Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 30 Απριλίου 2025
Άκουσε ξαφνικά στα κλαδιά και στα ξερά φύλλα να πλησιάζουν τα βήματα του Τριστάνου. Ήρθε να τον απαντήση, όπως πάντα, και να τον αλαφρώση από τάρματα. Του πήρε από τα χέρια το τόξο το «αλάθευτο» και τα βέλη, και του ξέζωσε το σπαθί. «Φίλη, είπεν ο Τριστάνος, είναι το ξίφος του Βασιληά Μάρκου. Ήρθε να μας σφάξη. Κι' όμως δεν τώκαμε». Η Ιζόλδη πήρε το σπαθί, και φίλησε τη χρυσή λαβή του.
Μα μου είπε και μια ελπίδα, Μου είπε πως θε ν' αναστηθή η έρμη μας Πατρίδα· Μου είπε πώς πάλι θα να ιδή μέσ' 'ς την Αγιά-Σοφιά της 'Τον Κωνσταντίνο με χρυσή κορώνα, βασιληά της. Ως τότε δεν τον ήξερα εγώ τον Τούρκο, αλήθεια.
«Μεγαλειότατε, διάταξε τον ανηψιό σου να πάη αύριο την αυγή καλπασμό στο Καρδουέλ μια επιστολή σε περγαμηνή καλοσφραγισμένη με κερί, για το Βασιληά Αρθούρο. Ο Τριστάνος κοιμάται κοντά στο κρεββάτι σου. Βγε από το δωμάτιό σου την ώρα του πρώτου ύπνου, και σ' το ορκίζομαι στο Θεό και στο νόμο της Ρώμης, πώς αν αγαπάη την Ιζόλδη με τρελλή αγάπη θα θελήση να της μιλήση προτού φύγη.
Πατέρα, θα τον κρατήσης και ο γυιός σου κατόπιν θα τον κρατήση κατόπιν σου. Στον Βασιληά Μάρκο θα δώσω το σώμα μου. Θ' αφήσω αυτόν τον τόπο, αν και μου είναι πολύ αγαπητός, και θα πάω να υπηρετήσω τον κύριό μου τον Βασιληά Μάρκο της Κορνουάλλης. Αυτή είναι η σκέψις μου.
ΙΩΝ Ό,τι έχω μέσα στην ψυχή το ίδιο λες για μένα. ΚΡΕΟΥΣΑ Ώ, άκληρη δεν είμαι πεια, δίχως παιδί δεν είμαι! στηρίχθηκε το σπίτι μου και βασιληά έχει η χώρα. Ξαναζωντάνεψε ο Ερεχθεύς• το φως του ήλιου βλέπει το σπίτι, που είχε βυθισθή μέσα σε νύχτα μαύρη. ΙΩΝ Μητέρα, κι' ο πατέρας μου να μοιρασθή αξίζει την ίδια τούτη τη χαρά που έδωκα σε σένα.
Γιατί να τρέμη; Δεν κρατεί μυστικούς τους έρωτές της; Ποιος θα μπορούσε να υποπτευθή τον Τριστάνο; Ποιος θα μπορούσε να υποπτευθή τον ίδιο το γυιό του Βασιληά; Ποιος τηνέ βλέπει; Ποιος την κατασκοπεύει; Ποιος μάρτυρας; Ναι, ένας μάρτυρας την κατασκοπεύει, η Βραγγίνα. Η Βραγγίνα την παραμονεύει. Η Βραγγίνα μοναχά γνωρίζει την ζωή της. Η Βραγγίνα την κρατεί στη διάκρισί της. Θεέ!
Αναστρέφεται εις τον ευδαίμονα μαγικόν κόσμον των παραδόσεων και γράφει τον Ήλιο και την Νύχτα», την «Νησιωτοπούλα», ήτις μας ενθυμίζει τα καθ' Ηρώ και Λέανδρον του Μουσαίου, «το Νεραϊδόπαιδο», «την Τραγουδίστρα και τον Βασιληά», και «την Ποδιά της Μαριώς» ήτις έχει ομοιότητα προς την Σταχτοπούταν κλ.
— Βασιληά Μάρκε, φθάνει ο όρκος; — Ναι, Βασίλισσα. Κι' ο Θεός ας φανερώση την κρίσι του την αληθινή. — Αμήν, είπε η Ιζόλδη». Επλησίασε στη φωτιά, χλωμή και κλονιζομένη. Όλοι σιωπούσαν. Κόκκινο ήτανε το καυτό σίδερο. Βύθισε τα γυμνά μπράτσα της μέσ' τη φωτιά, έπιασε το σιδερένιο ραβδί, έκανε εννιά βήματα κρατώντας το στα χέρια της σε σχήμα σταυρόν, ανοιχτά.
Αφού το αποτελείωσε με μαγικές τέχνες, τώκλεισε μέσα σ' ένα μπουκαλάκι και είπε κρυφά στη Βραγγίνα. — Κόρη, θακολουθήσης την Ιζόλδη στη χώρα του Βασιληά Μάρκου, και θα την αγαπάς με πιστή αγάπη. Πάρε λοιπόν αυτό το μπουκαλάκι με το κρασί και κράτα καλά τα λόγια μου. Κρύφ' το με τέτοιον τρόπο ώστε κανένα μάτι να μη το ιδή και κανένα χείλι να μη τ' αγγίση.
Γιατί μπορούμε και τώρ' ακόμα να ξανοίξουμε απάνω στη στολή του Βασιληά ταγαπημένα του διάσημα — τον ήλιο να βγαίνη σχίζοντας ένα σύννεφο.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν