United States or Dominica ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τη δεύτερη φορά η Βασίλισσα αναγνώρισε το δαχτυλίδι με το πράσινο πετράδι. Τότε βαρυέστησε το παιγνίδι. Σκούντησε ελαφρά το χέρι του Ντινάς με τέτοιον τρόπο που πολλά κομμάτια έπεσαν με αταξία δω κ' εκεί. «Κυττάχτε, αυλάρχη· μου χαλάσατε το παιγνίδι, είπε, και δε μπορώ πεια να το εξακολουθήσω».

ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Και τι είνε λοιπόν, σε παρακαλώ, όλος αυτός ο κόσμος; Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Όλος αυτός ο κόσμος είναι ένας κόσμος που έχει δίκηο και που είνε πειο γνωστικός από σένα. Εγώ τάχω χαμένα με τη ζωή που κάνεις. Δεν ξαίρω πεια τι έχει καταντήσει το σπίτι μας. Μου φαίνεται εδώ μέσα σαν ένα καθημερινό καρναβάλι. Από τα ξημερώματα αρχίζουν τα βιολιά και τα τραγούδια που ξεκουφαίνουν όλη τη γειτονιά!

Τότε τα ρούχα του έσχισεν απάνω απ' το τραπέζι, το μαντικό παιδί ευθύς, και με φωνή μεγάλη ρωτάει: ποιος εγύρευε να με σκοτώση εμένα; απάντησέ μου, γέροντα! η σκέψη ήταν 'δική σου και το ποτήρι έλαβα απ' το δικό σου χέρι. Παίρνει ευθύς το γέρικο το χέρι του και ψάχνει, και βρίσκει πεια στα φανερά τον γέρο για φονηά του.

Αυτή η ταραχή που σας τρελλαίνει, Καίσαρ, χρόνια τώρα, είνε γιατί τη νοιώθετε τη μπόρα που θα τσακίση πεια το λάβαρο του αητού. Η μέρα τελειωτικά σφραγίστηκε του δυνατού Λαού, που κράτει μέσ' στα νύχια του σφιχτά όλο τον κόσμο και τον έπνιγε. Τώρ' αλιχτά και ρίχνεται αυτός σαν σκύλος κυνηγώντας τη ζαρκάδα. Μια πλούσια φουσκοδεντριά υφαίνει πάνω στα κλαριά ανθίσεων καινούριων άγνωστη ομορφάδα.

Κώστα, αγαπημένε μου, είμαι δική σου και είσαι δικός μου... Κ ώ σ τ α ς. Όχι, δικός σου. Όχι. Είναι αργά πειά. Όλες η γυναίκες αγαπούν το ίδιο. Όμως όλες δεν ξέρουν να λένε ψέματα, όπως εσύ. Τώρα δεν τα πιστεύω πειά τα μάτια σου. Είναι μάτια πονηρά και ψεύτικα. Ε λ έ ν η. Είσαι κακός, Κώστα. Είσαι άδικος· χωρίς καρδιά.

Και ποτέ δεν θα τη δήτε τη γυναίκα, κατά πόδα να πηγαίνη με τη μόδα. Άφησε τα πειά και τάλλα. Αν πεισθήτεόσα είπα και μ' ακούσετε κ' εμένα, θα περάσετε, πολίται, τη ζωή ευτυχισμένα. Α’ ΓΥΝΗ Ώ Πραξαγόρα μου γλυκεία! τα είπες μια χαρά. Και όλ' αυτά πού τάμαθες, φτωχή μου;

Μολαταύτα, για να μη βασιλεύη πεια από δω και πέρα στης χώρες της Ιρλανδίας και της Κορνουάλλης το μίσος αλλά η αγάπη, μάθετε ότι ο Βασιληάς Μάρκος, ο αγαπητός μου κύριος, θα την πάρη γυναίκα.

ΙΩΝ Αγαπητή μητέρα μου! πότε θα ιδώ κ' εσένα; τώρα ποθώ για να σε ιδώ περσότερο από πρώτα. μα τι να κάνω τώρα πεια, αν ήσαι πεθαμένη! ΧΟΡΟΣ Η χαρά του σπιτιού, που δουλεύουμε και για μας είνε τώρα χαρά. Μα πως ήθελα μέσ' στου Ερεχθέως τα παλάτια να ζη ευτυχισμένη με δικά της παιδιά κ' η κυρά.

ΧΗΝ. Κι' εγώ εφοβήθηκα τότε, Λεόντιχε, και θυμάσαι πώς σ' εκράτησα και σ' επαρακαλούσα να μη κινδυνεύσης• διότι αν συ εφονεύεσο, εγώ δεν θα μπορούσα πειά να ζήσω.

Γιατί έρχεστε δω ν' αραδιάστε τα παραμύθια σας; Δίχως άλλο μεθυσμένος θάσαστε χθες βράδυ, και το κρασί σας έφερε όλα αυτά τα ονείρατα. — Αλήθεια, ναι, είμαι μεθυσμένος, και με τέτοιο ποτό που ποτέ πεια δε θα μου περάση αυτό το μεθύσι.