ πραγματευτού, και δεν θέλει με κανένα τρόπον να την χωρίση, προφασιζόμενος πως σου την εγύρεψε πολλές φορές και του την αρνήθης, και τώρα που η τύχη του την έφερεν εις τας χείρας του δεν θέλει να την απαρατήση· μα σε συμβουλεύω να του την αφήσης, και με τούτο το μέσον σου τάσσω πως να σας φιλιώσω και με τον πατέρα του, που από τόσους χρόνους είχετε έχθρα, και έτσι θέλει παύσει κάθε σκάνδαλον.

Τωόντι ο Λάκων Μελέας φθάνει, και ο Θηβαίος Ερμαιώνδας, οι οποίοι απεστάλησαν μεν προ της αποστασίας, αλλά μη δυνηθέντες να προλάβουν τους Αθηναίους κρυφίως μετά την μάχην ύστερον εισήλθον εις τον λιμένα διά πολεμικού πλοίου και συνεβούλευσαν να πέμψουν εις την Λακεδαίμονα και άλλους πρεσβευτάς μαζί με αυτούς επί άλλου πολεμικού πλοίου· τούτο δε και εγένετο.

Κι' αυτό φθάνει Με τον καιρό θα μ' αγαπήσης. Τι νάκανα λοιπόν; Μα τώρα πούχω χρήματα. Ω! τώρα, είμαι δική σου, Κώστα. Κ ώ σ τ α ς. Είναι αργά τώρα πειά Ελένη. Εγώ δεν ανήκω πειά εις τον εαυτόν μου. Ε λ έ ν η. Για δες τα μάτια μου. Πειά άλλη ξέρει να σε βλέπη έτσι; Πειά να αγαπά όπως εγώ. Κ ώ σ τ α ς. Μόνον εσύ! Ναι! το ξέρω. Μόνο συ είσαι καμωμένη για μένα και γω για σένα.