United States or Liberia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Να βάζετε την ηδονή πειό πρώτ' απ' τη σοφία, είν' έγκλημα• και δίκηο πειά δεν είνε, τους ανθρώπους κακούς να λέμε, σαν αυτοί μιμούνται τους θεούς των!. . . Αιτία είνε ακλόνητη ευτυχίας μεγάλης, όταν λάμπουνε μια μέρα νέα παιδιά στο σπίτι, για ν' αφήσουνάλλα παιδιά τα πλούτη του πατέρα.

Εγώ τώρα τη ζωή μου τη βλέπω σκλαβωμένη Η αληθινή ευτυχία ήταν της παληάς μου ζωής. Για μεγάλα γλέντια, μάλιστα! Θαρρώ πώς η μητέρα έχει δίκηο. Να είμαι τρελλός για την Ελένη, τη μόνη γυναίκα που αληθινά αγάπησα, τη γυναίκα που ήταν, πούβλεπε, που αισθάνουνταν τη ζωή, όπως εγώ και να παντρευθώ με τη Μαρία. Αδυναμία χαρακτήρος!

ΚΡΕΟΥΣΑ Δεν βρήκε, λέει, κ' έψαξε πολλές φορές τον τόπο. ΙΩΝ Κι' απ' τον καιρό, που γίνηκαν αυτά, πέρασαν χρόνια; ΚΡΕΟΥΣΑ Αν ζούσε, θάχε σαν κι'εσέ την ίδιαν ηλικία. ΙΩΝ Α, ο θεός είν'άδικος, η μάννα του αθλία. ΚΡΕΟΥΣΑ Κατόπιν δεν εγέννησεν άλλο παιδί κ' εκείνη. ΙΩΝ Ποιος ξέρει αν ο Απόλλωνας κρυφά δεν τόχει πάρη. ΚΡΕΟΥΣΑ Μόνος του νάχη την χαρά, αυτό δεν είνε δίκηο.

Από πίσω και το βασιληά τονέ βρίζουν». Πεντάρα δεν έδινε. — Έτσι που λες, κύριε έφορα! είπε σε λίγο ο Μπάρμπα Νικόλας, γυρίζοντας κατά τον οικονομικόν έφορο, ένα νεόφερτον υπάλληλο, που καθότανε στο διπλανό τραπέζι. Τούτο εδώ, κύριε έφορα, τον ξέρουν τον τόπο μας και μου παίρνουν το δίκηο. Γνωριζόμαστε, βλέπεις, από πού βαστάει η σκούφια του καθενός· συντοπίτες όλοι.

Να σου ειπώ, καπετάν Σταμάτη· εκείν' η γάμπια δε μου φαίνεται γερή. — Δίκηο έχεις, καπετάν Βασίλη· και ο τρίγγος θέλει άλλαγμα. Μαράζι τώχω να περάσω τον Καβοντόρο και να μην πάθω από μια ζημιά. Πότε φλόκο θα μου σχίση, πότε κορζέτο θα μου κόψη σαν πράσο· πότε θα μου σηκώση μπαλόνι το φλις. Στο τελευταίο καβατζάρισμα μου 'σπασε τον τρίγγο στη βόλτα. — Χοντρός κάβος π' ανάθεμά τον!...

Πάνω στην ώρα φτάνει γιατ' ήλθε πλέον η στιγμή που πρέπει να πεθάνη. Είναι ωπλισμένος με ξίφος. ΘΑΝΑΤΟΣ Α, α! Τι θέλεις, Φοίβε, εδώ τριγύρω στο παλάτι; Τάχα ποιός είναι ο σκοπός που βρίσκεσαι εδώ γύρω; Αν έρχεσαι το θύμα μου και τώρα να μου πάρης σκέψου• του Άδου τους θεούς δεν πρέπει ναδικήσης, να τους στερήσης της τιμές που είναι δίκηο νάχουν.

Εκατό φορές τις είχε ακούσει τις ίδιες κουβέντες. «Σαν ξεκουτιάνη ο άνθρωπος όλο και τα παληά του αναθυμάται». Είχε δίκηο η μάννα της που του τώλεγε. Μα η Ουρανίτσα δεν πολυπρόσεχε κι' όλα στα λόγια του. Ο νους της ταξίδευε. Η νοτιά είχε δαιμονιστή. Το σπίτι κουνιότανε συθέμελο.. Από καιρό σε καιρό καθώς έσπαζε το κύμα στο μώλο, τα νερά χτυπούσαν τα ντζάμια σα χαλάζι.

Πώς τάχα με το δίκηο της δεν θα μισήση εμένα, όταν εγώ θα βρίσκωμαι στα πόδια σου μπροστά, κ' εκείνη, όντας άτεκνη, καταφαρμακωμένη θα βλέπη την αγάπη σουεμένα; Όπου τότε, ή θα μ' αφήσης έρημον να την ευχαριστήσης, ή θα κρατής για χάρι μου σε ταραχή το σπίτι. Πόσες σφαγές δεν κάμανε, και πόσα φαρμακώματα στους άνδρες η γυναίκες τους, για την καταστροφή τους!

Και να σου πω, θαρρώ, πως έχει δίκηο. Να μαζέψωμε τα σκουτιά μας και να τραβάμε, πρώτα ο Θεός. Τι καλό είδαμε σε τούτον τον τόπο; Η αλήθεια είνε πως ο παπάς έγραφε και ξανάγραφε στην ξαδέρφισσά του και την παρακινούσε ολοένα νάρθη μ' αυτά τα λόγια και με άλλα. Ο παπάς όμως είχε το λογαριασμό του.

ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Μας είπε πως θέλει να παντρέψη την κόρη του με το γυιό του κυρίου Διαφουαρούς· εγώ του είπα πως είνε καλή αυτή η τύχη, αλλά νομίζω πως θάταν καλύτερα να την βάλη σ' ένα μοναστήρι. Βρίσκω μάλιστα πως έχει και δίκηο. ΑΡΓΓΑΝ Όχι! την πιστεύεις, αγάπη μου; αυτή είνε κακούργα! Μου εξεστόμισε χίλιες αυθάδιες. ΜΠΕΛΙΝΑ Ναι, ναι, σε πιστεύω, αγάπη μου.